Σε μία από τις πλέον απομονωμένες περιοχές της Γης, στο Νότιο Ειρηνικό, βρίσκονται τα νησιά Tuamotu (Τουαμότου) και Gambler, μία γαλλική πολυνησιακή συστάδα περισσότερων από 80 νησιών και κοραλλιογενών υφάλων, με τους τελευταίους να είναι οι μεγαλύτεροι και πιο εντυπωσιακοί στον πλανήτη. Τα Tuamotu, που καταλαμβάνουν συνολικά 850 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι ενταγμένα σε ένα μεγάλο Αρχιπέλαγος, ίσο σε μέγεθος με τη Δυτική Ευρώπη, στο οποίο υπολογίζεται πως κατοικούν 20.000 άνθρωποι, ιθαγενείς στην συντριπτική τους πλειοψηφία. Τα Τουαμότου, που διοικητικά αποτελούν τμήμα της Γαλλικής Πολυνησίας, εξαιτίας και της μεγάλης τους απόστασης κυρίως από την Ταϊτή ή τα άλλα γνωστότερα και πολυδιαφημισμένα πολυνησιακά συμπλέγματα, όπως τα Bora Bora, στηρίζουν την φτωχή -στη βάση- οικονομία τους στον αγροτικό τομέα αλλά και στα περίφημα μαύρα μαργαριτάρια των οστράκων, στις καλλιέργειες των οποίων εργάζονται κυρίως ντόπιοι.
Πρόσφατα, ένας από αυτούς τους περίφημους κοραλλιογενείς υφάλους και μάλλον από τους πιο απομονωμένους, καθώς βρίσκεται σε απόσταση δύο ωρών πτήσης με ιδιωτικό αεροπλάνο από την Ταϊτή, διατίθεται από τις τοπικές αρχές προς τουριστική εκμετάλλευση για τη δημιουργία πολυτελούς resort, σε ένα τοπίο που η ομορφιά του κόβει τις ανάσες και μόνο από τις εικόνες.
Πρόκειται για τον ύφαλο Nengo Nengo, τον οποίο εκμεταλλεύεται εμπορικά ο διάσημος γητευτής των μαύρων μαργαριταριών, Robert WAN, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ο WAN, Κινέζος στην καταγωγή αλλά με γαλλικό διαβατήριο, ξεκίνησε από τη δεκαετία του ’70, σε συνεργασία με Γιαπωνέζους που θεωρούνται αυθεντία στο είδος, να εφαρμόζει πρωτοποριακές τεχνικές στην καλλιέργεια των μαύρων μαργαριταριών, δημιουργώντας σε ολόκληρη την Πολυνησία μία παράδοση και κουλτούρα που συνεχίζει μέχρι και σήμερα.
Ο Robert WAN, χωρίς να επέμβει στο απίστευτης ομορφιάς φυσικό τοπίο του υφάλου, κατάφερε το 1993 να δημιουργήσει έναν αεροδιάδρομο για μεσαία και μικρά αεροσκάφη, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα εύκολης πρόσβασης από αέρα στους επισκέπτες, ενώ κάθε μήνα φορτηγό πλοίο προσεγγίζει το νησί παρέχοντας στους λίγους ντόπιους όλα τα απαραίτητα για τη διαβίωση τους. Το Nengo Nengo έχει έκταση 13 χιλιομέτρων και πλάτος σε κάποια σημεία που φτάνει ακόμα και τα 8 χιλιόμετρα, ενώ η συνολική κατοικήσιμη του έκταση είναι 9 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Πρόκειται ουσιαστικά για μια στενή, στρογγυλή λωρίδα γης που περικλείει μία μαγική γαλάζια λίμνη, έκτασης 67 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στην οποία αναπαράγεται το περίφημο μαύρο μαργαριτάρι της Ταϊτής, ένα πραγματικό θαύμα της φύσης, το οποίο δημιουργείται μέσα σε μαργαριτοφόρα όστρακα (Pinctada margaritifera), τα οποία βέβαια καλλιεργούνται με διάφορες φυσικές μεθόδους.
Το Nengo Nengo είναι στην πραγματικότητα ένας -ανέγγιχτος από το ανθρώπινο χέρι- παράδεισος επί της γης, με μεγάλες αμμώδεις παραλίες, τροπικό κλίμα, γαλαζοπράσινα νερά και εκτός των άλλων αποτελεί τον απόλυτο παράδεισο για καταδύσεις και εξερεύνηση των βυθών σε μία περιοχή που βρίθει από βραχονησίδες, κοράλλια και υποθαλάσσια ζωή. Βέβαια, όλα αυτά μπορούν να συμβούν μόνο οργανωμένα καθώς απαιτούνται ειδικές άδειες, ενώ και η απόκτηση άδειας εξ μετάλλευσης τουριστικά του υφάλου ασφαλώς και θα διέπονται από αυστηρούς κανόνες.
Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι η πώληση του Nengo Nengo γίνεται και με τη μεσολάβηση του διεθνούς μεσιτικού γραφείου της Sotheby’s International Realty, η οποία δεν δίνει καμία πληροφορία ως προς την τιμή, ενώ σημειώνεται πως στον ύφαλο υπάρχουν υποδομές για τη διαβίωση των 80 περίπου εργατών του Robert WAN και κάποιων μονίμων κατοίκων του νησιού.
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΥΣ ΜΕΓΕΘΟΣ