Σε πλειστηριασμό βγήκε το περασμένο Σάββατο ένα μπουκάλι κρασί που χρονολογείται από το 1774, πιάνοντας την εξωφρενική τιμή των 103.700 ευρώ, ενώ στην ίδια δημοπρασία ένα άλλο μπουκάλι του ίδιου vintage κρασιού πουλήθηκε για 76.250 ευρώ και ένα τρίτο για 73.200 ευρώ. Πρόκειται για μπουκάλια του vin Jaune, του λεγόμενου κίτρινου κρασιού, το οποίο προέρχεται από την ανατολική περιοχή του Ζουρά, ενώ το συγκεκριμένο παρασκευάστηκε από σταφύλια που τρυγήθηκαν κατά τη βασιλεία του βασιλιά Λουδοβίκου XVI.
Οι αγοραστές ήταν Καναδοί αλλά και ένας μεμονωμένος που συνηθίζει να αγοράζει κρασί για Αμερικανούς με συνδέσμους στη Γαλλία, ανέφερε η Μπριζίτ Φενό, της δημοπρασίας Jura Encheres. «Δεν πίστευα ότι τα μπουκάλια αυτά θα πωλούνταν για τόσα πολλά. Το τελευταίο ρεκόρ που είχε τεθεί το 2011, ήταν τα 57.000 ευρώ» δήλωσε.
Οι φιάλες, τύπου Βουργουνδίας, δηλαδή με πλατιά βάση και λεπτό λαιμό, χωρητικότητας 87 cl (εκατοστόλιτρων/870 ml-χιλιοστόλιτρα) περιέχουν vin jaune (κίτρινο κρασί), ποικιλία λευκού οίνου, παραγωγής του αμπελουργού Ανατουάλ Βερσέλ (1725-1786) στην περιοχή Αρμπουά.
Οι φιάλες διατηρήθηκαν επί 200 και πλέον χρόνια από τους απογόνους του σε υπόγειο κελάρι με θόλο του Αρμπουά, την πρωτεύουσα των κρασιών του Ζουρά, πριν αφαιρεθούν από τα ράφια την Τρίτη ενόψει της δημοπρασίας.
Τα κρασιά, που προέρχονται από αμπέλι που κλαδεύτηκε επί Λουδοβίκου 15ου και τρυγήθηκε επί Λουδοβίκου 16ου, «είναι οι παλαιότερες φιάλες κρασιού παγκοσμίως σε κυκλοφορία», δηλώνει η Μπριζίτ Φενό του οίκου Jura Encheres, υπεύθυνη για την πώληση αυτή.
Δύο φιάλες του ίδιου οίνου εσοδείας είχαν ήδη πωληθεί, το 2011 στο Αρμπουά αντί 57.000 ευρώ και το 2012 στη Γενεύη αντί 46.000 ελβετικών φράγκων (38.300 ευρώ).
Το 1994 είχε οργανωθεί μια δοκιμή του ίδιου κίτρινου κρασιού στον Πύργο Πεκό στο Αρμπουά, από 24 επαγγελματίες του κρασιού.
Με χρώμα κεχριμπαριού και γεύση «καρυδιού, μπαχαρικών, κάρι, κανέλας, βανίλιας και ξηρών καρπών», το κρασί είχε βαθμολογηθεί 9,4 στα 10 από τους δοκιμαστές, οι οποίοι είπαν στο τέλος: «Να ξαναδοκιμαστεί σε 100 χρόνια».
Σύμφωνα με την Μαρία Τζιτζή και το εξαιρετικό site bitterbooze.com/, υπεύθυνη για αυτό το λευκό ξηρό κρασί, που έχει τη δυνατότητα να γεράσει πενήντα ή ακόμα και εκατό χρόνια, είναι η λευκή ποικιλία Σαβανιέν (savagnin) που καλλιεργείται με μεγάλη επιτυχία στην περιοχή Φρανς-Κομτέ (Franche-Compté).
Τα σταφύλια της ποικιλίας τρυγιούνται όψιμα, χωρίς ευγενή σήψη ή σταφίδιασμα, και με τόσα ζάχαρα ώστε να μπορεί να παραχθεί κρασί 13-14 αλκοολικών βαθμών. Αφού ολοκληρωθεί η οινοποίηση, το κρασί μεταφέρεται σε δρύινα βαρέλια των 225 λίτρων, όπου και παραμένει, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που διέπει την παραγωγή, για τουλάχιστον έξι χρόνια και τρεις μήνες, μέχρι να είναι έτοιμο και να βγει στην αγορά για κατανάλωση.
Όλα τα χρόνια που το κίτρινο κρασί ωριμάζει τα βαρέλια δεν απογεμίζονται, με αποτέλεσμα το οξυγόνο που υπάρχει στον κενό χώρο, που υποχρεωτικά δημιουργείται λόγω της εξάτμισης από τους πόρους του ξύλου, να προκαλεί οξειδώσεις. Στην μακρά περίοδο της εξέλιξης, η απώλεια του όγκου μέσα στο βαρέλι μπορεί να φτάσει ακόμα και το 40% της αρχικής ποσότητας, με το «μερίδιο του αγγέλου», όπως αποκαλούν την ποσότητα που εξατμίζεται, να χάνεται και να μην αποκαθίσταται ποτέ.
Η τεχνική παραγωγής του γαλλικού κίτρινου κρασιού, παράξενη και διαφορετική, μοιάζει με αυτήν του ισπανικού σέρι, που παράγεται με πανομοιότυπο τρόπο στο Χερέθ της Ανδαλουσίας και παρουσιάζει αντίστοιχους οργανοληπτικούς χαρακτήρες, όπως τη χαρακτηριστική μυρωδιά του φουντουκιού και της ακεταλδεΰδης (υπερώριμο-σάπιο μήλο), χημικής ένωσης που προέρχεται από την οξείδωση της αλκοόλης.
Η μοναδική οινοποίηση της ποικιλίας Σαβαρέν δίνει ένα χρυσό κρασί, που στην ωρίμανσή του χαρακτηρίζεται από αρώματα ξηρών καρπών (καρύδι, φουντούκι, αμύγδαλα), φρυγανισμένου ψωμιού, μελιού, μοσχοκάρυδου, αλλά και γλυκών μπαχαρικών, δρυός, καθώς και μελιού ή καραμέλας. Στα νεανικά του χρόνια υπάρχει μια φυτικότητα σαν του σέλινου, που εξελίσσεται στο τερουάρ του Ζουρά με μοναδικό τρόπο, δημιουργώντας τελικά ένα κρασί με ασύγκριτη προσωπικότητα, στοιχείο ανεκτίμητης αξίας για τη γαστρονομία της περιοχής.