Ο Νίκος Καλογιάννης, ο άνθρωπος που βρίσκεται στο τιμόνι του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου, το αγαπημένο Ούζο των Ελλήνων με τη μακρά παράδοση και ο Γιώργος Πίττας, ερευνητής της ελληνικής γαστρονομίας, ταξιδευτής και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Καφενεία της Ελλάδας» εκεί όπου παραδοσιακά καταναλώνονται ούζο και ουζομεζέδες, μοιράζονται ένα κοινό όραμα. Να ζωντανέψουν και να διαφυλάξουν έναν ελληνικό θησαυρό: τους τοπικούς, παραδοσιακούς ουζομεζέδες. Να ξανασυστηθεί ο καταναλωτής με την κουλτούρα του μεζέ και το πάντρεμά του με το Ούζο. Να υπενθυμίσουν πως ο μεζές ανήκει στην ιεροτελεστία της απόλαυσης του Ούζου και πως αυτά τα δύο μαζί δημιουργούν ένα αμφίδρομο δίπολο που το ένα αναδεικνύει και συμπληρώνει το άλλο: Ούζο και μεζές, μεζές και Ούζο. Απόλαυση στον ουρανίσκο, τέρψη, παρέα, συντροφικότητα, κοινωνική συναναστροφή, τσούγκρισμα ποτηριών στον αέρα, ελληνική κουλτούρα.
Η αγάπη του Νίκου Καλογιάννη να παράγει με συνέπεια και μεράκι το Ούζο Πλωμαρίου, ένα παραδοσιακό απόσταγμα, και του Γιώργου Πίττα να αναδεικνύει τη γαστρονομική αυθεντικότητα κάθε τόπου, συναντήθηκαν σε έναν κοινό παρονομαστή: να εκπαιδευτεί ο καταναλωτής στη γαστρονομική κουλτούρα του, μέσα από τον παραδοσιακό μεζέ του κάθε τόπου. Και όταν μοιράζεσαι ένα τέτοιο φιλόδοξο όραμα, αυτόματα γεννιούνται και οι αξίες της εντοπιότητας, της κοινωνικής συνεισφοράς, της παράδοσης και της αυθεντικότητας.
Αυτό το κοινό όραμα ήρθε να ζωντανέψει μέσα από το ταξίδι του Γιώργου Πίττα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, από νησί σε νησί, από χωριό σε χωριό, από πόλη σε πόλη. Ένα ταξίδι που ξεκίνησε τον Μάιο του 2018 και θα έχει διάρκεια στο χρόνο. Ένα ταξίδι που μέχρι και σήμερα έχει απαθανατίσει τοπικούς ουζομεζέδες στον τόπο τους, στο χώρο τους, την ώρα της παρασκευής τους, ώστε ο αυριανός επισκέπτης του χωριού και του νησιού να τους αναγνωρίσει και να τους αναζητήσει. Περισσότεροι από 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πάρει μια πρώτη γεύση αυτού του ταξιδιού, μέσω του «χάρτη ουζομεζέδων» που δημιουργήθηκε. Και το ταξίδι, συνεχίζεται…
Ο μεζές αποτελεί μέρος της γαστρονομικής κουλτούρας μας, όπως και το Ούζο Πλωμαρίου που συντροφεύει τις στιγμές της ζωής μας εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Άλλωστε το Ούζο, το εθνικό μας ποτό και το ταίριασμά του με τον μεζέ, είναι ένα αμιγώς ελληνικό φαινόμενο μια συνήθεια που φέρνει τους ανθρώπους κοντά. Το Ούζο με μεζέ είναι για τον Έλληνα, τρόπος ζωής. Το Ούζο Πλωμαρίου, υποστηρικτής και συνοδοιπόρος του Γιώργου Πίττα σε αυτό το φιλόδοξο ταξίδι, έχει συνδέσει το όνομά του με το εθνικό μας ποτό, καθώς κλείνει μέσα του την ελληνική κουλτούρα της παρέας, της χαλαρής διάθεσης και της όμορφης ζωής. Το Ούζο Πλωμαρίου για πάνω από έναν αιώνα, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτισμικής μας ταυτότητας.
Από το 1894 η συνταγή για το Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου
Η ιστορία του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου ξεκινά το 1894 με την περίφημη συνταγή του ιδρυτή του. Η εταιρία, είναι 100% ελληνική και παράγει το εκλεκτό Ούζο Πλωμαρίου χρησιμοποιώντας την ίδια, μυστική συνταγή με έμφαση στους εξαιρετικούς καρπούς και βότανα και τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο απόσταξης σε μικρούς, χειροποίητους, χάλκινους άμβυκες. Το Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου σφραγίζεται στη γνωστή παραδοσιακή συσκευασία με το χαρακτηριστικό φελλό και προσφέρει μια πολύτιμη ισορροπία γεύσης που επιτυγχάνουν τα πιο εκλεκτά ποτά με ονομασία προέλευσης.
Σήμερα το Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου έχει δυναμική παρουσία σε περισσότερες από 40 χώρες σε όλο τον κόσμο. Με την εξαγωγική δραστηριότητα να επεκτείνεται διαρκώς, το Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου βρίσκεται σε αλυσίδες τροφίμων και ποτών, σημεία λιανικής πώλησης και εστιατόρια, σχεδόν σε κάθε γωνιά της γης. Από την Αμερική και τον Καναδά ως την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία και από την Ιαπωνία και τη Ρωσία ως τη Νότιο Αφρική και την Ταϋλάνδη. Σήμερα, οι εξαγωγές του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου αποτελούν το 58,5% των συνολικών πωλήσεων σε όγκο.
Δείτε επίσης: www.ouzoplomari.gr, www.facebook.com/ouzoplomari
Γιώργος Πίττας
Ο Γιώργος Πίττας εδώ και δύο δεκαετίες ταξιδεύει και καταγράφει άγνωστα κομμάτια της ελληνικής επικράτειας ψάχνοντας τον κοινωνικό βίο και το πάντρεμά του με την γαστρονομία κάθε τόπου. Το υλικό που προκύπτει από τις περιηγήσεις του έχει συγκεντρωθεί στα βιβλία του: Σημάδια του Αιγαίου, Πάρος οδοιπορικό στον τόπο και το χρόνο, Πανηγύρια στο Αιγαίο, Καφενεία της Ελλάδος, Αθηναϊκή Ταβέρνα, Θησαυροί της Ελληνικής Γαστρονομίας, Γαστρονομικές κοινότητες – Γαστρονομικοί προορισμοί. Είναι ο δημιουργός του greekgastronomyguide.gr, ενός ιστότοπου που έχει επίκεντρο την ελληνική γαστρονομία και ιδιαίτερα τους ανθρώπους-δημιουργούς της.
Ιστορίες Ουζομεζέδων
Αποσπάσματα από τις ιστορίες του ταξιδευτή Γιώργου Πίττα, greekgastronomyguide.gr
Σαρδέλα Καλλονής, Λέσβος
Θρεπτική και νοστιμότατη, η σαρδέλα, το ψαράκι της φτωχολογιάς, από τις ταπεινές κουζίνες μπήκε στα σαλόνια της γαστρονομίας. Από την αρχαία Ελλάδα η σαρδέλα όπως όλα τα μικρόψαρα ήταν το ψαράκι των φτωχών. Στην Αθήνα της κλασικής εποχής, οι φαληρικές σαρδέλες ήταν το συνηθισμένο ψάρι του λαού, που τρωγόταν με κρίθινο ψωμί και κάθε αύξηση στη τιμή προκαλούσε κοινωνική αναταραχή. Διάσημη σε όλο τον κόσμο εδώ και αιώνες η σαρδέλα Καλλονής ή παπαλίνα διακρίνεται για το μικρό μέγεθος και την μοναδική της γεύση,. Οι σαρδέλες της Καλλονής παστώνονται στο αλάτι. Και ενώ άλλα ψάρια πρέπει να μείνουν για δύο-τρεις ημέρες, οι παπαλίνες, το πολύ μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, ψήνονται και γίνονται αφράτες και ζουμερές, γλυκές και αρωματικές. Τυλίγονται σε χαρτί εφημερίδας με λίγο χοντρό αλάτι, και σε λίγες ώρες έχουμε έτοιμο το ελληνικό σούσι.
Μηλέικο τυρί, Μήλος
Η Μήλος φημίζεται για την κτηνοτροφία της (κυρίως αίγες) και για τα ιδιαίτερα τυριά της. Κύριο χαρακτηριστικό της παραδοσιακής τυροκόμησης της Μήλου είναι η αξιοποίηση των αμέτρητων σπηλιών που υπάρχουν στο ηφαιστειογενές έδαφος του νησιού και που αξιοποιούνται για την ωρίμανση και την παλαίωση των τυριών, αφού παρέχουν τις κατάλληλες συνθήκες δροσιάς και υγρασίας. Από την σπηλιά του Ομηρικού Πολύφημου στις Σπηλιές της Μήλου μια ανάσα δρόμος (30 αιώνες). Το πιο γνωστό τυρί του νησιού είναι το ξερό μηλέικο τυρί, η κορύφωση της ωρίμανσης της μανούρας. Για τη παρασκευή του, απαιτείται το τυρί να αλείφεται με κατακάθι λαδιού «μούργωμα» και να ωριμάζει στις σπηλιές. Έτσι εξωτερικά αποκτά ένα σκούρο χρώμα και εσωτερικά μια πικάντικη γεύση, όσο πιο ωριμασμένο τόσο πιο πικάντικο. Θεωρείται έτοιμο μετά από τους έξι μήνες. Ας ξεπεράσει τους 12 μήνες ωρίμανσης, πλησιάζει πολύ την γεύση της Παρμεζένας!
Λούζα Μυκόνου, Μύκονος
Στη Μύκονο, η λούζα αρτύζεται μόνο με μπαχάρι και θρούμπι και γι’ αυτό η γεύση της είναι πιο στιβαρή. Η παρασκευή της λούζας, παραδοσιακά, ερχόταν στο τέλος μια ολόκληρης ιεροτελεστίας, που ήταν τα χοιροσφαγία, η αγαπημένη γιορτή των κατοίκων των Κυκλάδων. Κάθε φθινόπωρο έσφαζαν το χοίρο που κάθε σπιτικό έτρεφε όλο το χρόνο. Τότε οι έμπειροι τεχνίτες παραλάμβαναν τα φιλέτα και ψαρονέφρια του χοίρου και τα αλάτιζαν με μείγμα θαλασσινού χοντρού και ψιλού αλατιού. Μετά το ξέπλυμα, τα στέγνωναν και τα αρωμάτιζαν με άφθονο θρούμπι και πιπέρι. Κατόπιν περνούσαν το κρέας στις «ματιές». Ραβόταν στη κάτω και πάνω μεριά και βαπτίζονταν για ακόμα μια φορά σε θαλασσινή άρμη. Αμέσως μετά αναλάμβανε ο αέρας των Κυκλάδων να τις στεγνώσει.
Γκαβόψαρα Νάουσας, Νάουσα
Δεν πρόκειται για ψαρομεζέ αλλά για τον πιο διάσημο μεζέ της Νάουσας. Τα γκαβόψαρα Νάουσας είναι μελιτζάνες ψημένες σε αλατόνερο με σινάπι. Οι μελιτζάνες κόβονται σε λεπτά μακρόστενα κομματάκια (ώστε το σχήμα τους να θυμίζει ψιλό ψαράκι, εξού και η ονομασία) και τηγανίζονται αλευρωμένα για 2-3’ σε καυτό λάδι. Στα χρόνια προς της έλευσης του ψυγείου, τα χρόνια που οι εποχές καθόριζαν τον μεζέ κάθε τόπου, οι Ναουσαίοι θέλησαν να έχουν για όλη την χρονιά, την γεύση της τηγανιτής μελιτζάνας, συντροφιά με το ουζάκι τους. Διατηρούσαν την μελιτζάνα στην άρμη και όταν θέλαν να την γευτούν την ξαλμύριζαν και την τηγάνιζαν. Ένα μεζές θεριακλήδικος, τραγανός απ’ έξω και τρυφερός και ζουμερός από μέσα.