Τον γύρο του κόσμου έκανε η είδηση πως σε δημοπρασία του οίκου Sotheby’s στη Νέα Υόρκη υπήρξε μπουκάλι κρασιού που πουλήθηκε $558.000, ένα ασύλληπτο νούμερο ακόμα και για σπάνιας αξίας γαλλική ετικέτα. Για την ιστορία, αυτή δεν είναι η πρώτη φορά, τουλάχιστον τη φετινή χρονιά, που κρασί καταφέρνει να συγκεντρώσει 6ψήφια τιμή πώλησης. Μόλις τον περασμένο Μάιο, πουλήθηκε σε δημοπρασία στη Γαλλία ένα μπουκάλι κρασί Vin Jaune παρασκευασμένο από σταφύλια που τρυγήθηκαν κατά τη βασιλεία του Λουδοβίκου XVI, προς το επίσης ασύλληπτο νούμερο των 103.700€.
Όμως, το συγκεκριμένο μπουκάλι Romanee-Conti του 1945, που κατάφερε να καταρρίψει το ρεκόρ για την υψηλότερη τιμή κρασιού σε δημοπρασία και του οποίου η τελική τιμή συμπεριλαμβανομένων φόρων και προμήθειας είναι 17 φορές πάνω από την εκτιμώμενη εκκίνησης του οίκου (ήταν $32.000), είναι ένα από τα 600 που παράχθηκαν το 1945, λίγο πριν από την εκρίζωση των αμπελιών από το κτήμα Romanee-Conti και την αναφύτευση. Ποια όμως είναι στην πραγματικότητα η ετικέτα Romanee-Conti και γιατί ένα μπουκάλι της μπορεί να έχει μία τόσο μεγάλη -εξωφρενικά ακραία- αξία;
Η Domaine de la Romanée-Conti, πιο συχνά αναφερόμενη ως DRC, είναι ένα κομμάτι γης στην Βουργουνδία της Γαλλίας που παράγει εξαιρετικά λευκά και κόκκινα κρασιά. Μάλιστα, η συγκεκριμένη περιοχή θεωρείται παγκοσμίως σαν ο κορυφαίος τόπος παραγωγής κρασιού και οι φιάλες DRC είναι οι πιο ακριβές στον πλανήτη. Η περιοχή έχει ουσιαστικά πάρει το όνομα της από τα πιο φημισμένα αμπελοτόπια της, τα Romanée-Conti, 18 στρέμματα γης στο βουργουνδικό χωριό Vosne Romanne. Εδώ τα αμπέλια μεγαλώνουν αιώνες τώρα σε ένα δύστροπο μεν αλλά χαρισματικό κλίμα δε, με ήπια κλίση και νοτιοανατολικό προσανατολισμό, πάνω σε διαδοχικά στρώματα πηλού, ασβεστόλιθου και σιδήρου.
Είναι τόσο μεγάλης αξίας οι συγκεκριμένοι αμπελώνες που λίγα χρόνια πριν εκβιαστής απείλησε πως θα τους δηλητηριάσει με κάποιο άγνωστο φυτοφάρμακο, ζητώντας 1 εκατομμύριο ευρώ ως λύτρα. Τελικά, ο κακοποιός συνελήφθη και όλοι κατάλαβαν από τότε πόσο πολύτιμο είναι αυτό το κομμάτι γης για την ίδια τη Γαλλία.
Το 1945, στη σοδειά του οποίου ανήκει το DRC των $558.000, θεωρείται θρυλικό έτος για το κρασί της περιοχής, αν και τίποτα δεν πήγε καλά ως προς τον καιρό. Ήταν μία χρονιά συνολικά εξαιρετικά ζεστή, με χαλάζι και παγετό όμως το χειμώνα, με αποτέλεσμα να παραχθούν μόλις 600 μπουκάλια Romanée-Conti, τα οποία κανείς δεν μπορούσε να αποκτήσει με φυσικολογικό τρόπο, δηλαδή μέσω μίας απλή αγοράς. Επιπλέον, μετά τη συγκομιδή, τα αμπέλια ξεριζώθηκαν και ο αμπελώνας αναδιπλασιάστηκε. Το επόμενο vintage του Romanée-Conti ήταν το 1952.
Με ένα εξαιρετικό κείμενο στο περιοδικό «ΟΙΝΟΧΟΟΣ» ο Σίμος Γεωργόπουλος δίνει πολλές πληροφορίες για τον αμεπλώνα Romanée-Conti που αξίζει να διαβαστεί:
«Υπό την καθοδήγηση του Aubert de Villaine και του Henri Frederic Roch, το DRC παράγει συγκλονιστικά κρασιά μόνο από Grand Crus αμπελώνες, διαθέτοντας μάλιστα το μονοπώλιο των La Tache και Romanée-Conti.
Πολλοί εξυμνούν το ταλέντο των δημιουργών των θρυλικών οίνων, ο ίδιος ο De Villaine, ωστόσο, υποστηρίζει ότι το ταλέντο δεν βρίσκεται στον οινοποιό, αλλά στη γη: «Όσο περισσότερο την αφήσουμε να εκφραστεί, τόσο καλύτερα κάνουμε τη δουλειά μας», συνηθίζει να λέει και το αποδεικνύει στην πράξη, χρησιμοποιώντας λιγότερα μηχανικά μέσα από όσα χρησιμοποιούσε πριν από είκοσι χρόνια!
Έτσι, οι αμπελώνες του Romanée-Conti οργώνονται με άλογο και όχι με τρακτέρ, ώστε να μη συμπιέζεται υπερβολικά το έδαφος, η καλλιέργεια είναι σε μεγάλο βαθμό βιολογική και η απόδοση των πενηντάχρονων αμπελιών δεν ξεπερνά την απίστευτα χαμηλή αναλογία των 200 λίτρων ανά στρέμμα. Μάλιστα, η χαρισματική τοποθεσία του αμπελοτοπιού επιτρέπει στις ρώγες του Pinot Noir να ωριμάσουν τέλεια και να τρυγηθούν πιο αργά από κάθε άλλο σταφύλι στην περιοχή.
Όμως εξίσου μινιμαλιστικά είναι τα πράγματα και στο οινοποιείο, αφού η εκχύλιση γίνεται χωρίς να αφαιρεθούν τα κοτσάνια, η ωρίμαση λαμβάνει χώρα σε ολοκαίνουργια βαρέλια που φτιάχνονται με ξυλεία από το δάσος Troncais, το φιλτράρισμα είναι άγνωστη λέξη (τα κρασιά μονάχα “κολλάρονται” με ασπράδι αυγού) και η εμφιάλωση γίνεται βαρέλι-βαρέλι με το χέρι.
Το αποτέλεσμα; Ένα έργο οινικής τέχνης το οποίο, αν καταναλωθεί την κατάλληλη στιγμή -συνήθως έπειτα από μια εικοσαετία ή και περισσότερο-, συνδυάζει μοναδικά την ορυκτή αυστηρότητα, τη φινετσάτη εσωστρέφεια, τη βελούδινη γευστική παρουσία, το απαράμιλλα μεθυστικό άρωμα (στο οποίο η βιολέτα και τα κόκκινα φρούτα δεν χάνουν ποτέ τη φρεσκάδα τους) και το βάθος που του προσδίδουν οι πιο βαριές νότες κυνηγιού.
Τουλάχιστον, έτσι το περιγράφουν όσοι έχουν την τύχη να δοκιμάσουν έστω και μία φορά στη ζωή τους το Romanée-Conti. Και δεν είναι και πολλοί, αφού ακόμα και οι πιο πρόσφατες χρονιές κοστίζουν περίπου όσο ένα μικρό αυτοκίνητο! Μάλιστα, ακόμα και αν διαθέτετε τις 6.000 ευρώ που απαιτούνται για μια φιάλη, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αυτή θα φτάσει στα χέρια σας, αφού το DRC δεν τη διαθέτει μεμονωμένη, αλλά ως μέρος ενός κιβωτίου που περιλαμβάνει και τα άλλα σπουδαία (και πανάκριβα) κρασιά του.
Τα μόλις 450 κιβώτια που κυκλοφορούν κάθε χρόνο -σε αντίθεση με τις δεκάδες χιλιάδες άλλων μεγάλων κρασιών- αλλά και η χρηματιστηριακή αξία του Romanée-Conti ευθύνονται για έναν άνευ προηγουμένου τιμολογιακό παραλογισμό που κόβει την ανάσα: μια φιάλη του 1990 δημοπρατήθηκε πρόσφατα για 28.000 δολάρια και μια συλλογή των 55 φιαλών από όλες τις εσοδείες -από το 1952 έως και το 2007- ξεπέρασε τις 813.000 δολάρια.
Το Romanée-Conti, λοιπόν, δεν είναι μόνο η κορυφαία έκφραση της Βουργουνδίας και της ποικιλίας Pinot Noir, αλλά το… Άγιο Δισκοπότηρο των μυθικών κρασιών του κόσμου. Ένας πραγματικός μύθος ανάμεσα στους μύθους».