Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 14ης Απριλίου του 1912 όταν το RMS Titanic χτυπούσε σε παγόβουνο ενώ πραγματοποιούσε το παρθενικό του ταξίδι από το Σαουθάμπτον της Βρετανίας στη Νέα Υόρκη.
Μέσα σε τρεις ώρες, το «αβύθιστο» πλοίο είχε γλιστρήσει κάτω από τα κύματα του παγωμένου Ατλαντικού Ωκεανού, παίρνοντας μαζί του περισσότερα από 1.500 άτομα, ένας αριθμός που δεν έγινε ποτέ συγκεκριμένος καθώς πολλοί ήταν εκείνοι που ταξίδευαν χωρίς χαρτιά για την Αμερική.
Κατά την καθέλκυση του, ο πολυτελέστατος Τιτανικός γίνονταν το μεγαλύτερο πλοίο στον κόσμο και στο πρώτο του ταξίδι μετέφερε μερικούς από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, καθώς και εκατοντάδες άτομα από τη Βρετανία, την Ιρλανδία αλλά και από άλλα μέρη του πλανήτη που αναζητούσαν μια νέα ζωή στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ενώ η ιστορία της καταστροφής του έχει ειπωθεί πολλές φορές, ένα νέο βιβλίο καταγράφει μαρτυρίες 50 εκ των 705 που επέζησαν του ναυαγίου και οι οποίοι μετέφεραν με γλαφυρό τρόπο τη φρίκη που βίωσαν εκείνη την παγωμένη νύχτα του Απρίλη.
Ο συγγραφέας James W. Bancroft στο «Titanic: Iceberg Ahead», περιλαμβάνει μαρτυρίες από ανθρώπους όπως ο πωλητής αρωμάτων Adolph Saalfeld, ο οποίος άκουσε τις «τραγικές κραυγές» των θυμάτων που πνίγονταν καθώς η βάρκα του απομακρύνονταν από το ναυάγιο.
Η βοηθός Violet Jessop, η οποία κατάφερε να επιβιώσει ακόμα δύο ναυτικών δυστυχημάτων, θυμήθηκε ότι ένα μωρό «έπεσε στην αγκαλιά της» καθώς η σωσίβια λέμβος έπεφτε με δύναμη στην παγωμένη θάλασσα.
Και ο φωτογράφος Joseph Hyman περιέγραψε πώς «δεν πίστευε» ότι ο υπόκωφος θόρυβος που άκουσε και που τον ξύπνησε θα μπορούσε να είναι «κάτι τόσο σοβαρό».
Joseph Hyman, φωτογράφος
Το παγόβουνο που βύθισε τον Τιτανικό εντοπίστηκε για πρώτη φορά στις 11.40 μ.μ. από τον υπαξιωματικό επιφυλακής, Frederick Fleet. Εκείνος ήταν ο άνθρωπος που χτύπησε πρώτος την καμπάνα συναγερμού του πλοίου φωνάζοντας στη γέφυρα: «Παγόβουνο! Ευθεία μπροστά!».
Ενώ το τεράστιο πλοίο άλλαξε αμέσως πορεία, εγκαίρως, για να αποφευχθεί η σύγκρουση, η αλλαγή κατεύθυνσης το βρήκε να συγκρούεται με το παγόβουνο υπό γωνία, κάτι που απ’ ότι φάνηκε ήταν λάθος.
Ένα σκληρό στρώμα πάγου κάτω από το νερό δημιούργησε ένα τεράστιο άνοιγμα στη γάστρα του Τιτανικού, δίνοντας τη δυνατότητα σε τόνους νερού να διεισδύσουν.
Μέσα σε δυόμισι ώρες, το πλοίο είχε χωρίσει στα δύο και βυθίστηκε κάτω από τα κύματα.
Ο φωτογράφος Hyman ήταν επιβάτης τρίτης κατηγορίας του Τιτανικού και πήγαινε στην Αμερική για να βρει τον αδερφό του Harry.
Ήλπιζε να δημιουργήσει μια νέα ζωή έτσι ώστε να προσκαλέσει κατόπιν τη σύζυγό και την οικογένειά του, να ζήσουν στην Αμερική.
Ο φωτογράφος ήταν στο κρεβάτι ήδη δύο ώρες όταν ένιωσε το τράνταγμα του πλοίου να χτυπά στο παγόβουνο.
Η καμπίνα του ήταν δύο καταστρώματα κάτω από το κύριο κατάστρωμα και κοντά στο μπροστινό μέρος του πλοίου, την πλώρη.
Στην κατάθεση του αργότερα είπε ότι «Πρέπει να ήταν περίπου 12 παρά τέταρτο όταν ξύπνησα. Υπήρξε μόνο ένα τράνταγμα, που έμοιαζε σαν σκίσιμο, διάρκειας μερικών δευτερολέπτων. Έπειτα ήταν όλα ήσυχα.
Δεν ήξερα τι είχε συμβεί, αλλά ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα μπορούσε να είναι κάτι σοβαρό. Οπότε, ξάπλωσα στην κουκέτα μου για είκοσι λεπτά».
Ο Hyman σηκώθηκε από το κρεβάτι του, ντύθηκε, βγήκε στο διάδρομο έξω από την καμπίνα του και στη συνέχεια ανέβηκε στο πάνω κατάστρωμα, όπου έμεινε για είκοσι λεπτά.
«Ήξερα ότι το πλοίο είχε χτυπήσει κάτι, αλλά δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να είναι κάτι σοβαρό. Πιστεύω ότι κανένας στο πλοίο δεν υποπτεύθηκε ότι συνέβη κάτι», πρόσθεσε.
Αφού ανάρρωσε στη Νέα Υόρκη μετά την καταστροφή, ο Hyman επέστρεψε τελικά στο Manchester της Αγγλίας δημιουργώντας ένα κατάστημα delicatessen. Πέθανε σε ηλικία 75 ετών, τον Μάρτιο του 1956.
Adolf Saalfeld, αρωματοποιός
Γεννημένος το 1865 στη Γερμανία, ο Adolf Saalfeld μετακόμισε στην Αγγλία όταν ήταν 20 ετών και έγινε πρόεδρος των χημικών μηχανικών του Manchester. Επιβιβάστηκε στον Τιτανικό ως επιβάτης πρώτης κατηγορίας. Η καμπίνα του ήταν απέναντι από εκείνη του John Jacob Astor VI, του πλουσιότερου ανθρώπου στο πλοίο.
Ο Saalfeld ταξίδευε στην Αμερική για να παρουσιάσει μια συλλογή αρωμάτων, έχοντας μαζί του 65 γυάλινες φιάλες. Το απίστευτο είναι πως 88 χρόνια μετά, τρία από αυτά τα μπουκάλια βρέθηκαν άθικτα στον πυθμένα του Ατλαντικού, το 2000.
Ο Saalfeld στη μαρτυρία του περιέγραψε με λεπτομέρειες την πολυτέλεια και τις απίθανες ανέσεις που προσέφερε στους ταξιδιώτης Α’ θέσης ο Τιτανικός, σημειώνοντας ότι ένα από τα μεσημεριανά γεύματα περιελάμβανε «σούπα, φιλέτο γλώσσας, ψαρονέφρι με κουνουπίδι και γαλλικές τηγανητές πατάτες».
Ωστόσο, περιέγραψε με τρόμο, στα μετέπειτα λόγια του, το τι ακολούθησε αργότερα όταν βρισκόταν σε μια από τις σωσίβιες λέμβους του πλοίου καθώς απομακρύνονταν από τον βυθισμένο Τιτανικό. «Καθώς απομακρυνθήκαμε, σταδιακά είδαμε τον Τιτανικό να βυθίζεται αργά, τα φώτα του να σβήνουν απότομα και τελικά να εξαφανίζεται.
Το σκάφος μας ήταν σχεδόν δύο μίλια μακριά, αλλά μπορούσαμε να ακούμε τις κραυγές αγωνίας».
Αργότερα, πρόσθεσε ότι όλοι θα μπορούσαν να είχαν επιβιώσει εάν υπήρχαν αρκετές σωσίβιες λέμβοι. «Κανείς στον Τιτανικό δεν γνώριζε πόσες σωσίβιες λέμβους είχε. Υπήρχε ωστόσο άφθονος χρόνος για να σωθεί κάθε ψυχή αν υπήρχαν οι αναγκαίες βάρκες», είπε.
Ο Saalfeld ανέφερε ότι το πλήρωμα του RMS Carpathia, του πρώτου πλοίου που έφτασε στο ναυάγιο, «έκανε ό, τι ήταν δυνατό» για να κάνει τον ίδιο και τους συντρόφους του «να νιώσουν άνετα» και να φροντίσουν τους αρρώστους και τους τραυματίες.
«Τα παγόβουνα ήταν τεράστια και ο καιρός εξαιρετικά σκληρός στο ταξίδι προς τη Νέα Υόρκη», ανέφερε.
Ο συγγραφέας Bancroft δηλώνει ότι ο Saalfeld απέκτησε ψυχολογικά τραύματα από την τραγική εμπειρία του και ότι επέστρεψε στην Αγγλία «με τα όνειρά του γκρεμισμένα».
Ήταν «στοιχειωμένος» από τη φρίκη για το υπόλοιπο της ζωής του και δυσκολεύονταν να κοιμηθεί. Πέθανε στις 5 Ιουνίου 1926, στο Kew, στο Surrey.
Harold Bride, κατώτερος αξιωματικός
Ο Harold Bride, γεννημένος το 1890 στο Nunhead, Νοτιοανατολικό Λονδίνο, είχε υπηρετήσει ως τηλεγραφητής πριν διοριστεί ως κατώτερος αξιωματικός του Τιτανικού.
Στη μαρτυρία του ανέφερε πως «δεν ένιωσε το τράνταγμα» του παγόβουνου που χτύπησε το κρουαζιερόπλοιο.
Ο καπετάνιος, Edward Smith, 62 ετών, ήρθε στην καμπίνα του για να του αναφέρει «χτυπήσαμε παγόβουνο» προτού προσθέσει: «Καλύτερα να ετοιμαστείτε να στείλετε μια κλήση για βοήθεια. Αλλά μην το στείλετε μέχρι να σας πω» συμπλήρωσε με ψυχραιμία.
Ο Bride πρόσθεσε ότι αυτός και ο συνεργάτης του στον τηλέγραφο άκουγαν ένα περίεργο βουητό από δυνατές ομιλίες ανθρώπων σε «φοβερή σύγχυση», αλλά δεν κατάλαβαν ότι θα μπορούσε «να δημιουργηθεί ένα τόσο τεράστιο πρόβλημα».
Αργότερα, ο καπετάνιος εμφανίστηκε ξανά και τον διέταξε να στείλει κλήση για βοήθεια. Αρκετά πλοία απάντησαν, αλλά το πλησιέστερο, το επιβατικό RMS Carpathia, ήταν 58 μίλια μακριά.
O Bride θυμήθηκε πώς τα καταστρώματα ήταν πλέον γεμάτα από «άνδρες και γυναίκες γεμάτους αγωνία».
Οι σωσίβιες λέμβοι του Τιτανικού μπορούσαν να μεταφέρουν μόνο 1.178 άτομα, πολύ μικρότερο από τον συνολικό αριθμό επιβατών, ο οποίος παρέμεινε για πάντα άγνωστος.
Καθώς το νερό συνέχιζε πλημμυρίζει το πλοίο, ο Bride σημείωσε πώς είχαν ήδη ξεκινήσει οι σωσίβιες λέμβοι με γυναίκες και παιδιά να επιβιβάζονται.
«Ο καπετάνιος ήρθε και μας είπε ότι τα μηχανοστάσια μας είχαν πάρει νερό και ότι πλέον είχαν λίγες δυνατότητες να συνεχίσουν να λειτουργούν. Στείλαμε αμέσως αυτό το μήνυμα στο Carpathia. Πήγα στο κατάστρωμα και κοίταξα γύρω. Το νερό ήταν πλέον πολύ κοντά στο κατάστρωμα του σκάφους», θυμάται.
Μέσα στην προσπάθεια να φύγουν από το πλοίο, καθώς οι επιβάτες προσπαθούσαν να βρουν χώρο σε σωσίβιες λέμβους, ο Bride σημείωσε πώς άκουγε την ορχήστρα να παίζει μουσική.
Η σκηνή απεικονίστηκε στην ταινία του James Cameron του 1997, με πρωταγωνιστές τον Leonardo Di Caprio και την Kate Winslet.
«Υποθέτω ότι όλα τα μέλη της ορχήστρας πνίγηκαν», ανέφερε ο Bride. «Ήταν ήρωες. Έπαιζαν το υπέροχο Autumn» συμπλήρωσε.
Αργότερα, ο νεαρός αξιωματικός ανέφερε ότι η εντολή του καπετάνιου ήταν η εγκατάλειψη του πλοίου. «Εγκαταλείψτε την καμπίνα σας τώρα. Κάθε άνθρωπος να κοιτάξει τον εαυτό του. Φροντίστε τον εαυτό σας. Σας απελευθερώνω από την υπηρεσία», φώναξε.
Στη συνέχεια, ο Bride έπεσε στη θάλασσα καθώς προσπαθούσε να λύσει μία λέμβο από τα σχοινιά του καραβιού. Τελικά, έμεινε παγιδευμένος κάτω από τη βάρκα, η οποία ήταν ανάποδα.
«Ήξερα ότι έπρεπε να αγωνιστώ για αυτό και το έκανα. Πώς βγήκα από κάτω από το σκάφος δεν ξέρω, αλλά ένιωσα επιτέλους μια ανάσα αέρα», είπε.
«Υπήρχαν άντρες γύρω μου, εκατοντάδες από αυτούς. Η θάλασσα ήταν αδίστακτη μαζί τους. Όλοι τους είχαν μόνο τα σωσίβια τους». Σημείωσε ότι το «όμορφο πλοίο ξεκίνησε σταδιακά να βυθίζεται», «όπως μια πάπια που κατεβαίνει για βουτιά».
«Τότε κολύμπησα με όλη μου τη δύναμη. Υποθέτω ότι ήμουν 50 μέτρα μακριά όταν ο Τιτανικός άρχισε να βυθίζεται αργά», είπε.
«Τελικά τα κύματα ηρέμησαν όταν το πλοίο είχε πλέον εξαφανιστεί στο βυθό. Αυτό ήταν το τέλος του».
Ο Bride επέζησε αφού μεταφέρθηκε σε σωσίβια λέμβο. Θυμήθηκε ότι έκανε «πολύ κρύο» πριν φτάσει τελικά το Carpathia και οι άνθρωποι επιβιβαστούν στο πλοίο με μια σκάλα από σχοινί.
Ο κατώτερος αξιωματικός πέρασε αρκετό χρόνο στο νοσοκομείο υποφέροντας από παγωμένα και σπασμένα πόδια. Μετά το εξιτήριο του χάθηκαν τα ίχνη του.
Tom Whiteley, υπεύθυνος καταστρώματος
Ο Tom Whiteley, ο οποίος γεννήθηκε το 1894, στο Highgate του Λονδίνου, εργαζόταν στον Τιτανικό ως επιμελητής στην τραπεζαρία Α’ κατηγορίας.
Θυμήθηκε ότι ξύπνησε στις 11.30μμ για να του πει ένας συνάδελφος ότι το πλοίο είχε χτυπήσει παγόβουνο. «Κοίταξα έξω από το φινιστρίνι, η θάλασσα ήταν σαν γυαλί και δεν τον πίστεψα», είπε.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια των λεπτών γεμάτων πανικού που ακολούθησαν, όταν οι σωσίβιες λέμβοι ρίχνονταν στο νερό, θυμήθηκε πώς οι αξιωματικοί του πλοίου είχαν βγάλει τα περίστροφα τους.
«Ο επικεφαλής αξιωματικός πυροβόλησε έναν άνδρα, δεν το είδα προσωπικά αλλά τρεις άνθρωποι μού είπαν ότι το κάνε και στη συνέχεια αυτοπυροβολήθηκε», είπε.
Ο Whiteley κατέληξε στο νερό και βρέθηκε προσκολλημένος σε ένα «ξύλο βελανιδιάς» που είπε ότι είχε το ίδιο μέγεθος με το νοσοκομειακό κρεβάτι στο οποίο αργότερα υποβλήθηκε σε θεραπεία.
«Δεν ήμουν περισσότερο από 20 μέτρα από τον Τιτανικό όταν βούλιαξε. Ήμουν στο πίσω μέρος και μπορούσα να δω ξεκάθαρα τη μεγάλη πρύμνη να ανεβαίνει στον αέρα και μετά να κατακρημνίζεται», είπε.
«Έβλεπα μηχανήματα να πέφτουν από αυτήν. Ήμουν στο νερό περίπου μισή ώρα και μπορούσα να ακούω τις κραυγές χιλιάδων ανθρώπων», συμπλήρωσε.
Ο Whiteley βρέθηκε στη συνέχεια σε ένα αναποδογυρισμένο σωσίβιο σκάφος, στο οποίο ανέφερε ότι ήταν περίπου 30 άνδρες προσκολλημένοι.
«Δεν ήθελαν να με βοηθήσουν να ανέβω. Κάποιος προσπάθησε να με χτυπήσει με κουπί, αλλά εγώ έπεσα πάνω του», είπε και πρόσθεσε, «όταν είδα τελευταία φορά τον καπετάνιο βρισκόταν στο νερό προσπαθώντας να βάλει ένα μωρό σε μια από τις σωσίβιες λέμβους γεμάτες με ανθρώπους.
Ορισμένες γυναίκες προσπάθησαν να τον τραβήξουν στη βάρκα, αλλά απομακρύνθηκε από αυτές και είπε: “Σώστε τον εαυτό σας”. Τον είδα να βουλιάζει και ποτέ να μην ξανανεβαίνει ποτέ».
Ο Whiteley διασώθηκε από το Carpathia στις 8.40 π.μ. το πρωί. Κατά την άφιξή του στη Νέα Υόρκη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και υποβλήθηκε σε θεραπεία για κάταγμα στο δεξί πόδι και για άλλες κακώσεις.
Κατέθεσε αγωγή εναντίον της White Star Line ισχυριζόμενος ότι ο Τιτανικός ήταν ακατάλληλος για πλεύση αλλά ποτέ δεν πήγε στο δικαστήριο.
Συνέχισε, υπηρετώντας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο πριν γίνει ηθοποιός πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Journey’s End».
Ο πρώην υπεύθυνος καταστρώματος υπηρέτησε επίσης στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ως αξιωματικός και ήταν παρών κατά τη διάρκεια της απόβασης στη Βόρεια Αφρική το 1942.
Ο συγγραφέας Bancroft αναφέρει ότι σε συνθήκες που «παραμένουν μυστήριο», πέθανε σε ηλικία 50 ετών ενώ πήγαινε σε νοσοκομείο στην Ιταλία το 1944, «προφανώς ως αποτέλεσμα καρδιακών προβλημάτων».
James Witter, βοηθός αίθουσας καπνιστών
Γεννημένος το 1880 κοντά στο Ormskirk, του West Lancashire της Αγγλίας, ο James Witter εργάζονταν ως βοηθός στο καπνιστήριο του Τιτανικού.
Αργότερα θυμήθηκε ότι του είπαν πως «το γ*****νο τηλεγραφείο ήταν γεμάτο νερό».
Ο Witter έπειτα φώναξε όλους στην καμπίνα του να «σηκωθούν γιατί το πλοίο βουλιάζει», αλλά εκείνοι δεν τον πίστεψαν και μάλιστα ένας από αυτούς «του έριξε μια μπότα».
Τον Ιούλιο του 1912, ο Witter υπέγραψε για να εργαστεί στο επιβατικό Oceanic και παρέμεινε στη θάλασσα για πολλά ακόμη χρόνια.
Συνέχισε να υπηρετεί στην εταιρεία White Star και στη συνέχεια στην Cunard White Star.
Εργάστηκε σε πολλά από τα μεγάλα υπερατλαντικά σκάφη, όπως τα Queen Mary και Queen Elizabeth. Ωστόσο, ο Bancroft λέει ότι ο Witter «σπάνια μιλούσε» για το ναυάγιο, καθώς λέγεται ότι «τον είχε στοιχειώσει για το υπόλοιπο της ζωής του».
Πέθανε στο Σαουθάμπτον στις 12 Σεπτεμβρίου του 1956, σε ηλικία 80 ετών.
Algie Barkworth, επιβάτης
Γεννημένος στο Hessle, τον Ιούνιο του 1864, κοντά στο Kingston upon Hull της Αγγλίας, ο Algie Barkworth ήταν σπουδαγμένος στο περίφημο Eton.
Είχε κλείσει μία θέση στον Τιτανικό για να δει πώς ήταν η ζωή στο κρουαζιερόπλοιο και είχε την πρόθεση να μείνει στο εξωτερικό για περίπου ένα μήνα.
Θυμήθηκε ότι άκουσε έναν «ήχο άλεσης» όταν καθόταν στο κατάστρωμα του Τιτανικού με τους φίλους του.
Ο Barkworth ανέφερε ότι αυτός ο ήχος προκάλεσε ένα περίεργο τρέμουλο στο πλοίο προτού οι μηχανές σταματήσουν. Τότε του είπαν ότι το πλοίο είχε χτυπήσει ένα παγόβουνο και είδε να πέφτουν κομμάτια πάγου στο κατάστρωμα.
Αργότερα, σημείωσε ότι δόθηκε η εντολή στους επιβάτες να φορέσουν σωσίβια.
Καθώς οι επιβάτες ανέβαιναν σε σωσίβιες λέμβους, ο Barkworth σημείωσε επίσης ότι η ορχήστρα του πλοίου συνέχισε να παίζει καθώς το πλοίο βυθίζονταν. Είπε ότι «έπαιζαν ένα μελωδικό βαλς».
«Λίγο αργότερα πήγαμε να δούμε τις λέμβους να κατεβαίνουν. Ο ατμός από το πλοίο έκανε έναν εκκωφαντικό ήχο, ενώ γυναίκες και παιδιά ήταν οι πρώτοι ανέβαιναν στις βάρκες», είπε.
«Όταν οι περισσότερες από τις λέμβους είχαν φύγει από το πλοίο, τότε άρχισε γέρνει προς τα εμπρός». Πρόσθεσε: «Έμαθα κολύμπι στο Eton και αποφάσισα ότι ήταν η ώρα να δοκιμάσω την τύχη μου στο νερό».Ο Barkworth έπρεπε τότε να αξιοποιήσει όλες τις δεξιότητες κολύμβησης του.
«Είχα ένα γούνινο παλτό με το σωσίβιο από πάνω… Βούτηξα και όταν ανέβηκα στην επιφάνεια έκανα συνεχώς κολύμπι ώστε να ξεφύγω από το βυθισμένο πλοίο», σημείωσε.
«Φτάνοντας σε μια πλωτή σανίδα, στηρίχτηκα πάνω της. Κοιτάζοντας πίσω μου έβλεπα τον Τιτανικό να εξαφανίζεται με έναν υπόκωφο θόρυβο. Μετά κολύμπησα αργά γύρω και στάθηκα τυχερός όταν βρέθηκα πάνω σε ένα σωσίβιο σκάφος που είχε γυρίσει ανάποδα».
Πρόσθεσε ότι, αφού ανέβηκε, οι «κραυγές πνιγμού ήταν οι πιο φρικιαστικές που είχε ακούσει στη ζωή του». «Αρκετοί περισσότεροι άνθρωποι ανέβηκαν στην πρύμνη του μικρού σκάφους, το οποίο ήταν τώρα γεμάτο. Μάλιστα, αγωνιστήκαμε για να εμποδίσουμε όλους να ανέβουν γιατί θα βουλιάζαμε όλοι μαζί».
Αργότερα, το σκάφος άρχισε να διαλύεται. Όταν αυτός και οι άλλοι επιζώντες του διασώθηκαν τελικά από το Carpathia, το νερό «έφτανε πλέον στα γόνατά μας».
Μόλις έφτασε στην Αμερική, ο Barkworth έγραψε στην οικογένειά του για να τους πει ότι ήταν ασφαλής. Μάλιστα, σε ένα μικρό μονόστηλο τοπικής εφημερίδας είχε γραφτεί: «Ο Algernon Barkworth από το Hessle έφτασε στη Νέα Υόρκη με τον Carpathia. Πήδηξε στη θάλασσα και κολύμπησε τριάντα μέτρα λίγο πριν βυθιστεί ο Τιτανικός.
Κολυμπώντας είδε τον Τιτανικό να βυθίζεται. Είχε έντονο κρύο. Σώθηκε από αναποδογυρισμένο σωσίβιο σκάφος στο οποίο έμεινε για έξι ώρες. Παραλήφθηκε τελικά από ένα από τα πλοία που έσπευσαν στην περιοχή. Υποφέρει από κρυοπαγήματα».
Ο Barkworth έζησε για το υπόλοιπο της ζωής του στο σπίτι της οικογένειάς του, το Tranby House, και παρέμεινε άγαμος. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1945 σε ηλικία 80 ετών.
Violet Jessop, βοηθός καταστρώματος
Η Violet Jessop γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1887 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής.
Εργάστηκε ως βοηθός και βρισκόταν στο κρουαζιερόπλοιο Olympic της White Star Line όταν συγκρούστηκε με το HMS Hawke στο Solent το 1911.
Στη συνέχεια μετατέθηκε στον Τιτανικό, με τη συμβουλή των φίλων της που της έλεγαν ότι θα ήταν «υπέροχο». Αφού το πλοίο έπεσε στο παγόβουνο, θυμήθηκε να τη φωνάζουν στο κατάστρωμα, όπου οι επιβάτες ακόμα περπατούσαν «ήρεμοι».
«Ήμουν στο διάδρομο, με τις άλλες βοηθούς, βλέποντας τις γυναίκες να αγκαλιάζονται με τους συζύγους τους πριν μπουν στις σωσίβιες λέμβους με τα παιδιά τους.
Κάποια στιγμή, ένας αξιωματικός του πλοίου μας διέταξε να πάμε στη λέμβο 16, για να δείξουμε σε κάποιες γυναίκες ότι θα ήταν ασφαλές να επιβιβαστούν».
Τότε, η Jessop είπε ότι ένας αξιωματικός του πλοίου της έδωσε ένα μωρό, αλλά αργότερα ήρθε μία γυναίκα και της το πήρε λέγοντας ότι ήταν δικό της.
«Είπε ότι το είχε ακουμπήσει στο κατάστρωμα του Τιτανικού ενώ εκείνη πήγε για να πάρει κάτι και πως όταν επέστρεψε το μωρό είχε εξαφανιστεί», πρόσθεσε.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου εργάστηκε ως νοσοκόμα με τον Βρετανικό Ερυθρό Σταυρό και της ανατέθηκε να εργαστεί στο HMHS Britannic, το οποίο είχε μετατραπεί σε νοσοκομειακό πλοίο.
Η Jessop συμμετείχε και σε ένα ακόμα ναυάγιο όταν το πλοίο χτυπήθηκε από νάρκη καθώς διέσχιζε το Αιγαίο Πέλαγος. Βυθίστηκε μέσα σε μια ώρα και σκότωσε 30 άτομα.
Η νοσοκόμα επέζησε αφού πήδηξε στο νερό. Ήταν πεποίθησή της, ότι τα πλούσια μαλλιά της τη γλίτωσαν από ένα μεγάλο χτύπημα στο κεφάλι, σώζοντας έτσι τη ζωή της.
Συνέχισε να εργάζεται για τη White Star Line μετά τον πόλεμο πριν απασχοληθεί στη Red Star Line και τη Royal Mail Line.
Αποσύρθηκε από τη θάλασσα το 1950 και έζησε σε ένα εξοχικό σπίτι στο Bury St Edmunds, στο Suffolk.
Πέθανε σε ηλικία 84 ετών από συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια το 1971.
Alice Phillips, επιβάτης
Η Alice Phillips γεννήθηκε στο Ντέβον της Αγγλίας τον Ιανουάριο του 1891.
Μετά το θάνατο της μητέρας της από φυματίωση, ο πατέρας της, Escott Robert Phillips, εξασφάλισε θέση ως εργοδηγός εργοστασίων στο Πίτσμπουργκ των Ηνωμένων Πολιτειών και έτσι έκανε τα απαραίτητα χαρτιά για να ταξιδέψει στην Αμερική.
Έπρεπε να επιβιβαστούν στο πλοίο Philadelphia της American Lines, αλλά μεταφέρθηκαν στον Τιτανικό επειδή μια απεργία άνθρακα ανάγκασε την ακύρωσή του ταξιδιού με το αμερικάνικο κρουαζιερόπλοιο.
Ανέφερε ότι «φοβήθηκε τρομερά» από τον βροντή του Τιτανικού όταν χτύπησε στο παγόβουνο
Είπε ότι έτρεξε έξω και της είπε ένας καμαρότος καμπίνας ότι «όλα είναι εντάξει» και ότι πρέπει να επιστρέψει στην καμπίνα της.
«Ο πατέρας ήρθε στην καμπίνα μου και ρώτησε αν θα ήθελα να πάω στο κατάστρωμα μαζί του. Έτσι έκανα. Δεν ήμασταν εκεί πολύ όταν κάποιος είπε “Όλοι στο κατάστρωμα με σωσίβια”, φώναξε».
Σε μια επιστολή προς την οικογένειά της, αναφέρει τους «ήχους χάους» στο κατάστρωμα και ότι βγήκε έξω, ανεβαίνοντας αργότερα σε μία από τις σωσίβιες λέμβους.
«Δεν μπορώ να σου πω, αγαπητέ, πώς ένιωσα εκείνη τη στιγμή. Ο μπαμπάς και εγώ πήραμε τα σωσίβια μας, και πήγαμε ξανά στο κατάστρωμα, και στη συνέχεια όλες οι γυναίκες και τα παιδιά μπήκαν σε σωσίβιες λέμβους και κατέβηκαν», έγραψε.
«Είδα τον αγαπητό μου πατέρα για τελευταία φορά και σχεδόν ένιωθα ότι θα ήθελα να πεθάνω μαζί του. Υπήρχε ήδη ένας μεγάλος αριθμός άλλων γυναικών και παιδιών στη λέμβο, στην οποία ποτέ δεν κατάλαβα ποιος με έσπρωξε για να μπω μέσα στο σκοτάδι.
Αυτή ήταν η τελευταία φορά που είδα τον Τιτανικό και δεν θα ξαναδώ ποτέ τον φτωχό πατέρα μου» σημείωνε στην επιστολή της.
Στη συνέχεια, η Phillips σημείωσε πώς το σωσίβιο σκάφος της παρασύρθηκε για εννέα ώρες στο «έντονο» κρύο πριν τους σώσει το Carpathia.
H Phillips αρρώστησε ως αποτέλεσμα του ναυαγίου αλλά ανέκαμψε και εργάστηκε ως στενογράφος. Αργότερα, επέστρεψε στην Αγγλία και μετακόμισε στο Μάντσεστερ.
Παντρεύτηκε έναν λογιστή, τον Henry Leslie Mead και απέκτησαν μία κόρη το 1921. Ωστόσο, η Phillips προσβλήθηκε από γρίπη και πέθανε το 1923 σε ηλικία μόλις 31 ετών.
Esther και Eva Hart, επιβάτες
Η νεαρή Eva Hart βρισκόταν στο Τιτανικό με τη μητέρα της Esther και τον πατέρα της Benjamin.
Ήταν γεννημένη το 1905, ενώ η μητέρα της το 1863 στο Stockwell του Surrey της Αγγλίας.
Καθώς ο Τιτανικός βυθίζονταν, μητέρα και κόρη βρέθηκαν στη σωσίβια λέμβο 14.
Η Esther ανέφερε αργότερα: «Μου έχει αποτυπωθεί μια κραυγή: “Βυθίζεται!”. Άκουγα βραχνές κραυγές “Γυναίκες και παιδιά πρώτα”, μετά πηγαίναμε από βάρκα σε βάρκα και μας έλεγαν “ήδη γεμάτοι”.
Σε τέσσερις βάρκες προσπαθήσαμε να ανέβουμε και ευτυχώς στην πέμπτη υπήρχε χώρος. Η Eva ανέβηκε πρώτη και την ακολούθησα». Στη συνέχεια θυμήθηκε πώς ένας από τους αξιωματικούς του πλοίου έριξε με το περίστροφο του στον αέρα όταν ένας άντρας προσπάθησε να αναρριχηθεί στη βάρκα μας.
Είπε ότι ο αξιωματικός προειδοποίησε: «Ο επόμενος που θα βάλει το πόδι του σε αυτό το σκάφος θα τον σκοτώσω σαν σκυλί».
Ο Benjamin Hart έδωσε στη γυναίκα του το παλτό του για να κρατήσει και την Εύα ζεστή, αλλά τους είπε ότι δεν πρόκειται να μπει στο σκάφος. Ζήτησε, «από τον Θεό να φροντίσει τη γυναίκα και το παιδί του».
Η 7χρονη Eva είπε στον αξιωματικό με το όπλο, «Μην πυροβολείτε τον μπαμπά μου! Δεν πρέπει να πυροβολήσεις τον μπαμπά μου».
Η Esther ανέφερε ότι ήταν η τελευταία φορά που είδε τον άντρα της. Σημείωσε πώς το πλοίο βυθίστηκε κάτω από τα κύματα με ένα «δυνατό και υπόκωφο θόρυβο». Tους έσωσε το Carpathia στις 8πμ το πρωί.
Μετά το ναυάγιο, η Esther και η Eva επέστρεψαν στη Βρετανία για να ζήσουν με τους γονείς της. Η Esther πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1928, σε ηλικία 65 ετών.
Η Eva έγινε επαγγελματίας τραγουδίστρια και η ύψιστη τιμή από το Παλάτι το 1974. Πέθανε τον Φεβρουάριο του 1996 σε ηλικία 91 ετών.
Charles Lightoller, δεύτερος αξιωματικός
Ο Charles Lightoller ήταν ο δεύτερος αξιωματικός του Τιτανικού. Ο συγγραφέας Βancroft περιγράφει πως ο ναυτικός είχε μια «πολύ γεμάτη και περιπετειώδη ζωή». Γεννήθηκε το 1874 και προσελήφθη ως μαθητευόμενος στη ναυτιλιακή William Price Line του Λίβερπουλ το Φεβρουάριο του 1888.
Μετά από μια σειρά προαγωγών, διορίστηκε δεύτερος αξιωματικός του Τιτανικού. Τη νύχτα του ναυαγίου, κοιμόταν όταν το πλοίο συγκρούστηκε με το παγόβουνο.
Αργότερα, τον ξύπνησαν και τον ενημέρωσαν ότι το νερό είχε φτάσει ήδη στο τηλεγραφείο. Αφού η κατάσταση έγινε επικίνδυνη, ο Lightoller άρχισε να επιβιβάζει γυναίκες και παιδιά σε σωσίβιες λέμβους.
Όταν πλέον ο Τιτανικός είχε πλημμυρίσει αναγκάστηκε να βουτήξει στη θάλασσα. Η μπροστινή χοάνη του πλοίου, η οποία έσπασε και έπεσε, τον πήρε για λίγο μαζί της στο βυθό.
Στη συνέχεια, ο Lightoller βρέθηκε δίπλα στο πτυσσόμενο σωσίβιο σκάφος Β’, στο οποίο είχαν ανέβει 25 άντρες, συμπεριλαμβανομένων των Barkworth και Bride.
Ως ο ανώτερος επιζών αξιωματικός, κλήθηκε να καταθέσει στις αμερικανικές και βρετανικές έρευνες για την καταστροφή.
Τον είδαν να υπερασπίζεται τον καπετάνιο και άλλα μέλη του πληρώματος ενάντια στις κατηγορίες που τους απαγγέλθηκαν.
Επέστρεψε στη θάλασσα το 1913, όπου έγινε ο πρώτος αξιωματικός της γραμμής του Oceanic.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το Oceanic μετατράπηκε σε πολεμικό πλοίο και ο Lightoller έγινε υπολοχαγός στο Βασιλικό Ναυτικό.
Για τις ενέργειές του στον πόλεμο, του απονεμήθηκε διακεκριμένος σταυρός υπηρεσίας.
Αργότερα του δόθηκε ηγεσία ενός αντιτορπιλικού, του HMS Garry.
Μετά τον πόλεμο, ο Lightoller επέστρεψε στην White Star Line και διορίστηκε επικεφαλής της γραμμής.
Αργότερα άνοιξε έναν ξενώνα και ο νεότερος γιος του, ο Brian, πιλότος της RAF, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια επιδρομής του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, τον Μάιο του 1940.
Το συγκλονιστικό είναι ότι όταν ήταν 66 ετών, ο Lightoller συνόδευσε τον μεγαλύτερο γιο του, Roger, με το ιστιοπλοϊκό του, το Sundowner, στη Δουνκέρκη της Βόρειας Γαλλίας, για να βοηθήσει στη διάσωση βρετανικών και γαλλικών στρατευμάτων στις μάχες τους με τους Γερμανούς.
Συνολικά, μετέφεραν ασφαλείς 130 άντρες. Μετά τον πόλεμο, ο Lightoller ασχολήθηκε με τη ναυπήγηση σκαφών πριν πεθάνει από καρδιακή ανεπάρκεια το 1952, σε ηλικία 78 ετών.
*Το βιβλίο «Titanic: Iceberg Ahead» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Pen & Sword