42.grRead ThisΗ οικογένεια Κεχρή βάζει την Ρετσίνα στα μεγάλα σαλόνια

Κεχρής

Η οικογένεια Κεχρή βάζει την Ρετσίνα στα μεγάλα σαλόνια

Πως ο Στέλιος Κεχρής κατάφερε να αποδείξει ότι η Ρετσίνα μπορεί να σταθεί στο ύψος των ποιοτικότερων κρασιών παγκοσμίως

Η Ρετσίνα, αν και ένα από τα πιο γνωστά παραδοσικά ελληνικά κρασιά με ιστορία σχεδόν 3.500 ετών, είναι κι από τα πλέον παρεξηγημένα, εξαιτίας κυρίως της χαμηλής ποιότητας του κρασιού που χρησιμοποιήθηκε ευρέως μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90 για την παρασκευή της. Μάλιστα, η ελληνική οινοποιία έκανε για χρόνια προσπάθειες να αποτινάξει από πάνω της, όσον αφορά την αγορά κυρίως του εξωτερικού, τη «ρετσινιά» του φτηνού ελληνικού οίνου, που πολλές φορες επισκίαζε άλλα γνωστά ελληνικά κρασιά και τοπωνύμια. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα αν ρωτήσεις οποιονδήποτε στο εξωτερικό για το πιο γνωστό ελληνικό κρασί, το όνομα «retsina», είναι το πιθανότερο να ακούσεις ως πρώτο…

Η ρετσίνα παράγεται στην Ελλάδα αδιάλειπτα εδώ και χιλιάδες χρόνια, όπως αποδεικνύεται από αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και από αμέτρητες γραπτές αναφορές, σχετικά με την παραγωγή και την κατανάλωση του ρητινίτη οίνου, όπως ονομαζόταν στην αρχαιότητα. Στην αρχαία Ελλάδα, όπου το κρασί φυλασσόταν και μεταφερόταν σε πήλινους αμφορείς, το ρετσίνι χρησιμοποιούνταν για τη σφράγιση των οινοδοχείων και την προστασία του κρασιού από την οξείδωση, πρακτική που ταυτόχρονα προσέδιδε στον οίνο ένα ιδιαίτερο άρωμα. Κάπως έτσι προέκυψε ο ρητινίτης οίνος, η γνωστή σε όλους μας και δημοφιλής στην αρχαιότητα ρετσίνα.

Με την πάροδο του χρόνου η παραγωγή της ρετσίνας μειώθηκε αισθητά και περιορίστηκε γεωγραφικά στη Στερεά Ελλάδα, την περιοχή από όπου και ξεκίνησε. Τη δεκαετία του ’50 σημειώθηκε επαναδιασπορά της τεχνικής της ρητίνωσης και σε άλλες περιοχές, όπως, για παράδειγμα, τη Μακεδονία και τα νησιά του Αιγαίου. Τη δεκαετία του ’60 η κυκλοφορία της όχι μόνο αυξήθηκε λόγω της τουριστικής άνθισης της χώρας μας, αλλά η ρετσίνα έγινε το εθνικό μας κρασί. Την ίδια περίοδο ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες για τη νομική της προστασία. Πλέον, η ρετσίνα προστατεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία ως Ονομασία κατά Παράδοση, την οποία μπορούν να φέρουν κρασιά που παράγονται αποκλειστικά στην Ελλάδα. Δυστυχώς, η χαμηλή ποιότητα του κρασιού αναχαίτισε την πρόοδο της ρετσίνας, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’90 που στο προσκήνιο εμφανίστηκαν οινοπαραγωγοί με όραμα την ποιοτική αναβάθμιση της και την αποκατάσταση της εικόνας της στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Η ρετσίνα, όταν είναι καλής ποιότητας, εκφράζεται με το χαρακτηριστικό βαλσαμικό άρωμα του πεύκου, αφήνοντας όμως να φανούν και τα αρώματα του σταφυλιού. Η ανεπαίσθητη αίσθηση πικράδας στη γεύση της προκαλεί ένα δροσιστικό, σχεδόν αναψυκτικό τελείωμα, σα να υπάρχει στο κρασί ανθρακικό, κάνοντάς την ιδανικό σύντροφο των έντονων πιάτων της παραδοσιακής ελληνικής κουζίνας. Έχοντας αυτά τα χαρακτηριστικά στο μυαλό του, ο Στέλιος Κεχρής, ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας Κεχρή από τη Θεσσαλονίκη, με εξαιρετικές οινολογικές σπουδές στη Dijon της Γαλλίας, αποφασίζει το 1984 να επενδύσει στη ρετσίνα και να αποδείξει, σε μια εποχή που είχε χάσει την αίγλη του παρελθόντος, ότι μπορεί να είναι ένα εξαιρετικά ποιοτικό κρασί, το οποίο να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σύγχρονου καταναλωτή.

Η οινική ιστορία της οικογένειας Κεχρή ξεκινάει στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, το 1911, όταν ο Ευάγγελος Κεχρής εισάγει γυάλινα μπουκάλια από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να εμφιαλώσει κρασί για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Αν και δεν προλαβαίνει να εφαρμόσει την πρωτοπόρο ιδέα του, καταφέρνει να μεταδώσει τη σπίθα της καινοτομίας στους τέσσερις γιους του. Το 1934, τα τέσσερα αδέλφια ανοίγουν την παραδοσιακή ταβέρνα «Κόκορας» στην παλιά Θεσσαλονίκη, που λειτουργεί και σαν μικρό οινοποιείο-εμφιαλωτήριο. Εκεί, εκτός από τα λιαστά κρασιά τους, οινοποιούν για πρώτη φορά το «Κεχριμπάρι», το οποίο πολύ γρήγορα αποκτά μεγάλη ζήτηση. Είκοσι χρόνια αργότερα, τα τέσσερα αδέλφια ιδρύουν την πρότυπη οινοποιία-ποτοποιία «ΑΦΟΙ Ε. ΚΕΧΡΗ» στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης. Εκτός από το «Κεχριμπάρι», στις εγκαταστάσεις της οικογενειακής επιχείρησης εμφιαλώνουν το δημοφιλές κρασί «Κονάκι», αλλά και ούζο, μπράντι και λικέρ. Σταδιακά, τα ποιοτικά κρασιά και ποτά των αδελφών Κεχρή γίνονται γνωστά και εκτός ελληνικών συνόρων και κάπως έτσι ξεκινά το 1974 η εξαγωγική τους δραστηριότητα στην Ευρώπη, με πρώτο σταθμό την αγορά της Γερμανίας.

Το 1978, ο Στέλιος Κεχρής, εκπρόσωπος της τρίτης, πλέον, γενιάς της οικογένειας, ολοκληρώνει τις οινολογικές σπουδές του και επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη. Θέλοντας να αξιοποιήσει τις προηγμένες επιστημονικές γνώσεις του, στήνει το εργαστήρι του στο οικογενειακό οινοποιείο και αρχίζει να πειραματίζεται με ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών. Πρώτος καρπός του πειραματισμού του είναι το «Primeur», ένα πρόρωγο λευκό κρασί εξαιρετικής ποιότητας από την ποικιλία του ροδίτη που ανοίγει το δρόμο για την οινοποίηση αρωματικών κρασιών, με την οποία θα ασχοληθούν αρκετοί μεταγενέστεροι οινοποιοί.

Έξι χρόνια αργότερα, ο Στέλιος αναλαμβάνει τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης και έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του Κωνσταντία σηματοδοτεί μια νέα εποχή για το οινοποιείο, καθώς εκσυγχρονίζει την παραγωγή βάσει διεθνών προτύπων, θέτοντας, παράλληλα, τα θεμέλια της οινικής φιλοσοφίας του. Για τον Στέλιο Κεχρή, το κρασί δεν είναι ένα ακόμα τελικό προϊόν, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που διαμορφώνεται από και διαμορφώνει τον άνθρωπο-οινοποιό και τις επιλογές του. Η δε παράδοση, της οικογένειας και του τόπου, δεν είναι ένα σύνολο στατικών συμβόλων εγκλωβισμένων στο χρόνο, αλλά σημείο εκκίνησης της δημιουργίας και πηγή διαρκούς έμπνευσης.
Με σημείο αναφοράς τις αρχές αυτές, ο Στέλιος Κεχρής αποφασίζει να επικεντρωθεί στη ρετσίνα, ένα κρασί συνυφασμένο με την ελληνική παράδοση, με σκοπό να αλλάξει την παρεξηγημένη εικόνα της εντός και εκτός ελληνικών συνόρων. Βελτιστοποιώντας το οινοποιητικό πρωτόκολλο της ρετσίνας «Κεχριμπάρι», καταφέρνει να αποδείξει πως, με τις κατάλληλες καλλιεργητικές φροντίδες και μεθόδους οινοποίησης, η ρετσίνα μπορεί να σταθεί στο ύψος των ποιοτικότερων κρασιών παγκοσμίως. Η ευρεία αναγνώριση της προσπάθειας του Στέλιου Κεχρή έρχεται δεκαπέντε χρόνια αργότερα: το «Κεχριμπάρι» γίνεται η πρώτη ρετσίνα στην παγκόσμια οινική ιστορία που βραβεύεται σε διεθνή διαγωνισμό οίνου (Θεσσαλονίκη, 1999).

Το 1996, ένα όνομα γεννιέται! «Το δάκρυ του πεύκου». Δημιουργός του, η κόρη του Στέλιου Κεχρή, Ελένη, που ακόμα βρίσκονταν στη Γερμανία για την πρακτική της. Με το «Κεχριμπάρι» να ενσαρκώνει την παραδοσιακή εκδοχή της ρετσίνας, το ποιητικό αυτό όνομα εμπνέει πατέρα και κόρη να οραματιστούν την μοντέρνα εκδοχή της. Έχοντας δώσει την απάντησή του στο πως πρέπει να είναι η ρετσίνα, ο Στέλιος Κεχρής αρχίζει να πειραματίζεται με διαφορετικές ποικιλίες σταφυλιών και μεθόδους οινοποίησης διερευνώντας τα όρια του παραδοσιακού κρασιού. Δύο χρόνια αργότερα, το «Κεχριμπάρι», διατηρώντας την ποιότητά του αναλλοίωτη, αλλάζει εξωτερική εμφάνιση και επανακυκλοφορεί στο δημοφιλές καραφάκι με το φελλό. Το καραφάκι, που σχεδιάζεται με βάση την προϋπάρχουσα φιάλη, αποτελεί μέχρι σήμερα το σήμα κατατεθέν του οινοποιείου. Το 2003, το «Κεχριμπάρι» κατακτά την κορυφή στο Διεθνή Διαγωνισμό Οίνου Θεσσαλονίκης και γίνεται η πρώτη ρετσίνα που βραβεύεται με χρυσό μετάλλιο.

Από το 2004 και μετά, οι τρεις κόρες του Στέλιου και της Κωνσταντίας Κεχρή, η τέταρτη γενιά της οικογένειας, έρχονται στο προσκήνιο. Ολοκληρώνοντας τις οινολογικές σπουδές της στη Γαλλία (Bordeaux), η Ελένη πλαισιώνει με τη σύγχρονη θηλυκή ματιά της την οινολογική ομάδα του οινοποιείου, δημιουργώντας ιδιαίτερα χαρμάνια και αλλάζοντας το πρωτόκολλο παραγωγής ερυθρών οίνων. Ένα χρόνο αργότερα, η Μαρία αναλαμβάνει το σχεδιασμό της οπτικής επικοινωνίας του οινοποιείου, ενώ η Ζωή, η «μικρή» της οικογένειας, αρχίζει να συμμετέχει στη διοικητική και οικονομική διαχείρισή του.

Το 2005, μετά από πειραματισμούς ετών, ο Στέλιος Κεχρής δημιουργεί «το δάκρυ του πεύκου» δίνοντας τη δική του απάντηση στο πως μπορεί να είναι η ρετσίνα. Η ρετσίνα μπορεί να προέρχεται από μια σπάνια λευκή ποικιλία παγκόσμιας κλάσης. Η ρετσίνα μπορεί να οινοποιείται σε βαρέλι, όπως παλιά. Η ρετσίνα μπορεί να οδηγεί την παράδοση σε μια νέα εποχή καινοτομίας. Ένα χρόνο αργότερα, «το δάκρυ του πεύκου» βραβεύεται στο Διεθνή Διαγωνισμό Οίνου Θεσσαλονίκης με μεγάλο χρυσό μετάλλιο, την υψηλότερη τιμητική διάκριση που κέρδισε ποτέ ρητινίτης οίνος, αποδεικνύοντας πως η ρετσίνα μπορεί να είναι ένα κορυφαίο λευκό κρασί.

Τον περασμένο Ιούλιο, το Δάκρυ του Πεύκου έλαβε το 4ο μετάλλιο της χρονιάς σε διεθνείς διαγωνισμούς οίνου και το 7ο βραβείο σε 7 διοργανώσεις το 2017. Αυτή, η τελευταία διάκριση, που έρχεται από τον διαγωνισμό San Francisco International Wine Competition, αποτέλεσε νέο ρεκόρ για τη ρετσίνα από 100% Ασύρτικο. Μαζί με το Δάκρυ του Πεύκου, το Κεχριμπάρι, η ρετσίνα από 100% Ροδίτη, έλαβε ένα ακόμα ασημένιο μετάλλιο, το δεύτερο στη σειρά από τον ίδιο διαγωνισμό. Αυτή ήταν και η 6η διάκριση για το Κεχριμπάρι μέσα στη χρονιά, γεγονός που αποτελεί μοναδικό κατόρθωμα για ένα κρασί σε αυτή την κατηγορία τιμής.

Αφρός: Η πρώτη pet-nat ρετσίνα

Το 2016, το Οινοποιείο Κεχρή λάνσαρε στην αγορά τον «Αφρό», την πρώτη pet-nat ρετσίνα παγκοσμίως, που έκανε το ντεμπούτο της στα ΒορΟινά. Η σπινθηρίζουσα ρετσίνα «Αφρός», ακολουθώντας την παραδοσιακή μέθοδο οινοποίησης που ξαναγίνεται μόδα, περί τα τέλη του 2016, αρχές του 2017, προστέθηκε στο κλασικό «Κεχριμπάρι» και στο «Δάκρυ του Πεύκου», ενώ δίπλα του, και αυτή σε vintage φιάλη, ξανασυστήνεται στο κοινό με το νέο της όνομα, η ροζέ ρετσίνα από Ξινόμαυρο, η «Ρόζα». Το «pet-nat» κρασί (petillant naturel) είναι η πιο σύγχρονη παγκόσμια τάση. Είναι ένα κρασί που δεν γίνεται με επαναζύμωση, γιατί αυτό δεν ήταν μέσα στην παράδοση όπως γινόταν με τα αφρώδη της Ευρώπης. Είναι λοιπόν μία σπινθηρίζουσα ρετσίνα όπως παραδοσιακά γινόταν και όχι μία αφρώδης.

Κεχριμπάρι: Η Ρετσίνα όπως πρέπει να είναι

Το Κεχριμπάρι είναι ένα κρασί που διαθέτει τον τυπικό χαρακτήρα της αυθεντικής ρετσίνας, το προϊόν που ο Στέλιος Κεχρής αναβάθμισε ποιοτικά συμβάλλοντας στην αποκατάσταση της εικόνας του. Για την οινοποίηση επιλέγεται Ροδίτης που καλλιεργείται σε υψόμετρο με στόχο τις χαμηλές αποδόσεις, ώστε να είναι πλούσιος σε αρώματα και να διαθέτει δροσερή οξύτητα. Το ρετσίνι, που διαλέγεται προσεκτικά κάθε χρόνο, προστίθεται σε συγκεκριμένη ποσότητα στο γλεύκος και έρχεται σε επαφή με το κρασί μόνο κατά τη διάρκεια της ζύμωσης.

Το αποτέλεσμα είναι ένα κρασί που ισορροπεί ανάμεσα στα φρουτώδη αρώματα αχλαδιού, πράσινου μήλου και πεπονιού από τον Ροδίτη και στις νότες μοσχολέμονου, μαστίχας Χίου και πεύκου από το ρετσίνι, ενώ η ζωηρή φρεσκάδα και το παρατεταμένο γευστικό τελείωμα αφήνουν στο στόμα μια γεύση από το ελληνικό καλοκαίρι.
Το 1999, το Κεχριμπάρι αποσπά ασημένιο μετάλλιο στον Διεθνή Διαγωνισμού Οίνου Θεσσαλονίκης και γίνεται η πρώτη ρετσίνα που βραβεύεται σε διεθνή διαγωνισμό κρασιού. Σήμερα, το Κεχριμπάρι μετράει περισσότερες από 30 συνολικά διακρίσεις.

Δάκρυ του Πεύκου: Η ρετσίνα όπως μπορεί να είναι

Το Δάκρυ του Πεύκου γεννήθηκε ως ένα προϊόν αναζήτησης της ιδανικής ισορροπίας ανάμεσα στην παράδοση και την καινοτομία. Το Ασύρτικο, η ευγενέστερη ελληνική λευκή ποικιλία, ζυμώνεται σε δρύινα βαρέλια παρουσία επιλεγμένου φρέσκου ρετσινιού. Αφού το κρασί ωριμάσει στη δρυ για 6 μήνες, διαμορφώνεται το τελικό χαρμάνι με την επιλογή του περιεχομένου μόνο των καλύτερων βαρελιών.

Το αποτέλεσμα είναι ένα κρασί όπου τα έντονα αρώματα εσπεριδοειδών του σταφυλιού ισορροπούν με τα λεπτά αρώματα δενδρολίβανου, θυμαριού και πιπερόριζας του ρετσινιού σε ένα φόντο βανίλιας και βουτύρου από την ωρίμανση στο βαρέλι. Κομψό και πολύπλοκο, το Δάκρυ του Πεύκου αποδεικνύει πως η ρετσίνα μπορεί να είναι ένα κρασί παγκόσμιας κλάσης με δυναμικό μακρόχρονης παλαίωσης.

«Το Δάκρυ του Πεύκου προέκυψε μέσα από την αναζήτηση των ορίων της ρετσίνας. Ακόμα όμως δεν ησυχάζω. Αναρωτιέμαι διαρκώς: έχουμε άραγε φτάσει στα όρια αυτά; Το ερώτημα για μένα παραμένει ανοιχτό», εξομολογήθηκε σε πρόσφατη συνέντευξη του στην Όλγα Μπαλαφούτη ο Στέλιος Κεχρής. Και η ιστορία συνεχίζεται…

ΜΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ kechri.gr και newmoney.gr

SHARE

Περισσότερα

MORE READ THIS