Ο Μάριος Βουτσινάς μπορεί να μην είχε καλές σχέσεις με τον πατέρα του Ανδρέα, αλλά και οι δυο προσπάθησαν να συμφιλιωθούν. Οι δυο τους συνεργάστηκαν παρά το γεγονός ότι οι τσακωμοί ήταν έντονοι και συχνοί: «Μου είπε “Είμαι στο νοσοκομείο, θέλεις να ‘ρθεις να με δεις;”. Του είχα ξεκαθαρίσει μετά τον τελευταίο τσακωμό μας ότι αν ήθελε να ξαναβρεθούμε θα έπρεπε να μου τηλεφωνήσει εκείνος. Στη ζωή μου τον είδα πρώτη φορά στα 11 και μετά στα 19 μου, όταν πήγα στο Παρίσι μόνος μου να τον βρω, τότε που είχε ιδρύσει ένα εργαστήριο υποκριτικής στα πρότυπα του Actors Studio.
Υπήρχαν προβλήματα, δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Όταν βρεθήκαμε πια στο φινάλε της ζωής του και ζήσαμε μαζί τους πέντε τελευταίους μήνες του, μπήκαν κάποια πράγματα σε τάξη, κι ας ήθελα λίγο παραπάνω από αυτό. Αν πέθαινε και δεν είχαμε βρεθεί, θα έλεγα εντάξει, είχα έναν πολύ ιδιόμορφο αλλά στενόμυαλο ή “μα#ά@κα” πατέρα. Επί της ουσίας, όμως, αυτό που έζησα μαζί του ήταν μαγικό, και θα ήθελα να πω, μια και μου δίνεται η ευκαιρία, ότι ευχαριστώ πάρα πολύ όλους αυτούς τους “κολλητούς” του πατέρα μου, όλους όσοι ευεργετήθηκαν από αυτόν και δεν εμφανίστηκαν ποτέ για να τον δουν όσο ήταν άρρωστος. Αυτό εμένα με βόλεψε πάρα πολύ γιατί μου έδωσαν την ευκαιρία να ζήσω ένα κομμάτι της ζωής μου μαζί του» εξήγησε στο ΒHMAagazino και συνέχισε:
«Εσύ τώρα θέλεις να σου ζητήσω συγγνώμη… Ε, δεν θα σου ζητήσω, και ξέρεις γιατί; Γιατί η συγγνώμη είναι μια πράξη για την οποία εγώ από το κρεβάτι δεν μπορώ να κάνω τίποτε…». Για τον Μάριο ήταν αρκετό, «ήταν σαν να μου είχε ζητήσει συγγνώμη». «Τους συγχώρεσα και τους δύο. Τι ξέρουν δύο παιδιά 20 χρόνων; Τη μάνα μου τη συγχώρεσα όταν την είδα με τα καινούργια της μωρά,-20 και 21 χρόνια μικρότερα μου.
Είδα πώς τα φρόντιζε και είπα: “Τώρα έπρεπε να με είχε κάνει…”. Όσον αφορά τον πατέρα μου, τον εκτιμούσα, τον θαύμαζα και γι’ αυτό τον αγάπησα και είχα υπομονή να περιμένω. Τον συγχώρεσα επειδή ανακάλυψα σε αυτούς τους πέντε τελευταίους μήνες της ζωής του κάτι πολύ ανατριχιαστικό. Δεν είναι ότι δεν μπορούσε, δεν είναι ότι δεν ήθελε. Απλώς δεν μπορούσε να χωνέψει ότι του μοιάζω και ότι έχει έναν σωσία που τον ακολουθεί. Του χαλούσα τη μοναδικότητα».