Εκείνο το ανοιξιάτικο πρωινό είχε ξημερώσει πεντακάθαρο και ζεστό και λίγο μετά τις 8.30 π.μ., ο Maurizio Gucci, ο όμορφος, γοητευτικός γόνος του φημισμένου οίκου μόδας, έβγαινε από το διαμέρισμά του στο Μιλάνο για να κάνει μια σύντομη βόλτα προς το γραφείο του, στη Via Palestro 20, πολύ κοντά στο κέντρο της πόλης.
Κρατώντας ένα σωρό περιοδικών, ντυμένος με ένα άψογο κοστούμι, γραβάτα και με τα περίφημα loafers Gucci, διέσχισε τους δημόσιους κήπους, κατευθυνόμενος με αργά βήματα για το γραφείο του.
Ωστόσο, χωρίς να το γνωρίζει, ένας άλλος άντρας τον ακολουθούσε, λίγα βήματα πίσω του και, προτού ο Maurizio μπει μέσα στο κτίριο για να ξεκινήσει μια ακόμα μέρα στο τιμόνι της αυτοκρατορίας Gucci, ο ένοπλος του είχε ρίξει τρεις βολές στην πλάτη του. Καθώς κατέρρεε στο κόκκινο μαρμάρινο πάτωμα, το έγκλημα ολοκληρώθηκε με μια τελική βολή στο κεφάλι.
Αυτή η συγκλονιστική πράξη αγριότητας, τον Μάρτιο του 1995, έγινε μία από τις πιο διαβόητες δολοφονίες στη σύγχρονη ιστορία της Ιταλίας, αλλά για δύο χρόνια οι ερευνητές προσπαθούσαν να ανακαλύψουν όχι μόνο τον δολοφόνο, αλλά και ποιος τον είχε προσλάβει για να διαπράξει τη στυγερή δολοφονία.
Είχε ο Maurizio χρέη στην αγωνιώδη προσπάθεια του να χρηματοδοτεί τον ολοένα και πιο πολυτελή τρόπο ζωής του; Ή μήπως υπήρξε μοιραία ρήξη μεταξύ μίας οικογένειας γνωστής για την πικρή εσωτερική διαμάχη της; Όπως αποδείχτηκε, τίποτα από τα δύο.
Το απίστευτο είναι ότι όπως αποδείχτηκε το άτομο που είχε προσλάβει τον δολοφόνο για να τερματίσει τη ζωή του Maurizio Gucci ήταν η μητέρα των δύο παιδιών του, η Patrizia Reggiani.
Δυσαρεστημένη που έπαιρνε μόνο 750.000 ευρώ ετησίως σε οικονομική υποστήριξη μετά τον πικρό χωρισμό τους και τρομοκρατημένη με την προοπτική του να ξαναπαντρευτεί, η Patrizia ενορχήστρωσε τη δολοφονία του πρώην σύζυγου της.
Αυτή η απίστευτη ιστορία, ένα μείγμα υψηλής αίγλης, χρημάτων και βαρβαρότητας, αναβιώνει με την κυκλοφορία της πρώτης φωτογραφίας από το κινηματογραφικό σετ της ταινίας House Of Gucci, που εξιστορεί τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του Maurizio.
Την ταινία σκηνοθετεί ο εμβληματικός σκηνοθέτης του Gladiator, Ridley Scott, με πρωταγωνιστές τον Al Pacino, τον Jeremy Irons, την Lady Gaga στο ρόλο της Patrizia Reggiani και τον Adam Driver του Star Wars που ενσαρκώνει τον Maurizio.
Το σενάριο περιλαμβάνει όλα όσα θα μπορούσε κανείς να φανταστεί για έναν οίκο μόδας συνώνυμο με την πολυτέλεια.
Όπως εξήγησε η Patrizia, όταν ρωτήθηκε από έναν δημοσιογράφο γιατί δεν δολοφόνησε η ίδια τον πρώην σύζυγό της: «Η όρασή μου δεν είναι τόσο καλή. Δεν ήθελα να αποτύχω».
Η μάρκα Gucci, που έγινε διάσημη από μεγάλα ινδάλματα της 7ης Τέχνης όπως η Elizabeth Taylor, η Grace Kelly και η Sophia Loren, βρέθηκε ξαφνικά με το όνομά της βαθιά σε ένα τεράστιο σκάνδαλο.
Όταν η Patrizia κρίθηκε τελικά ένοχη για τη δολοφονία του πρώην συζύγου της, μάρτυρες ανέφεραν ότι τα καταστήματα Gucci σε όλη την Ιταλία κρεμούσαν συμβολικά σετ από ασημένιες χειροπέδες στα παράθυρά τους.
Ωστόσο, η ιστορία αγάπης μεταξύ της Patrizia και του Maurizio είχε ξεκινήσει, όπως όλοι οι μεγάλοι έρωτες, με μεγάλες προοπτικές. Είχαν συναντηθεί σε ένα πάρτι στην Ιταλία, όπου ο Maurizio ρώτησε, σύμφωνα με πληροφορίες, έναν φίλο: «Ποια είναι αυτή η όμορφη κοπέλα ντυμένη στα κόκκινα που μοιάζει με την Elizabeth Taylor;».
Και όπως ισχυρίστηκε η Patrizia σε συνέντευξη της αργότερα, «ερωτεύτηκε τρελά μαζί μου. Ενθουσιάστηκα γιατί ήταν διαφορετικός». Πράγματι, ήταν διαφορετικοί μεταξύ τους. Ο Maurizio ήταν εγγονός του Guccio Gucci, ιδρυτή του διάσημου οίκου μόδας, ενώ η Patrizia είχε ταπεινή καταγωγή.
Η μητέρα της, Silvana, ήταν μια σερβιτόρα που αργότερα παντρεύτηκε τον Ferdinando Reggiani, έναν μεγαλύτερο, πλουσιότερο άντρα που είχε κάνει την περιουσία του σε επιχειρήσεις μεταφορών.
Στη συνέχεια, υιοθέτησε την κόρη της και τους πρόσφερε μία πολυτελή ζωή. Πράγματι, η Patrizia ήταν ήδη εξοικειωμένη με τα καλύτερα πράγματα στη ζωή όταν ο Maurizio ξεκίνησε να την πολιορκεί και τον θεώρησε «χαμένο» όταν έφτασε τελικά στο κατώφλι της με ένα μικρό αυτοκίνητο. Αφού συμφώνησε να τον γνωρίσει, επέμεινε να της αγοράσει μια… Ferrari.
Όπως ήταν φυσικό, η οικογένεια Gucci ήταν αρχικά δύσπιστη με το νέο έρωτα του Maurizio. Αφότου η μητέρα του πέθανε όταν ήταν μόλις πέντε ετών, ο πατέρας του Rodolfo, πρώην ηθοποιός στην Ιταλία, είχε τη διεύθυνση της εταιρείας Gucci με τον μεγαλύτερο αδερφό του, Aldo (θείο του Maurizio) και ανησυχούσε πολύ που η Patrizia παντρεύτηκε τον μοναχογιό του για τα χρήματά του. Έτσι, του έκοψε τη χρηματοδότηση και ζήτησε από τον Καρδινάλιο του Μιλάνου να σταματήσει τον προγραμματισμένο γάμο τους. Αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Maurizio και η Patrizia παντρεύτηκαν το 1972 όταν και οι δύο ήταν περίπου 24 ετών και στη συνέχεια απέκτησαν δύο κόρες, την Alessandra και την Allegra.
Για τουλάχιστον μια δεκαετία, το ζευγάρι ήταν ευτυχισμένο και ακόμη και ο Rodolfo (στην ταινία τον ενσαρκώνει ο Jeremy Irons, με τον Αλ Πατσίνο να παίζει τον αδερφό του Aldo) χαλάρωσε τη στάση του μετά τη γέννηση των εγγονιών του, αγοράζοντας στην οικογένεια πολλά ακίνητα, συμπεριλαμβανομένου ενός πολυτελούς ρετιρέ στο Olympic Tower της Νέας Υόρκης.
Η Νέα Υόρκη έγινε για το ζευγάρι η δική τους πόλη, καθώς οι Gucci ξεκίνησαν να κάνουν παρέα με την Jackie Kennedy Onassis και τα παιδιά του Kennedy, κάνοντας βόλτες στο Μανχάταν με ένα αυτοκίνητο που η πινακίδα έγραφε «Mauizia».
Εκείνη την εποχή διοργάνωναν πολυτελή πάρτι που ταίριαζαν απόλυτα με τις υπερβολές της δεκαετίας του ’80 αλλά και έκαναν ταξίδια σε ιδιωτικά νησιά με το γιοτ τους, το Creole. Υπήρχε επίσης ένα σπίτι στο Acapulco και ένα σαλέ για σκι στο St. Moritz.
Τότε ωστόσο ήταν όταν τα πράγματα στις σχέσεις του ζευγαριού ξεκίνησαν να αλλάζουν. Το 1983, ο Rodolfo πέθανε και καθώς ο Maurizio ανέλαβε τον έλεγχο της οικογενειακής επιχείρησης, σύντομα άρχισε να «πνίγεται».
Αυτό, σύμφωνα με την Patrizia, οφειλόταν στο γεγονός ότι «σταμάτησε να ακούει» και δεν είχε κάποια πρωτότυπη ιδέα. Ή όπως το έθεσε πιο γκλάμορους: «Ο σύζυγός μου ήταν σαν μαξιλάρι. Είχε το αποτύπωμα του τελευταίου που… καθόταν πάνω του».
Ίσως να αισθανόταν την έλλειψη υποστήριξης εκ μέρους της συζύγου του όταν τον Μάιο του 1985 ο Maurizio έφτιαξε τις βαλίτσες του για ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Φλωρεντία και δεν επέστρεψε ποτέ.
Αν και οι αμφιβολίες της για το επιχειρηματικό πνεύμα του συζύγου της τελικά αποδείχθηκαν σωστές, καθώς το 1993 πούλησε τη συμμετοχή του στην Gucci σε μια επενδυτική εταιρεία με έδρα το Μπαχρέιν έναντι 170 εκατομμυρίων δολαρίων), το χειρότερο δεν είχε έρθει ακόμη.
Αν και είχαν χωρίσει το 1991, η Patrizia συνέχισε να τον αποκαλεί «σύζυγό μου» ακόμα και μετά την απόρριψη από μέρους του ενός διακανονισμού 3.000.000 ευρώ εφάπαξ συν 760.000 ετησίως ως διατροφή. Τελικά, το πόσο στο οποίο κατέληξαν ήταν 750.000.
Το πιο ανησυχητικό για την Patrizia, ωστόσο, ήταν το γεγονός ότι ο Maurizio ετοιμάζονταν να παντρευτεί την Paola Franchi, μια νεότερη, λαμπερή ξανθιά.
Όπως στη συνέχεια αποδείχτηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, η Patrizia φοβόταν ότι εάν ο Maurizio ξαναπαντρεύονταν θα εξαφανιζόταν από τη ζωή τους και η κληρονομιά των παιδιών της θα εξανεμίζονταν επίσης. «Κάτι» έπρεπε να γίνει.
Αυτό το «κάτι», συνέβη όταν αργότερα εμφανίστηκε ο Benedetto Ceraulo, ιδιοκτήτης πιτσαρίας, που ήθελε διακαώς το εξαψήφιο νούμερο που θα κέρδιζε κάποιος αν έβγαζε τον Maurizio Gucci από τη μέση.
Το γεγονός ότι δεν ήταν επαγγελματίας δολοφόνος και είχε πεντακάθαρο -σαν τον κρύσταλλο- ποινικό μητρώο, μπέρδεψε πολύ τις αρχές. Οι έρευνες επικεντρώθηκαν αρχικά στους πολλούς επιχειρηματικούς εχθρούς του Maurizio και τις παρατυπίες στις δικές του συναλλαγές.
Είχε ανεξόφλητα πολλά χρέη εξαιτίας της πολυτελούς ζωής του και μάλιστα είχε κατηγορηθεί από την οικογένειά του ότι πλαστογράφησε την υπογραφή του πατέρα του για να αποκτήσει τον έλεγχο του οίκου των Gucci.
Αλλά η αγαπημένη του Paola υποψιάζονταν από την αρχή ότι η Patrizia είχε συμμετοχή στη δολοφονία και όταν έλαβε μια ανώνυμη πληροφορία σε μήνυμα, δύο χρόνια περίπου μετά τη δολοφονία, η αστυνομία αναγκάστηκε τελικά να ερευνήσει και αυτή την περίπτωση.
Όπως τελικά αποδείχθηκε, η Patrizia δεν είχε καλύψει επαρκώς τα ίχνη της οργής της απέναντι στον πρώην σύζυγό της.
Την ημέρα που ο σύζυγός της πυροβολήθηκε, είχε γράψει τη λέξη «Paradeisos», ναι, με λατινικούς χαρακτήρες, στο Cartier ημερολόγιο της.
Στο ντοκιμαντέρ Lady Gucci: The Story Of Patrizia Reggiani, η Patrizia παραδέχτηκε: «Ήμουν εξοργισμένος με τον Maurizio [μετά το διαζύγιο]. Πήγα σε όλη τη γειτονιά ρωτώντας όλους, ακόμη και στο τοπικό παντοπωλείο: “Υπάρχει κάποιος που έχει το θάρρος να δολοφονήσει τον άντρα μου;”».
Στο τέλος δεν ήταν ο παντοπώλης αλλά ο πιτσαδόρος που τη βοήθησε να πραγματοποιήσει το σχέδιο της.
Ωστόσο, όταν η υπόθεση πήγε στο δικαστήριο το 1998, ακούστηκαν αντικρουόμενες ιστορίες.
Μια μακρόχρονη φίλη της Patrizia, η Pina Auriemma, ένα μέντιουμ της υψηλής κοινωνίας, που επίσης είχε πολλά χρέη, ισχυρίστηκε ότι «σε μια στιγμή αδυναμίας» δέχθηκε να τη βοηθήσει ώστε να βρει εκτελεστή.
Από την πλευρά της, η Patrizia, η οποία εμφανίστηκε στη δίκη με Gucci από την κορυφή ως τα νύχια και με όλα τα λαμπερά αξεσουάρ, ισχυρίστηκε ότι η Pina προσέλαβε τον εκτελεστή χωρίς την έγκρισή της και ότι στη συνέχεια την εκβίασε μετά τη δολοφονία.
Ωστόσο, η Pina, το μέντιουμ, απέτυχε να προβλέψει τι θα ερχόταν: Καταδικάστηκε σε 25 χρόνια για το ρόλο της στην οργάνωση του εγκλήματος.
Ο Ceraulo καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ο οδηγός που χρησιμοποίησε και ένας αχθοφόρος, που συμμετείχαν επίσης στη δολοφονία, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 29 και 26 ετών αντίστοιχα.
Όσον αφορά την Patrizia, της επιβλήθηκε ποινή 29 ετών, παρά το γεγονός ότι οι δικηγόροι της ισχυρίζονται ότι δεν θα μπορούσε να σχεδιάσει ένα τέτοιο έγκλημα λόγω μιας επέμβασης που έκανε το 1992 για όγκο στον εγκέφαλο.
Παραδόξως όμως, ομολόγησε: «Δεν πίστευα ότι θα με είχαν πιάσει».
Η Patrizia πέρασε το χρόνο της στη φυλακή San Vittore του Μιλάνου, κοιμόταν «πολύ» και φρόντιζε τα φυτά της.
Της επέτρεψαν ακόμη και να περιποιείται ένα κατοικίδιο κουνάβι, την Bambi, ένα ειδικό προνόμιο που διαπραγματεύθηκαν οι δικηγόροι της.
Το 2011, η Patrizia απέρριψε την ευκαιρία να μετακινηθεί σε μια ανοιχτή φυλακή όπου θα ήταν υποχρεωμένη να εργαστεί, λέγοντας: «Δεν έχω εργαστεί ποτέ στη ζωή μου και σίγουρα δεν πρόκειται να ξεκινήσω τώρα».
Ενώ η ποινή της μειώθηκε σε 26 χρόνια κατόπιν έφεσης, κατέληξε να εκτίσει μόλις 16 χρόνια μέχρι την τελική της απελευθέρωση τον Οκτώβριο του 2014.
Έπειτα, συνέχισε να προσελκύει την προσοχή, κάνοντας βόλτες στο Μιλάνο με έναν παπαγάλο στον ώμο. Ένα δικαστήριο έκρινε ότι είχε ακόμη δικαίωμα στα 750.000 ευρώ ετησίως του πρώην συζύγου της ενώ της δόθηκαν 18.000.000 ευρώ αναδρομικά για το χρόνο που πέρασε στη φυλακή.
Κάποτε έλεγε: «Θα προτιμούσα να κλαίω σε Rolls Royce παρά να είμαι χαρούμενη με ποδήλατο».
Τώρα, στα 72, μοιράζεται το σπίτι με τον παπαγάλο και το σκύλο της και, ενώ οι μνηστήρες έχουν έρθει και φύγει, ισχυρίζεται ότι ο άντρας που διέταξε να σκοτώσει ήταν η «μόνη αληθινή αγάπη» της. Οι κόρες της Alessandra, 44 ετών, και η Allegra, 40 ετών, που πιστεύεται ότι ζούσαν τελευταία στην Ελβετία, δεν έχουν πλέον καμία σχέση με αυτήν.
Έχοντας ζήσει μια ζωή τόσο πολύχρωμη όσο ένα εξαιρετικά φινετσάτο πουκάμισο Gucci, θα φανταζόταν κανείς ότι η Patrizia είναι ενθουσιασμένη που θα την ενσαρκώσει η Lady Gaga στη μεγάλη οθόνη.
Ωστόσο, όταν ρωτήθηκε από την ιταλική τηλεοπτική εκπομπή Storie Italiane πώς νιώθει για την ταινία, η απάντησή της ήταν ασυνήθιστα επιφυλακτική.
«Έχω δύο κόρες», απάντησε με απογοήτευση. «Δεν μου αρέσει που ξαναζούν τη δολοφονία του πατέρα τους».
Είτε τους αρέσει είτε όχι, η εξαιρετική ιστορία της τερατώδους ζήλιας της μητέρας τους πρόκειται να γίνει διάσημη ξανά.