Η εικόνα του νεκρού Benjamin «Bugsy» Siegel θεωρείται ως η «Μόνα Λίζα» όλων των φωτογραφιών από σκηνές εγκλήματος: Κείτονταν νεκρός σε έναν καναπέ τύπου chintz στην οικία της φίλης του στο Μπέβερλι Χιλς, ενώ τα χέρια του έσφιγγαν ακόμα την εφημερίδα που είχε ξεκινήσει να διαβάζει. Ένα από τα μεθυστικά, απαλά γαλάζια μάτια του έλειπε. Είχε βγει από το πρόσωπο του από τις δεκάδες σφαίρες που δέχτηκε από το παράθυρο του μαυριτανικού αρχοντικού. Εβδομήντα τρία χρόνια αργότερα, το έγκλημα παραμένει άλυτο.
Ήταν με κάποιο τρόπο το τέλειο χολιγουντιανό τέλος για τον γκάνγκστερ που ονειρευόταν να διαπρέψει στο λαμπερό κόσμο στου κινηματογράφου, ξεκινώντας από τους επικίνδυνους δρόμους της κάτω ανατολικής πλευράς του Μανχάταν, όπου είχε χάσει πολλά δόντια σε μία από τις πολλές φασαρίες που έμπλεκε και που στην πορεία της ζωής του κατάφερε να κερδίσει μία περιουσία 100 εκατομμυρίων δολαρίων μέσω ξεπλύματος χρημάτων, εμφιάλωσης παράνομονων ποτών, εκφοβισμών, τζόγου και δολοφονιών.
Πολύ λίγοι γκάνγκστερ στην αμερικανική ιστορία κατάφεραν ποτέ να γοητεύσουν την κοινή γνώμη όπως ο Bugsy Siegel, ένας πραγμνατικός playboy με λαμπερά κοστούμια που φτιάχνονταν μόνο για εκείνον, με πολύ θάρρος, θράσος και ασύγκριτη γοητεία. Ωστόσο, πίσω από το γοητευτικό βλέμμα και το μεθυστικό ψιθυριστό του λόγο κρύβονταν ένας πραγματικά αδίστακτος δολοφόνος, που ήταν επιρρεπής σε βίαιες πράξεις οργής.
Η περιβόητη ιδιοσυγκρασία του ήταν εκείνη που του προσέδωσε το ψευδώνυμο «Bugsy», καθώς ήταν πραγματικά «τρελός σαν τους κοριούς του κρεβατιού», ευέξαπτος, επικίνδυνα παρορμητικός και πάντα πρόθυμος να σκοτώσει. Μαζί με τον παιδικό του φίλο, Meyer Lanksy, δημιούργησαν την Murder Inc., μία από τις πλέον περιβόητες ομάδες του Συνδικάτου του εγκλήματος, υπεύθυνη για πάνω από 1.000 δολοφονίες. Ο Ben Siegel ήταν, όπως το έθεσε το FBI, «τρελός με όλη τη σημασία της λέξης».
Με το τέλος της ποτοαπαγόρευσης, ο Siegel έφυγε από τη Νέα Υόρκη για να επεκτείνει την αυτοκρατορία του στη Δυτική Ακτή όπου προσπάθησε να κάνει πραγματικότητα το κρυφό όνειρο του, να γίνει αστέρας του σινεμά. Και ήταν τόσο έντονη αυτή η φιλοδοξία του που διοργάνωσε ακόμα και την παραγωγή μίας ταινίας με πρωταγωνιστή τον ίδιο, πραγματοποίησε κοινωνικές επισκέψεις σε επικεφαλής στούντιο, σαν τους Louis B. Mayer και Jack Warner και έγινε μόνιμος θαμώνας των hotspot του Χόλιγουντ όπως τα Ciro’s, Trocadero και Clover Club, σε διάσημα κλαμπ που σύχναζαν τα μεγαλύτερα ονόματα της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ.
Ο Siegel είχε εισβάλλει σε αυτούς του χώρους με το μελιστάλαχτο, ευγενικό ύφους του και τα κοστούμια των 200 δολαρίων και ξεκίνησε να κάνει παρέα με την «αφρόκρεμα» του σινεμά όπως οι Clark Gable, Cary Grant, Fred Astaire, Gary Cooper, Tony Curtis, Marlene Dietrich και Frank Sinatra. Είχε σχέσεις με πολλές ηθοποιούς όπως οι Jean Harlow, Ketti Gelman και Wendy Barrie, όλες τους γοητευμένες από το μεθυστικό άρωμα βίας που εξέπεμπε.
«Ήταν ο γκάνγκστερ που έλεγε συναρπαστικές ιστορίες στους ρομαντικούς, συναισθηματικούς, σχεδόν παιδιάστικους ενήλικες που κατοικούσαν στην αποικία της 7ης Τέχνης», έγραφε τότε η αρθρογράφος, Florabel Muir.
Στην πιο πρόσφατη βιογραφία του γκάνγκστερ, «Bugsy Siegel: The Dark Side of the American Dream» («Bugsy Siegel: Η σκοτεινή πλευρά του αμερικανικού ονείρου») ο συγγραφέας Michael Shnayerson αφηγείται την συναρπαστική ιστορία του ανθρώπου που ήταν πίσω από εκατοντάδες δολοφονίες και που σχεδόν κατάφερε να πετύχει στη λαμπερή κινηματογραφική οθόνη. Ήταν «τόσο όμορφος όσο και βίαιος» αναφέρει γλαφυρά ο Shnayerson. «Ήταν ένα εκθαμβωτικό μείγμα ανθρώπινης προσωπικότητας που εξέπεμπε ενθουσιασμό, αισθησιασμό αλλά και φόβο».
Γεννημένος σε μια φτωχή οικογένεια μεταναστών της Ανατολικής Ευρώπης, ο Siegel είχε σπάσει τα δόντια του στα κακόφημα στενά της Κάτω Ανατολικής Πλευράς του Μανχάταν ως ένας άθλιος αλήτης του δρόμου που διέπραττε μικροληστείες και εκβίαζε καταστήματα ώστε να τους παρέχει προστασία. Εάν δεν πλήρωναν, απειλούσε να κάψει τα μαγαζιά και τα εμπορεύματά τους.
Ο νεαρός -υπό εκπαίδευση- γκάνγκστερ ήταν αποφασισμένος να μην καταλήξει σαν τον πατέρα του που εργάζονταν εξαντλητικές ώρες σε πρέσα παντελονιών ενός σούπερ μάρκετ με πενιχρό μισθό. Οι Siegels ζούσαν στην απόλυτη φτώχεια και ο Bugsy είχε δει ότι οι δρόμοι προσέφεραν έναν ευκολότερο και πιο προσοδοφόρο τρόπο για να ξεφύγουν από τις εργατικές κατοικίες.
Όταν ο Siegel δεν ήταν απασχολημένος με τους εκβιασμούς σε εμπόρους της Rivington Street, περνούσε το χρόνο του στις αίθουσε σινεμά, γοητευμένος από τα κινηματογραφικά αστέρια του βωβού κινηματογράφου, όπως οι Wallace Reid και Rudolph Valentino.
Εκεί, στους δρόμους, ο Bugsy συνάντησε τον μετέπειτα συνεταίρο του Meyer Lansky, κυρίαρχο σε μια σκληρή γειτονιά και το παιδί που είχε πει με απύθμενο θράσος στο μαφιόζο Lucky Luciano να «πάει να γ****θεί». Ο Lansky ήταν μόλις 16 ετών όταν σκόνταψε στον 12χρονο Siegel από τον οποίο είχε πέσει το όπλο του σε μία φασαρία στο δρόμο. Όπως πλησίαζαν οι αστυνομικοί από τη γωνία του στενού, ο Lanksy παρενέβη και φώναξε στον 12χρονο να «ρίξει το όπλο», σώζοντας τον ουσιαστικά από το να του περάσουν χειροπέδες.
Νιώθοντας σαν να τους συνδέει κάτι εξ’ αίματος, τα αγόρια έγιναν διά βίου φίλοι και συνεργάτες στο έγκλημα. Και οι δύο μεγάλωσαν σε ορθόδοξες εβραϊκές οικογένειες που μετανάστευσαν στη Νέα Υόρκη για να ξεφύγουν από τις θρησκευτικές διώξεις και να κυνηγήσουν την ευκαιρία μιας καλύτερης ζωής. Ωστόσο, αντ’ αυτού βρήκαν περισσότερη φτώχεια και προκατάληψη.
Δημιούργησαν γρήγορα τη δική τους συμμορία προστασίας και με το χρόνο οι δραστηριότητες τους επεκτάθηκαν στα τυχερά παιχνίδια και στην κλοπή αυτοκινήτων. Αργότερα, το όνομα της συμμορίας «Bugs and Meyer Mob» μετατράπηκε σε «Murder Inc.» και αποτέλεσε για πολλά χρόνια την πιο αδίστακτη δολοφονική ομάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ενώ ο Lansky ήταν «κοντός, απλός και προσεκτικός», γράφει στο βιβλίο του ο Shnayerson, ο Siegel ήταν «λαμπερά όμορφος, με βαθιά μπλε μάτια και με ένα πολύ χαρακτηριστικό χαμόγελο». Ήταν σχεδόν 1,77 μ., μυώδης και η επιθυμία του για βία είχε δημιουργήσει από την πρώτη στιγμή τρόμο στα κακόφημα στέκια.
Σε όσους δεν διέκριναν την οξυθυμία του, ο Siegel φάνταζε τρελός, και έτσι κέρδισε το ψευδώνυμο που μισούσε: «Bugsy».
«Ήταν νέος αλλά πολύ γενναίος», ανέφερε αργότερα ο Lansky στους βιογράφους του. «Του άρεσαν τα όπλα. Το μεγάλο πρόβλημα που είχαν όλοι οι άλλοι ήταν ότι ήταν πάντα έτοιμος ορμήξει και να πυροβολήσει. Κανείς δεν αντιδρούσε πιο γρήγορα από τον Bennie».
Το πέρασμα στην ποτοαπαγόρευση το 1920 παρείχε μια προσοδοφόρα ευκαιρία στην εγκληματική επιχείρηση των Siegel και Lanksy, που ασχολήθηκαν ιδιαιτέρως με την παράνομη συσκευασία του αλκοόλ. «Με αυτό ήρθε η “αποφοίτησή” τους από μικροεγκληματίες σε “βιοτέχνες”, “γίντις” στα εβραϊκά και τους απέφερε σχεδόν αδιανόητο πλούτο», γράφει ο Shnayerson.
Ο Arnold «The Brain» Rothstein (αφεντικό της συμμορίας που έστησε το 1919 τον περίφημο τελικό World Series του μπέιζμπολ) ήταν ο πρώτος που μπήκε στην λαθραία πώληση ποτών. Πήρε τον Siegel και τον Lanksy υπό την προστασία του αφού εντυπωσιάστηκε από τους δύο εφήβους όταν συναντήθηκε μαζί τους σε ένα μπαρ Εβραίων στο Brooklyn.
Σύντομα, οι παιδικοί φίλοι ξεκίνησαν να κερδίζουν απίστευτα ποσά «τρέχοντας» όλες τις πτυχές της παράνομης επιχείρησης, από την παράνομη εμφιάλωση του ρούμι ως και τη διανομή. Λειτουργούσαν δύο παράνομα μπαρ, το ένα στην οδό Broome και το άλλο στην Lewis. Ο Siegel έδειχνε ήδη εκείνη την εποχή γόης ενώ κυκλοφορούσε στη Νέα Υόρκη με πανάκριβα πουκάμισα και μανικετόκουμπα, παντελόνια με ψηλή μέση και με παπούτσια από δέρμα αλιγάτορα, πάντα κατά παραγγελία.
Έκανε βραδινούς γύρους σε δημοφιλή σημεία της νύχτας που κανένας Εβραίος γκάνγκστερ δεν θα μπορούσε να κάνει πριν την ποτοαπαγόρευση, όπως στα Club Durant, 21 Club και Chumley’s στο West Village.
«Φινέτσα, αυτό είναι το μόνο πράγμα που μετράει στη ζωή», συνήθιζε να λέει ο Siegel. «Χωρίς φινέτσα και στιλ, ένας άντρας είναι αλήτης αλλά μπορεί επίσης να είναι νεκρός» προσέθετε. Τότε, ζούσε πλουσιοπάροχα χωρίς παρ’ όλα αυτά να θεωρεί ότι τα χρήματα σημαίνουν κάτι.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Siegel και ο Lansky έφεραν περισσότερο παράνομο ποτό στις Ηνωμένες Πολιτείες από οποιονδήποτε άλλον στη χώρα. Απαιτούσαν ένα δολάριο για κάθε παράνομη κάσα που έφτανε στις αποβάθρες της Νέας Υόρκης, κάτι που τους έδινε δύναμη και πολλά μετρητά. Αλλά ο Siegel ήθελε περισσότερα, και πολύ λίγοι γνώριζαν ότι είχε το βλέμμα του στο Χόλιγουντ.
Το τέλος της Απαγόρευσης το 1933 σήμαινε ότι το οργανωμένο έγκλημα έπρεπε να ψάξει αλλού για εισόδημα. Έχοντας δημιουργήσει ήδη εκατομμύρια κακοποιούς που ζούσαν από αυτό, το Συνδικάτο εγκλήματος επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη του τζόγου και στους εκβιασμούς καταστημάτων και επιχειρήσεων εκτός της Νέας Υόρκης.
Ενώ το μεγαλύτερο μέρος της Αμερικής παρέμενε βαθιά μέσα στο χωνευτήριο της Μεγάλης Ύφεσης, τα αφεντικά της μαφίας ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να ξεπλύνουν τα εκατομμύρια τους στο Χόλιγουντ, όπου οι κινηματογράφοι και οι παραγωγοί είχαν ακόμα πολλά χρήματα για να… κάψουν. Έτσι, ο Siegel εγκαταστάθηκε ως ο «συμμορίτης στην ακτή» της Καλιφόρνια.
«Ήταν εκ των υστέρων ένας τέλειος συνδυασμός», αναφέρει ο Shnayerson. «Κάτι που ονειρεύονταν από καιρό ο Ben Siegel».
Χωρίς να τραβήξει τα βλέμματα, ο Siegel μετακόμισε με την οικογένεια του, με τη σύζυγό του Esther και τις δύο κόρες τους σε μία έπαυλη στο Scarsdale, έχοντας πλέον υπηρέτριες, πισίνα και μπάτλερ. Ήταν έτοιμος να αποκτήσει, ακόμα και με την ωμή βία, το δικό του μερίδιο στην κατάκτηση των γυναικών της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ.
Όταν έφτασε για πρώτη φορά στο Λος Άντζελες, ο Siegel ήταν ένας γκάνγκστερ χωρίς φίλους στην «πόλη των σπασμένων ονείρων», εκτός από τον George Raft.
Ο Raft, ο οποίος ήταν ο ίδιος ένας τριτοκλασάτος γκάνγκστερ, είχε έρθει στο Χόλιγουντ και είχε καταφέρει να συμμετάσχει ήδη σε ένα μελόδραμα του σινεμά με περιπετειώδη δράση, στον «Σημαδεμένο» του 1932. Έγινε γρήγορα το δεξί χέρι του Siegel που είχε μεγάλες βλέψεις. Άλλωστε, Siegel και Raft, ήταν σαν να κοιτάς το ίδιο πρόσωπο στον καθρέφτη.
Ο Bugsy λαχταρούσε να συναντήσει τα αστέρια και τους επικεφαλής των στούντιο με τους οποίους ο Raft είχε στενές σχέσεις, αλλά γνώριζε ότι έπρεπε δείξει πρώτα ποιος ήταν αληθινά ο ίδιος. «Λίγοι άνθρωποι γνώριζαν ποιος πραγματικά ήταν γιατί οι περισσότεροι δεν τον είχαν τσεκάρει», ανέφερε ο Raft χρόνια αργότερα. «Τον βοήθησα όμως. Είχε έρθει εδώ γιατί ήθελε να γίνει “κάποιος”».
Γνωρίζοντας απόλυτα τη σημασία της εξωτερικής εμφάνισης και της φινέτσας που θα έπρεπε να εκπέμπει, ο Siegel ενοικίασε ένα τεράστιο σπίτι στο Beverly Hills από τον τραγουδιστή της Μητροπολιτικής Όπερας, Lawrence Tibbett.
Όποιος τον αναζητούσε, ο ίδιος ήθελε να τον αποκαλούν «σπόρτσμαν». Ήταν ένας τίτλος που πίστευε ότι έδειχνε πλούτο και κομψότητα. Στην πραγματικότητα όμως ήταν ένας ευφημισμός για τυχερά παιχνίδια, εκβιασμούς και δολοφονίες. «Είχε ξαναεφεύρει τον εαυτό του στην πόλη της… εφεύρεσης», γράφει στο βιβλίο του ο Shnayerson.
Ο Siegel προσπάθησε να επεκτείνει τον έλεγχο του Συνδικάτου στους ιπποδρόμους της Santa Anita και της Agua Caliente, καθώς και στις σκυλοδρομίες του Culver City και της Τιχουάνα. Ανέλαβε μια επιχείρηση παράνομων τυχερών παιχνιδιών στο Redondo Beach και επένδυσε στο SS Rex, σε ένα πλωτό καζίνο αγκυροβολημένο τρία μίλια μακριά από τη Σάντα Μόνικα. Επίσης, φήμες ήθελαν να κατέχει ένα μεγάλο μερίδιο του Beverly Wilshire Hotel, ενός γνωστού νυχτερινού κέντρου, του Chi Chi και πως είχε αγοράσει ένα μερίδιο στο δημοφιλές Clover Club.
Ο Siegel είχε επινοήσει επίσης τη συμμετοχή του, έναντι αδράς αμοιβής από τους επικεφαλής των κινηματογραφικών στούντιο, στην αποτροπή απεργιών από τα συνδικάτα Screen Extras Guild και Los Angeles Teamsters. Ο Sidney Kent, ο πρόεδρος της περίφημης Twentieth Century-Fox είχε πει τότε στο FBI ότι τα ποσά δεν ήταν ιδιαιτέρως μεγάλα.
Ο Shnayerson εξηγεί στο βιβλίο ότι αυτό ήταν σκόπιμο. «Ο Siegel ήθελε κάτι άλλο από αυτά τα “κεφάλια” των στούντιο. Ήθελε να είναι ηθοποιός. Είχε ακόμη και κινηματογραφικά πλάνα με τον ίδιο να παίζει, αν οι επικεφαλής των στούντιο νοιαζόταν να κοιτάξουν».
Όταν δεν ήταν απασχολημένος με τις παράνομες επιχειρήσεις του απέναντι στο Νόμο, ο Siegel τριγυρνούσε στους πιο λαμπερούς κύκλους του Χόλιγουντ και σύντομα έγινε ένας εκ των πρωταγωνιστών στη νυχτερινή ζωή της πόλης. Ειδικά στο Ciro’s, τον γκλάμορους γαλαξία αστεριών της μεγάλης οθόνης αλλά και στο Trocadero, στο οποίο ήταν συνιδιοκτήτης ο αιμοσταγής γκάνγκστερ του LA, Mickey Cohen.
«Ήταν ένας από τους πιο υπέροχους χαρακτήρες που συμμετείχε ποτέ στις κοινωνικές δραστηριότητες της πόλης, όπου λαμπεροί άνθρωποι μαζεύονταν σαν μέλισσες σε συστάδες γλυκών σταφυλιών», έγραφε η αρθρογράφος κουτσομπολιού Florabel Muir.
Με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ο Bugsy Siegel έπαιζε ένα ρόλο, βασισμένο στον εαυτό του. Και το Χόλιγουντ προσελκύονταν σύσσωμο: Cary Grant, Gary Cooper, Frank Sinatra, Fred Astaire, Clark Gable αλλά και τα αφεντικά των στούντιο, Jack Warner και Louis B. Mayer. Ακόμα και νέοι, ανερχόμενοι αστέρες του κινηματογράφου, όπως ο Tony Curtis θα πήγαιναν προσκεκλημένοι στην έπαυλη του Bagsy, στο Holmby Hills, για να πιουν και να τζογάρουν, και θα άφηναν τα τουπέ τους στην άκρη.
Όλο και περισσότερο οι κινήσεις του Bugsy άρχισαν να καλύπτονται από τις στήλες κουτσομπολιού των εφημερίδων και ενώ εκείνος λαχταρούσε να βρίσκεται στο επίκεντρο γνώριζε ότι ήταν κάτι που έπρεπε να απολαμβάνει με προσοχή.
Ο Shnayerson επαναλαμβάνει στο βιβλίο του την ιστορία του πώς ο Siegel διοργάνωσε ένα αυτοσχέδιο δοκιμαστικό γύρισμα, όταν εμφανίστηκε ξαφνικά στο σετ ο Raft με τη Marlene Dietrich.
Ο Siegel κάθισε σαγηνευμένος στη σκιά πίσω από τα φώτα, απορροφώντας κάθε λεπτομέρεια. Κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος, ο φέρελπις του Χόλιγουντ εξέπληξε το συνεργείο ανοίγοντας ένα χαρτοφύλακα και βγάζοντας μία κάμερα 16mm. Ζήτησε από τον ηθοποιό Mack Grey να τον κινηματογραφήσει καθώς προχωρούσε στην αναπαράσταση του ρόλου του Raft στη σκηνή που μόλις είχε ολοκληρωθεί, έχοντας απομνημονεύσει τις ατάκες και τις χειρονομίες του ηθοποιού. Ήταν μια απελπιστική και ενοχλητική γκάφα.
Η κακή φήμη της Siegel Murder Inc. είχε ήδη να πλανάται στο Χόλιγουντ και είχε καταλυτική επίδραση σε κάθε φιλοδοξία του Siegel στην υποκριτική. Ωστόσο, η απόρριψη του Bugsy Siegel ως ηθοποιού θα μπορούσε ενδεχομένως να κοστίσει τη ζωή κάποιων, ή έτσι νόμιζαν.
Εάν δεν μπορούσε να πετύχει ως αστέρας του σινεμά, τότε ο Bugsy Siegel θα μπορούσε τουλάχιστον να προσποιείται ότι ζει και μοιάζει με κάποιον από αυτούς.
Κρατιόταν σε άψογη φυσική κατάσταση κάνοντας γυμναστική και κολύμπι κάθε πρωί στο τοπικό YMCA. Μετά από το ντους και τη σάουνα, ο Bugsy επέστρεφε στο σπίτι και περπατούσε μέσα στην καλά φωτισμένη γυάλινη ντουλάπα του όπου τα ρούχα του κρέμονταν σαν έργα τέχνης ενός μουσείου.
Μεταξωτά πουκάμισα για να συνοδεύουν κοστούμια Louis Roth των 200$ και παπούτσια με δέρμα αλλιγάτορα ήταν τα καθημερινά του ρούχα. Μέρος αυτής της τελετής περιλάμβανε επίσης μια επίσκεψη στο Drucker’s, ένα από τα πιο πολυτελή κουρεία στο Χόλιγουντ. Μετά από εκεί ο Siegel θα ήταν έτοιμος για… Όσκαρ, το οποίο φυσικά δεν ήρθε ποτέ, ξυρισμένος, περιποιημένος, με κομμένα τα μαλλιά του και με παπούτσια που άστραφταν.
Ο Shnayerson στο βιβλίο του αφηγείται τη μαρτυρία ενός κουρέα για τον Siegel να κάθεται ακίνητος, γυμνός, στην καρέκλα του. Θαύμαζε την σωματική διάπλαση του στον τεράστιο καθρέφτη πριν φορέσει τα ρούχα του. Εάν η κινηματογραφική κάμερα δεν γοητεύονταν από τον Bugsy Siegel, ο Bugsy θα την ανάγκαζε με το ζόρι.
Η νυχτερινή ρουτίνα του Bugsy περιείχε τις δικές της ατελείωτες τελετές: Όλων των ειδών οι κρέμες και ο ιμάντας προσώπου για να αποφευχθεί η χαλάρωση της σιαγόνας. Και το πιο αποκαλυπτικό: Στον Siegel άρεσε ιδιαίτερα μία ειδική έκδοση του περιοδικού «The Reader’s Digest» με θέμα «Την ανταμοιβή που νιώθεις ότι μαθαίνεις σωστά τη δύναμη των λέξεων».
Ο Bugsy, που δεν ολοκλήρωσε ποτέ την έβδομη τάξη του γυμνασίου, ήταν σαν τον καθηγητή Henry Higgins απέναντι στην αγράμματη Liza Doolittle του «Πυγμαλίωνα» και της «Ωραίας μου Κυρίας», καθώς έκανε εξάσκηση για να μπορεί να προφέρει διάφορα κείμενα, σαν ένας ηθοποιός που απομνημονεύει τις ατάκες του σεναρίου το βράδυ πριν από το κινηματογραφικό γύρισμα της επόμενης ημέρας.
Αργότερα πάντως, με την Esther και τα παιδιά να έχουν επιστρέψει στην Ανατολική Ακτή, στη Νέα Υόρκη, ο Siegel ξεκίνησε να απολαμβάνει και τις χαρές του έρωτα μέσα από διάφορες σχέσεις υψηλού προφίλ.
Η πρώτη ήταν με μια Γαλλίδα ηθοποιό, την Ketti Gallian, η οποία είχε συμβόλαιο ταινίας με την Twentieth Century-Fox. Ο λαμπερός γκάνγκστερ τη γέμιζε δώρα και μάλιστα είχε ξοδέψει 50.000 δολάρια προσπαθώντας να τη βοηθήσει να αποκτήσει αμερικάνικη προφορά. Μάταια όπως. Λίγο αργότερα εκείνη επέστρεψε στη Γαλλία μετά από δύο μόλις ταινίες.
Μετά, υπήρξε στη ζωή του και η καλλονή Jean Harlow, ο ξανθός άγγελος της MGM την οποία γνώρισε μέσω ενός γκάνγκστερ του Νιου Τζέρσεϊ με το όνομα Longy Zwillman. Ο Zwillman γνώριζε τη Harlow μέσω του πατέρα της, του Mario Bello και ο Siegel την ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα, σε τέτοιο σημείο μάλιστα που της έκλεισε μια συμφωνία δύο ταινιών με την Columbia Pictures, δίνοντας στον επικεφαλής του στούντιο, Harry Cohn, ένα δάνειο 500.000 δολαρίων.
Εκείνη την εποχή, η Harlow εξακολουθούσε να έχει σχέση με τον Jimmy Stewart όταν ο Bugsy έκανε την κίνηση του. «H Jean είναι καλή φίλη σου», είπε στον εμβρόντητο Stewart. «Τι λες να της πεις να βγει μαζί μου;». Ο μύθος λέει ότι ο Stewart απάντησε: «Δεν πας στην κόλαση;».
Όπως πολλές γυναίκες πριν από αυτήν, η Harlow υπέκυψε αναπόφευκτα στην ατελείωτη γοητεία του Siegel και το δελεαστικό άρωμα κινδύνου που εξέπεμπε. Τελικά έγινε φίλη της οικογένειας πριν από τον πρόωρο θάνατό της σε ηλικία 26 ετών, και συμφώνησε να γίνει η ανεπίσημη νονά της πεντάχρονης κόρης του Bugsy, Millicent.
Στον ιππόδρομο της Santa Anita, ο Siegel γνώρισε την Dorothy di Frasso, μια κόμησσα, παντρεμένη δύο φορές, που είχε μόλις τελειώσει μία σχέση με τον διάσημο καρδιοκατακτητή του Χόλιγουντ, Gary Cooper. Η Frasso ήταν γνωστή για τη διοργάνωση χλιδάτων πάρτι που διασκέδαζαν τα αστέρια του σινεμά.
Σε ένα από αυτά, είχε οργανώσει έναν αγώνα πυγμαχίας κάτω από προβολείς στους κήπους της έπαυλης της στο Μπέβερλι Χιλς με επαγγελματίες μποξέρ, με έπαθλο ένα πανάκριβο δαχτυλίδι σαν κι αυτό που δίνουν στους πρωταθλητές πυγμαχίας, ενώ το χρόνο μετρούσαν οι Clark Gable και Frederic March.
Σχεδόν είκοσι χρόνια μικρότερος της ο Siegel, η κόμισσα γοήτευσε τον 30χρονο Siegel στο κρεβάτι. Σύντομα ωστόσο ο αρχικός ερωτισμός μεταξύ τους μετατράπηκε σε μια μεγάλη φιλία. Σε αντάλλαγμα, ο Siegel εισέβαλλε στην καλή κοινωνία του Χόλιγουντ.
Ωστόσο, δεν χρειάστηκε πολύ για να κάνει εντύπωση ο Siegel. «Ο Bugsy ήταν τόσο γοητευτικός που έγινε δεκτός αμέσως από την υψηλή κοινωνία του Μπέβερλι Χιλς», ανέφερε ο σεναριογράφος Charles Bennett. Οι αστέρες του κινηματογράφου γοητεύτηκαν από τον επικίνδυνο αλλά και γοητευτικά χιουμορίστα με τα παγωμένα μπλε μάτια. «Ήταν σαν ένας γκάνγκστερ που έχει βγει από κάποιο βιβλίο για τους ρομαντικούς, συναισθηματικούς, σχεδόν παιδιάστικους ενήλικες που ζούσαν στη Μέκκα του σινεμά», έγραφε η Florabel Muir.
Προκειμένου να διασκεδάζει τον νέο κύκλο φίλων του, ο Siegel δημιούργησε μία τεράστια έπαυλη 23 δωματίων στην πανάκριβη γειτονιά Holmby Hills, του Beverly Hills. Η κυκλική μαρμάρινη σκάλα της εντυπωσιακής εισόδου και το αχανές σαλόνι είχε φτιαχτεί για να φιλοξενεί τα αστέρια του Χόλιγουντ.
Η σύζυγος του Jimmy Stewart, η Gloria, είχε πει αργότερα: «Στα αστέρια αρέσουν ακόμη πιο λαμπερά αστέρια. Γι’ αυτούς, οι μόνοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να είναι πιο λαμπεροί ήταν βασιλείς και γκάγκστερ, εκείνη την εποχή».
Οι φιλοξενούμενοι των περίφημων πάρτι των Siegel διασκέδαζαν απόλυτα με τον τρόπο που τους υποδέχονταν ο οικοδεσπότης τους, περνώντας από πολύ αυστηρό, ακόμα και σωματικό έλεγχο. «Ήταν ένας καπιταλιστής γκάνγκστερ και ένας διάσημος κακός: Ήταν ο μεγάλος Gatsby αλλά με μια τάση να… σκοτώνει», γράφει ο Shnayerson.
Το παλάτι των 1.000 τετραγωνικών κόστισε 180.000 δολάρια για να ολοκληρωθεί (3,2 εκατομμύρια δολάρια σημερινή τιμή) σε μια εποχή που το μέσο κόστος ενός σπιτιού στην Αμερική ήταν κάτω από 3.000 δολαρίων.
Σχεδιάστηκε με όλες τα μέσα ασφαλείας της εποχής που θα μπορούσε να χρειαστεί ένας κακοποιός ώστε να μην πέσει στα χέρια του Νόμου.
Ακόμα και μια κρυφή πόρτα στην ντουλάπα οδηγούσε στη σοφίτα. Ένα χρηματοκιβώτιο όπου ο Siegel κρατούσε τα κοσμήματά του, σημαντικά χαρτιά και τα δύο όπλα του ήταν κρυμμένο πίσω από μια σειρά κιβωτίων στη βιβλιοθήκη. Την ίδια στιγμή, η κύρια κρεβατοκάμαρα είχε μία μυστική πόρτα που άνοιγε πατώντας ένα κουμπί.
Κάποια στιγμή, ο Siegel μετέφερε ξανά την οικογένειά του από τη Νέα Υόρκη στο σπίτι του στο Beverly Hills. Ενώ αυτός και η Esther έδειχναν δύο ευτυχισμένοι οικοδεσπότες στο Λος Άντζελες, ωστόσο, αυτό δεν εμπόδιζε εκείνον στο να έχει πολλές εξωσυζυγικές σχέσεις.
Σύντομα μάλιστα ο Siegel βρέθηκε να έχει ταυτοχρόνως δύο ερωμένες: Την ηθοποιό Marie «το σώμα» McDonald και την Wendy Barrie, με την οποία μάλιστα φέρεται να απέκτησε και ένα παιδί.
Ωστόσο, με τον καιρό, οι κινηματογραφικοί αστέρες άρχισαν να παρατηρούν κάτι που μπερδευε την λαμπερή εικόνα του Siegel. Ο Bugsy είχε τη συνήθεια να τους ζητάει δάνεια που δεν επέστρεφε ποτέ.
Μια φορά, ο Siegel ζήτησε από τον George Raft 20.000 δολάρια για να επενδύσει σε ένα υπεράκτιο καζίνο, το SS Rex. Ο Raft βρισκόταν μεταξύ δύο ταινιών και δεν είχε τα χρήματα, αλλά γνώριζε ότι δεν θα έπρεπε να πει «όχι» στον Bugsy.
Την επόμενη μέρα, οδήγησε 140 μίλια για να επισκεφτεί τον παραγωγό, Myron Selznick στο καλοκαιρινό σπίτι του, ώστε να ζητήσει προκαταβολή για μία από τις ταινίες του. Αυτή, δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Raft δάνειζε χρήματα στον Siegel και δεν θα ήταν η τελευταία.
Το 1938, ο Siegel στράφηκε στην πρώην ερωμένη του, την κόμησσα Dorothy di Frasso, προκειμένου να χρηματοδοτήσει ένα άλλο από τα πολλά υποσχόμενα σχέδια του. Η Frasso άκουσε ότι υπήρχε θαμμένος θησαυρός 90 εκατομμυρίων δολαρίων στο νησί Cocos, στα ανοικτά των ακτών της Κόστα Ρίκα, και οι δύο πρώην εραστές συγκέντρωσαν γρήγορα ένα ετερόκλητο πλήρωμα απατεώνων και κοσμικών (συμπεριλαμβανομένου του πατριού της Jean Harlow) και επιβιβάστηκαν σε ένα ιστιοφόρο ξεκινώντας ένα ταξίδι θησαυρού στην Κεντρική Αμερική.
Οι ταξιδιώτες πέρασαν ημέρες οργώνοντας την πυκνή ζούγκλα και βάζοντας δυναμίτες σε πλαγιές λόφων προκειμένου να βρουν τον ανύπαρκτο φυσικά θησαυρό.
Σε ένα άλλο απίθανο περιστατικό, οι Di Frasso και Siegel προσπάθησαν να πουλήσει ένα νέο είδους εκρηκτικού που ονομάζονταν «Atomite» και για το οποίο ισχυρίζονταν ότι είχε την ίδια δύναμη με μια ατομική βόμβα, αλλά δρούσε χωρίς να παράγει ήχο ή φως.
Χρησιμοποιώντας τις ιταλικές διασυνδέσεις της, η Di Frasso το πρότεινε στον δικτάτορα Mussolini, ο οποίος μάλιστα είχε δώσει 40.000 δολάρια για την απόκτηση της εκρηκτικής ύλης. Frassο και Siegel ταξίδεψαν στην Ιταλία την άνοιξη του 1939 αλλά όταν η βόμβα απέτυχε να εκραγεί, ο Mussolini εξοργίστηκε και πέταξε έξω την Di Frasso από την πολυτελή βίλα του συζύγου της (που είχε οροφές ζωγραφισμένα από τον Ραφαήλ, ανακοινώνοντας ότι είχε δύο σημαντικούς καλεσμένους να εγκαταστήσει εκεί: Τον Χέρμαν Γκόρινγκ, επικεφαλής της γερμανικής Luftwaffe και τον Paul Joseph Goebbels, υπουργό προπαγάνδας του Χίτλερ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, μέχρι το 1941, ο Siegel είχε ακόμα πεντακάθαρο ποινικό μητρώο, κάτι για το οποίο υπερηφανεύονταν. Ωστόσο, το Φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς πέρασε από την πρώτη δίκη του για τη δολοφονία του Harry «Big Greenie» Greenberg.
Κατά τη διάρκεια της προφυλάκισης του στο LA, είχε προνομιακή μεταχείριση από τη διοίκηση των φυλακών και κυκλοφορούσε με ειδικές στολές από χειροποίητες ραφές, με εγκοπές στα πέτα και φτιαγμένες από ένα μαλακό, υψηλής ποιότητας τζιν.
Του είχε επιτραπεί να κοιμάται στο άνετο κρεβάτι του γιατρού της φυλακής και να χρησιμοποιεί το ιδιωτικό του ντους. Σύμφωνα με τον Shnayerson, μπορούσε να παραγγέλνει φαγητό από τοπικά εστιατόρια, όπως χαβιάρι και φασιανό ψητό από το Ciro’s.
Κατά τη διάρκεια των 49 ημερών του στη φυλακή, στον Siegel επιτράπηκε να βγει με άδεια 19 φορές και να διασκεδάσει την τελευταία ημέρα της ελευθερίας του με την εντυπωσιακή κοκκινομάλλα από το «It’s a Small World», Wendy Barrie. Παρ’ όλα αυτά, ο Siegel αθωώθηκε καθώς δύο μάρτυρες της εισαγγελίας «εξαφανίστηκαν» μυστηριωδώς και όλοι είχαν καταλάβει το πως.
Το 1944, συνελήφθη και πάλι, για υπόθεση παράνομων στοιχημάτων μαζί με τον George Raft και τον Allen Smiley, όταν ο σερίφης του Los Angeles έκανε έφοδο και κατέστρεψε την αίθουσα τυχερών παιχνιδιών τους στο ξενοδοχείο Sunset Towers.
Τα επιβαρυντικά στοιχεία ήταν αρκετά για να προκαλέσουν την έξωση του Siegel από το περίφημο Hillcrest Country Club, κάτι που στοίχησε πολύ και στον ίδιο.
Την ίδια στιγμή, στην προσωπική του ζωή, η κόρη του δέχονταν ατελείωτα μπούλινγκ στο σχολείο Benjamin «Bugsy» Siegel επειδή είχε έναν πατέρα γκάνγκστερ», κυρίως από τον συμμαθητή της, τον γιο του Edward G. Robinson, τον διάσημο Ρουμάνο ηθοποιό που είχε αποκτήσει αμερικανικό διαβατήριο και έπαιζε συνήθως ρόλους κακοποιών στις ταινίες του Χόλιγουντ.
«Η Millicent το είχε πάρει πολύ κατάκαρδα παρά την ειρωνεία ότι ο πατέρας του συμμαθητή της έπαιζε σε ταινίες τον γκάνγκστερ», σημειώνει ο Shnayerson.
Στιγματισμένος και από ιδιαιτέρως αρνητικά δημοσιεύματα, ο Siegel ήταν πρόθυμος να φύγει από το Λος Άντζελες και να ξεκινήσει μία νέα ζωή αλλού. Ξαφνικά ήταν ανεπιθύμητος στο Λος Άντζελες.
Το Λας Βέγκας είχε ξεκινήσει ήδη να έχει μικρές χαρτοπαικτικές λέσχες, με τις ευλογίες των αρχών και καθώς ο Β ‘Παγκόσμιος Πόλεμος έφτανε στο τέλος του, ο Bugsy είδε τις φοβερές δυνατότητες που του δινόντουσαν για για τη δημιουργία λαμπερών καζίνο πιο λαμπερά από το Μόντε Κάρλο στην έρημο της Νεβάδας.
«Όλα λειτουργούσαν υπέρ του: Ακόμα και τα αυτοκίνητα είχαν πλέον τα δικά τους κλιματιστικά και έκαναν σε χρόνο ρεκόρ, για την εποχή, την απόσταση Λος Άντζελες-Λας Βέγκας. Επίσης, αεροπλάνα πραγματοποιούσαν απευθείας πτήσεις από χιλιάδες μίλια μακριά, καθώς μια γενιά κουρασμένη από τον πόλεμο ανυπομονούσε για διασκέδαση, όσο πιο έξαλλη τόσο το καλύτερο» συμπληρώνει ο συγγραφέας.
Υπήρχε όμως ένας ακόμα λόγος για τον Siegel που άκουγε στο όνομα Virginia Hill. Επρόκειτο για μια αποτυχημένη ηθοποιό, πρώην κολτσίδα σε γκάνγκστερ, που θα γίνονταν ερωμένη του Bugsy Siegel και η σχέση του μαζί της θα ήταν καθοριστική για τη ζωή του. «Θα έφερνε χάος στη ζωή του και στο τέλος το χάος ήταν αυτό που θα τον σκότωνε», ανέφερε στο παρελθόν ο περιβόητος κακοποιός Joe Adonis.
Ο γάμος του Siegel με την Esther είχε τελειώσει όταν εκείνη επέστρεψε στη Νέα Υόρκη έχοντας «ανεχτεί» για χρόνια το Χόλιγουντ, τις παρατεταμένες απουσίες του και την ταπεινωτική σχέση του με την κόμησσα Dorothy di Frasso. Πλέον, ο σύζυγός της δεν προσπαθούσε καν να κρύψει τη σχέση του με τη νέα του ερωμένη, τη Virginia Hill.
Η Hill ήταν ένα από τα δέκα παιδιά μίας οικογένειας που μεγάλωσε μέσα σε απόλυτη φτώχεια στην Αλαμπάμα, έχοντας έναν βίαιο, αλκοολικό πατέρα και μια μητέρα που διοικούσε ένα άθλιο οικοτροφείο. «Δραπέτευσε» στα 15 της με τον γόνο μιας πλούσιας οικογένειας του Νότου πριν χωρίσουν κάνοντας έναν οικονομικό διακανονισμό λίγων εκατοντάδων δολαρίων.
Σε ηλικία 17 ετών, έφυγε για το Σικάγο όπου βρήκε δουλειά ως σερβιτόρα αλλά και ως πόρνη. Εκεί συνάντησε τον Joe Epstein, έναν έμπιστο συνεργάτη του γκάνγκστερ Al Capone, για τον οποίο υπήρχε η φήμη ότι ήταν γκέι.
Ο Epstein είχε σχέση με την Hill ως κάλυψη για τις αληθινές σεξουαλικές προτιμήσεις του, της παρείχε πλούσια ζωή, ενώ εκείνη φλέρταρε ανοιχτά με τους γκάνγκστερ φίλους του.
Μετά από δύο ακόμη αποτυχημένους γάμους, έναν με έναν ποδοσφαιριστή και έναν άλλον με έναν Μεξικάνικο χορευτή rhumba, η Virginia ταξίδεψε στο Χόλιγουντ, όπου έκανε ένα δοκιμαστικό στη Universal, και στη συνέχεια υπέγραψε ένα επταετές συμβόλαιο χάρη στη γοητεία και την λαμπερή της εμφάνιση.
Ήταν μόνιμη θαμώνας στο Trocadero, στο Mocambo και στο Brown Derby. Την έβλεπε εύκολα κανείς να κυκλοφορεί αγκαλιά με τον γόη του σινεμά Errol Flynn, πριν το βράδυ που εκείνη του πετάξει το ποτό στο πρόσωπο του ουρλιάζοντας και τελειώσει άδοξα η σχέση τους.
Με τα χρήματα του Epstein, η Hill απολάμβανε πανάκριβα δείπνα και πάρτι στο Ciro’s, κάτι για το οποίο είχε κερδίσει μία μόνιμη θέση στην τοπική εφημερίδα ως «την πιο γενναιόδωρη διοργανώτρια πάρτι της πόλης του σινεμά». Μία άλλη αρθρογράφος, η Hedda Hopper έγραφε ότι «έκανε τα πιο δημοφιλή πάρτι σε ολόκληρη την πόλη».
Ο Siegel ήταν απολύτως ενθουσιασμένος με τη Virginia Hill. Της είχε αγοράσει ένα πανάκριβο γούνινο παλτό, κολιέ από διαμάντια αλλά και ένα σπίτι στο Miami. Κυκλοφορούσαν ερωτευμένοι σε όλα τα hotspots της πόλης και έκαναν ακραίες εμφανίσεις. Μάλιστα, όπως είχε γίνει γνωστό, σε ένα από τα ρετιρέ του περίφημου ξενοδοχείου Chateau Marmont η Hill έκανε μπάνιο με κουβάδες από Chanel Νο.5 αναμένοντας την επίσκεψή του.
Η σχέση τους ήταν χαοτική και παθιασμένη. Ο Shnayerson αναφέρει ότι ο σεναριογράφος Edward Anhalt, που κατοικούσε σε ένα δωμάτιο απέναντι από τον «Κύριο και την κυρία Hill στο Chateau Marmont» άκουγε «όχι μόνο ερωτικές κραυγές αλλά και φωνές οργής που συχνά έφταναν και στη χειροδικία».
Η Bea Sedway, σύζυγος του διευθυντή για χρόνια της επιχείρησης τυχερών παιχνιδιών του Bugsy, του Moe Sedway, επιβεβαίωσε ότι το ζευγάρι έρχονταν συχνά στα χέρια και ότι η Hill έριχνε αντικείμενα στον εραστή της. Ωστόσο, όπως εκμυστηρεύονταν η Hall στην Bea Sedway, «αυτοί τσακωμοί οδηγούσαν πάντα σε υπέροχες περιόδους αχαλίνωτου σεξ».
Έχοντας αγοράσει το 1945 έναντι 600.000 δολαρίων, μαζί τους Meyer Lansky, Gus Greenbaum και Moe Sedway, το καζίνο El Cortez, ένα από τα πρώτα που άνοιξαν ποτέ στο Las Vegas, ο Siegel έριξε κατόπιν το βλέμμα του σε μία πραγματικά μεγάλη επιχείρηση στην πρωτεύουσα του τζόγου.
Συνεργάστηκε με τον William Wilkerson, ιδιοκτήτη του κινηματογραφικού περιοδικού The Hollywood Reporter και ιδιοκτήτη μίας επιτυχημένης σειράς νυχτερινών κέντρων στο Λος Άντζελες, όπως τα Ciro’s και Trocadero.
Ο Wilkerson αγόρασε αρχικά 140.000 στρέμματα ερήμου στα οποία θα κατασκευάζονταν το περίφημο «The Flamingo Hotel». Αλλά μέσα σε λίγους μήνες, ο Siegel εξανάγκασε τον επιχειρηματικό του συνεργάτη να πουλήσει όλα τα μερίδιά του υπό την απειλή του θανάτου. Αυτός και οι υποστηρικτές του Συνδικάτου έγιναν επίσημα οι μοναδικοί ιδιοκτήτες του καζίνο.
Το όνομα φημολογείται ότι το εμπνεύστηκε από τα μακριά πόδια σαν του πουλιού φλαμίνγκο της Virginia Hill και μάλιστα ο Siegel παρήγγειλε ζωντανά πουλιά για να ντύσει το καζίνο ενόψει πρεμιέρας. Δυστυχώς, τα εξωτικά πουλιά δεν… άντεξαν τη ζέστη της ερήμου.
Για τον Siegel, το Flamingo πρόσφερε μια ευκαιρία στη νομιμότητα, μια διέξοδο από το οργανωμένο έγκλημα. Το Συνδικάτο υποστήριξε το φιλόδοξο σχέδιό του με δάνειο 1 εκατομμυρίου δολαρίων, αλλά γρήγορα δυσαρεστήθηκε με τις περιττές δαπάνες και την κακή διαχείριση κατά την κατασκευή του Flamingo Hotel.
Την ίδια στιγμή, όλο και περισσότερο η σχέση του Bugsy με την Hill γινόταν και πιο ταραχώδης. Ένα φοβερό επεισόδιο ζηλοτυπίας είχε σαν αποτέλεσμα να καταλήξει στην απόπειρα αυτοκτονίας της γυναίκας και η οποία αποδείχτηκε κομβική και μεγάλο σημείο καμπής στη σχέση τους.
Εκείνη επέστρεψε στο σπίτι της στο Μπέβερλι Χιλς πριν φύγει στο Παρίσι με τον Nicolas Feuillatte, έναν νεαρό κληρονόμο μεγάλης περιουσίας.
Ο Siegel έχανε διαρκώς χρήματα και έκανε καμία οικονομία στα πανάκριβα οικοδομικά υλικά για την κατασκευή του καζίνο. Μάλιστα, κανόνισε ακόμη και με τον μαφιόζο Lucky Luciano να του στείλει μάρμαρο από την Ιταλία. Ο Bugsy οραματίζονταν έναν χλιδάτο ναό του τζόγου στην γκλάμορους κλίμακα των ταινιών και των επαύλεων που είχε δει στο Χόλιγουντ.
Είχε μπει ήδη 3 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε κόστος πριν το ξενοδοχείο τελειώσει ακόμη και κατά το ήμισυ.
Κάνοντας μία σειρά μεγάλων λαθών, αποφάσισε να ανοίξει το ημιτελές καζίνο νωρίς για να αντισταθμίσει μερικά από τα έξοδα κατασκευής του. Ναύλωσε ακόμα και ένα τρένο και ένα αεροπλάνο από την Union Pacific για να μεταφέρει μερικούς από τους διασημότερους φίλους του από το Χόλιγουντ έτσι ώστε να γιορτάσει τα εγκαίνια του καζίνο τα Χριστούγεννα του 1947.
Όμως, ενώ ονειρεύονταν να φτιάξει ένα αόρατο κόκκινο χαλί που να συνέδεε το Los Angeles με το Las Vegas στο οποίο θα περπατούσαν όλες οι διασημότητες της χρυσής εποχής του σινεμά, δεν εμφανίστηκε κανείς.
Ο Shnayerson εξηγεί στο βιβλίο του ότι στην Hill είχε σταλεί ένα φλογερό πορτοκαλί-κόκκινο φόρεμα αξίας 3.500 δολαρίων που σχεδιάστηκε από τον ραφτή Howard Greer, το οποίο δημιουργήθηκε ειδικά για την περίσταση και εκείνος επέμενε να το φορέσει.
Αλλά όταν ο Bugsy επέστρεψε αργότερα ως ικέτης για περισσότερα χρήματα από τους φίλους του γκάνγκστερ, είτε για να προωθήσει τα όνειρά του, είτε, όπως υποπτεύονταν οι άλλοι, να γεμίσει τις τσέπες του, τότε το Συνδικάτο αποφάσισε ότι ο Bugsy Siegel δεν ήταν πλέον άξιος εμπιστοσύνης. Η πανάκριβη αποτυχία του Flamingo του κόστισε τελικά τη ζωή του.
Το ένταλμα θανάτου του διατάχθηκε και υπογράφηκε από τον Lucky Luciano σε μια μυστική συνάντηση του Συνδικάτου στην Αβάνα. Δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να κάνει ο πιστός φίλος του, ο Meyer Lanksy για να το σταματήσει.
Ο χρόνος του Siegel έληξε στις 20 Ιουνίου 1947.
Πίσω στο Λος Άντζελες, την τελευταία ημέρα της ζωής του, πέρασε από το κομμωτήριο του Drucker για την συνηθισμένη περιποίηση. Πήγε για δείπνο με τον αδελφό της Virginia, τον Chick Hill, τη φίλη του Jerri Mason και τη φίλη τους, Allen Smiley.
Η Bugsy, o Chick και η Jerri έμεναν στην έπαυλη της Virginia στο Beverly Hills ενώ εκείνη ήταν μακριά στην Ευρώπη.
Όταν ο Siegel άναψε τα φώτα του σαλονιού, μια συναρπαστική μυρωδιά λουλουδιών τον σταμάτησε στην είσοδο. Ο Chick υπενθύμισε αργότερα ένα μύθο που είχε ακούσει από τη μητέρα του: «Όταν κάποιος μυρίζει λουλούδια και δεν υπάρχει κανένα στο σπίτι, αυτό σημαίνει θάνατο».
Ο Chick και η Jerri αποσύρθηκαν στο υπνοδωμάτιο τους στον επάνω όροφο. Ο Siegel κάθισε στον καναπέ chintz για να διαβάσει εφημερίδα. Την ίδια στιγμή, έξω από την έπαυλη, μια αόρατη φιγούρα είχε στηρίξει την κάνη μίας καραμπίνας στην τριανταφυλλιά και με ένα κλικ απελευθέρωσε ένα χαλάζι από σφαίρες προς το παράθυρο, από κοντά. Ο Siegel σκοτώθηκε αμέσως.
Κηδεύτηκε στο εβραϊκό τμήμα του νεκροταφείου του Χόλιγουντ, όχι μακριά από τα παιδικά του είδωλα, τον Ρούντολφ Βαλεντίνο και τον Ντάγκλας Φέρμπανκς. Αργότερα, θα το συνόδευαν οι Judy Garland, Marion Davies και John Huston.
44 χρόνια αργότερα, το μεγάλο όνειρο Siegel, μία ταινία με ήρωα τον Benjamin «Bugsy» Siegel θα γίνονταν τελικά πραγματικότητα, καθώς ο Warren Beatty θα τον ενσάρκωνε στη μεγάλη οθόνη. Επιτέλους, ο Bugsy τα είχε καταφέρει…