Έφυγε από τη ζωή ο Ανδρέας Μπάρκουλης, ο εμβληματικός ζεν πρεμιέ του Ελληνικού κινηματογράφου. Άφησε την τελευταία του πνοή στο Αγία Ολγα όπου νοσηλευότανε τις τελευταίες εβδομάδες.
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης είχε νυμφευτεί τρεις φορές κι είχε αποκτήσει τρία παιδιά. Με την τελευταία του σύζυγο Μαρία και τον γιο του Νικόλα, πέρασε τα δύσκολα χρόνια του γηροκομείου, του κέντρου αποκατάστασης, αλλά και των νοσοκομείων. Μαχητής ως το τέλος, «θέλω να ξανά περπατήσω.Το θέλω πάρα πολύ» δήλωνε. «Δεν νιώθω τα πόδια μου νεκρά μετά από πολύ καιρό. Με την βοήθεια του φυσιοθεραπευτή νιώθω πως δικαιούμαι να περπατήσω πάλι. Μπορεί να είμαι μεγάλος αλλά εγώ θέλω και το χρωστάω στο παιδί μου να αγωνιστώ για αυτό το οποίο και έχω στερηθεί πολύ τον τελευταίο καιρό, που δεν περπατάω».
Με την κόρη του τα τελευταία χρόνια δεν είχαν σχέσεις ωστόσο αυτές τις κρίσιμες στιγμές η οικογένεια ενώθηκε και η Βίκυ δήλωσε μόλιες εχθές στην εφημερίδα freddo: «Ο πατέρας μου ζήτησε να δει τα εγγόνια του και τον γιο του. Τους έδωσε το χέρι του να το φιλήσουν για να πάρουν την ευχή του. Όταν έσκυψα να τον φιλήσω μου είπε με όση δύναμη του είχε απομείνει ‘’να με αγαπάτε τώρα που θα φύγω’’ και μετά έπεσε σε κώμα ξανά».
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 4 Αυγούστου του 1936. Σπούδασε υποκριτική και κατά την αποφοίτησή του χαρακτηρίστηκε εξαιρετικό ταλέντο. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο το 1956 και στον κινηματογράφο το αμέσως επόμενο έτος με την ταινία Μαρία Πενταγιώτισσα. Ένα μικρό διάστημα της ζωής του το πέρασε στην Αμερική, όπου ασχολήθηκε επαγγελματικά με το τραγούδι. Υπήρξε ένας από τους γοητευτικότερους ζεν πρεμιέ της δεκαετίας του ’60. Ενδεικτικό της αίγλης του αυτής είναι το σλόγκαν «Κορίτσια, ο Μπάρκουλης!».
Εμφανίστηκε σε περισσότερες από εκατό ταινίες, όπως «Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966) , «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), «Όλγα Αγάπη μου» (1968), αλλά και κωμωδίες, όπως «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958), «Διακοπές στην Αίγινα» (1958), «Η Μουσίτσα»(1959), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Το Δόλωμα» (1964), «Τζένη Τζένη» (1965), «Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969), «Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970) και η «Θεία μου η χίπισσα» (1970).