Πριν από την πανδημία, η παραλία Patong του Phuket δεν ήταν ένα μέρος που θα πήγαινε κανείς για να βρει γαλήνη και ησυχία. Οποιαδήποτε μέρα της εβδομάδας, κυρίως κατά τη διάρκεια της υψηλής τουριστικής περιόδου, αυτή η δημοφιλής παραλιακή πόλη της Ταϊλάνδης θα ήταν γεμάτη από τουρίστες από όλο τον κόσμο. Τζετ σκι, μπικίνι και ταχύπλοα σκάφη μέσα στα καταγάλανα νερά της. Επιπλέον, τεράστια κρουαζιερόπλοια ήταν κάθε ημέρα αγκυροβολημένα στην ανοικτή θάλασσα.
Τα βράδια, οι δρόμοι που γειτνιάζουν με την παραλία του Patong ήταν γεμάτοι τουρίστες, ακόμα και πολλές ώρες μετά το γλίστρημα του ήλιου στον ορίζοντα της Θάλασσας Ανταμάν. Τότε, ο αέρας γέμιζε με τις κραυγές των οδηγών ταξί, του προσωπικού των καταστημάτων μασάζ και των εργαζομένων σε εστιατόρια, όλοι στην αναζήτηση του επόμενου πελάτη.
Αυτές τις μέρες, η Patong είναι αγνώριστη. Η παραλία της -μια μακριά, καθαρή λωρίδα μπεζ άμμου- είναι έρημη. Σε κοντινή απόσταση, η πλειονότητα των επιχειρήσεων είναι κλειστές και αρκετές με πινακίδες «Προς ενοικίαση». Οι χειρολαβές των θυρών είναι τυλιγμένες σε αλυσίδες και λουκέτα, ενώ κλειστά ξενοδοχεία έχουν τοποθετήσει φράκτες σχοινιού που εμποδίζουν το πέρασμα από τις άλλοτε λαμπερές εισόδους τους.
Ακόμα και αμερικανικά καταστήματα αλυσίδων ταχυφαγείων, όπως τα McDonald’s, Burger King και Starbucks είναι κλειστά.
Πιο νότια, παρόμοιες σκηνές περιμένουν τους επισκέπτες στις κάποτε δημοφιλείς παραλίες Kata και Karon.
«Οι περιοχές του Phuket που έχουν πληγεί περισσότερο είναι σίγουρα οι παραλίες Patong, Karon και Kata», λέει στον ρεπόρτερ του CNN ο Anthony Lark, πρόεδρος της ένωσης ξενοδοχείων του Phuket. «Αυτές οι τρεις περιοχές εξαρτώνται κατά 95% από τον διεθνή τουρισμό. Και αυτός εξαφανίστηκε».
Για τους λίγους μόνιμους κατοίκους η ζωή πλέον είναι απίστευτα δύσκολη. «Είναι πολύ κακό για εμάς όλο αυτό», λέει ο Su Sutam, διευθυντής του Lobster & Prawn Restaurant στην Kata Beach.
«Δεν έρχονται πολλοί άνθρωποι. Έχουμε μόνο Ταϊλανδέζους αλλά όχι τόσο πολλούς. Σε μία κανονική ημέρα, υπάρχουν μόνο ένα ή δύο τραπέζια με επισκέπτες. Κανονικά είμαστε γεμάτοι και στους δύο ορόφους μας» συμπληρώνει. Ο ίδιος λέει ότι το προσωπικό πληρώνεται μόνο το μισό από τον κανονικό μισθό έως ότου επιστρέψουν οι τουρίστες.
Για το Phuket Elephant Sanctuary, που ιδρύθηκε το 2016 και στην ουσία είναι ένα ιερό πάρκο ελεφάντων, το κλείσιμο της επιχείρησης έως ότου επιστρέψουν οι τουρίστες ήταν η μόνη επιλογή. Ανεξάρτητα από το αν οι επισκέπτες έρχονται ή όχι, οι 12 ελέφαντες που διαθέτει πρέπει να τρέφονται καθημερινά και αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο τους τελευταίους μήνες.
«Κοστίζει περίπου 20.000 έως 30.000 baht Ταϊλάνδης το μήνα η σίτιση ενός και μόνο ελέφαντα», λέει ο γενικός διευθυντής Vincent Gerards. Με δώδεκα ζώα, αυτό είναι περίπου 7.500-8.000$ κάθε μήνα. Πριν από την πανδημία, τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα προέρχονταν από τους επισκέπτες που θα πλήρωναν για να δουν το ιερό και να παρακολουθήσουν τους ελέφαντες για μια ολόκληρη μέρα.
«Περίπου το 85% του πληθυσμού του νησιού βασίζεται στον τουρισμό, ανεξάρτητα από το εάν εργάζονται σε ξενοδοχεία ή οδηγούν ταξί, ή είναι ψαράδες. Είναι όλοι συνδεδεμένοι με τον τουρισμό και είμαστε πολύ εξαρτημένοι από τους ξένους τουρίστες», λέει ο Gerards.
«Η Covid έχει τεράστιο αντίκτυπο όταν μιλάμε για τον τουρισμό που έχει να κάνει με τους ελέφαντες. Περισσότεροι από 150 που ζούσαν στο Phuket έχουν εγκαταλείψει το νησί από την αρχή της πανδημίας επειδή οι στάβλοι έπρεπε να κλείσουν προσωρινά ή μόνιμα. Αυτοί οι ελέφαντες επέστρεψαν στους ιδιοκτήτες τους που ζουν συχνά σε άλλες επαρχίες», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Η Ταϊλάνδη έχει πάει πολύ καλά σε σχέση με την πανδημία, σε σύγκριση με άλλες γειτονικές χώρες, αναφέροντας πάνω από 30.000 περιπτώσεις και 95 θανάτους από την έναρξη της covid. Η χώρα έκλεισε τα σύνορά της σε διεθνείς ταξιδιώτες στα τέλη Μαρτίου του 2020 καθώς ο κορωνοϊός άρχισε να εξαπλώνεται, επιβάλλοντας αυστηρά μέτρα καραντίνας σε όσους έφταναν.
Οι περισσότεροι κάτοικοι που επλήγησαν από την απουσία τουριστών και μίλησαν με το CNN, λένε ότι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους σε ένα νέο σχέδιο που θα επιτρέπει στους εμβολιασμένους διεθνείς ταξιδιώτες που επισκέπτονται το Phuket να παρακάμψουν τα μέτρα καραντίνας των 7 έως 14 ημερών. «Ελπίζουμε στα εμβόλια», λέει ο διευθυντής εστιατορίου Sutam. «Εάν τα εμβόλια είναι εντάξει, ελπίζουμε να επιστρέψουν οι πελάτες».
Σύμφωνα με την Τουριστική Αρχή της Ταϊλάνδης (TAT), το εγκεκριμένο σχέδιο θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιουλίου. «Το Phuket θα είναι ο πρώτος προορισμός της Ταϊλάνδης που θα άρει τις απαιτήσεις καραντίνας για εμβολιασμένους ξένους τουρίστες στο πλαίσιο του προγράμματος “Phuket Sandbox”», αναφέρει σε ανακοίνωση της η TAT. «Ωστόσο, οι τουρίστες θα περιορίζονται σε ταξιδιωτικές δραστηριότητες εντός καθορισμένων περιοχών του νησιού για επτά ημέρες και στη συνέχεια θα επιτρέπεται να επισκέπτονται άλλους προορισμούς της Ταϊλάνδης».
Το σχέδιο βασίζεται στην προσπάθεια εμβολιασμού του 70% των κατοίκων του νησιού, με αξιωματούχους να ζητούν περισσότερες από 930.000 δόσεις. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Phuket News, περισσότεροι από 70.000 κάτοικοι του Phuket έλαβαν ήδη την πρώτη δόση του εμβολίου.
Ωστόσο, δεδομένου ότι μόνο ένας μικρός πληθυσμός της Ταϊλάνδης έχει εμβολιαστεί σε ολόκληρη τη χώρα, υπήρξαν επικρίσεις στον Τύπο και στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με τις κινήσεις προτεραιότητας του Phuket, όταν πολλοί πολίτες που βρίσκονται σε κίνδυνο αλλού δεν έχουν λάβει ακόμη δόσεις. Επιπλέον, ένα νέο ξέσπασμα μολύνσεων Covid-19 έχει εμφανιστεί τις τελευταίες ημέρες, αναγκάζοντας πολλούς στη χώρα να ακυρώσουν τα ταξιδιωτικά τους σχέδια για τη Songkran (η Πρωτοχρονιά της Ταϊλάνδης).
Ωστόσο, για τον τουρισμό του νησιού, η πιθανότητα επιστροφής διεθνών τουριστών μέσα σε λίγους μήνες προκαλεί μία ελαφρά αισιοδοξία.
«Υπάρχει ένα λαμπερό φως στο τέλος της πολύ σκοτεινής, μακράς σήραγγας μας», λέει ο Anthony Lark, πρόεδρος της ένωσης ξενοδοχείων του Phuket, σημειώνοντας ότι οι περιορισμοί της καραντίνας είναι αυτό που εμποδίζει την ανάκαμψη του νησιού».
«Ο φόβος εδώ είναι αρκετά υψηλός. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στην Ταϊλάνδη που δεν θέλουν ξένους να έρχονται και να μεταφέρουν τον ιό. Έτσι, η λύση είναι να εμβολιαστεί η τοπική κοινότητα σε ένα επίπεδο όπου να αισθανόμαστε αρκετά ασφαλείς με την παρουσία των αντισωμάτων στους ανθρώπους που θα καλωσορίζουν τους τουρίστες χωρίς αυτόν τον φόβο».
Ο Lark, ο οποίος ζει στο Phuket για περισσότερα από 30 χρόνια, σημειώνει ότι θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να επιστρέψει ο τουρισμός σε προ-πανδημικά επίπεδα, αλλά τουλάχιστον πρέπει μέχρι τότε να υπάρχει αρκετή κίνηση ώστε να διατηρηθεί η απασχόληση όσων το χρειάζονται περισσότερο.
«Το 50% του προσωπικού που εργάζεται στα ξενοδοχεία δεν προέρχεται από το νησί», λέει. «Είναι από την Krabi η την Trang, ή άλλες επαρχίες γύρω από την Ταϊλάνδη, στα βόρεια/βορειοανατολικά. Στηρίζονται στους μισθούς και τις χρεώσεις των υπηρεσιών που παρέχουν για να στηρίξουν τις μαμάδες και τους μπαμπάδες τους στο σπίτι», συμπληρώνει.
Την ίδια στιγμή, ο εγχώριος τουρισμός κρατά κάποιες επιχειρήσεις σε λειτουργία αλλά δεν φτάνει. «Ήταν κυριολεκτικά το οξυγόνο που επέτρεψε σε όλες σχεδόν τις τουριστικές επιχειρήσεις στο Phuket να συνεχίσουν να αναπνέουν και να επιβιώσουν. Αλλά είναι μη βιώσιμος. Ο τουρισμός του νησιού Πουκέτ δεν μπορεί να επιβιώσει με πληρότητα 6% έως 8%. Αυτά τα ξενοδοχεία σχεδιάστηκαν για να λειτουργούν με 30% έως 40% πληρότητα για να αντέχουν τα έξοδα λειτουργίας. Έτσι, οι εσωτερικές μετακινήσεις βοήθησαν να σταματήσει η παλίρροια της θλίψης, αλλά δεν είναι βιώσιμο όλο αυτό, δυστυχώς».