Το 2014, το Brando, ένας πολυνησιακός ιδιωτικός παράδεισος που κάποτε ανήκε στον θρύλο της έβδομης τέχνης Marlon Brando, άνοιγε τις ονειρικές πύλες του προσφέροντας στους εύπορους επισκέπτες του 35 παραδοσιακές, λουξ βίλες, μία ανάσα από τις λευκές αμμουδιές του νησιού Tetiaroa.
Γαλαζοπράσινα νερά, τροπική φύση, beach bars, spa, απόλυτη ηρεμία, εξαίσιο πολυνησιακό φαγητό με βάση το ψάρι και υψηλής αξίας γαστρονομικές απολαύσεις απ’ όλο τον κόσμο, είναι μερικές μόνο από τις 5άστερες ανέσεις του παραδεισένιου συγκροτήματος. Τι έλειπε όμως; Οι παραδοσιακές καλύβες πάνω στη θάλασσα που χαρακτηρίζουν όλη αυτήν εξωτική περιοχή της γης, πολυφωτογραφημένες και πολυδιαφημισμένες σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Πρόσφατα το resort, επεικτείνοντας τις δραστηριότητες πέρα από το Tetiaroa, εγκαινίασε τις Brando Suites Bora Bora, μια τετράδα από πολυτελείς βιλίτσες, δύο ατόμων, πάνω στη θάλασσα, οι οποίες φιλοξενούνται στο InterContinental Bora Bora Resort & Thalasso Spa.
Οι σουίτες, που μοιάζουν πραγματικά ζωγραφισμένες πάνω στα τιρκουάζ νερά, διαθέτουν 300 τετραγωνικά μέτρα εσωτερικού και εξωτερικού χώρου και έχουν τέτοια διαρρύθμιση και θέα ώστε οι φιλοξενούμενοι τους να απολαμβάνουν από τα κρεβάτια τους τα γαλαζοπράσινα νερά των νησιών αλλά και το εντυπωσιακό βουνό Otemanu.
Κάθε βίλα περιλαμβάνει από ένα καθιστικό, κρεβατοκάμαρα και τραπεζαρία, ένα γραφείο με καναπέδες και πολυθρόνες στο δεύτερο επίπεδο και από μια ονειρεμένη βεράντα 20 τετραγωνικών, με μια λευκή πισίνα ακριβώς πάνω από τη θάλασσα. Εννοείται, ότι η πρόσβαση στη θάλασσα είναι εξαιρετικά εύκολη μέσω ξύλινης εξέδρας, ενώ οι σουίτες απολαμβνάνουν όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται από το InterContinental, μεταξύ των οποίων, εξαίσιο φαγητό, spa και θαλάσσιες δραστηριότητες κάθε είδους.
Έχοντας σαν έμπνευση τον ίδιο τον Marlon Brando που ονειρεύονταν οι κατασκευές του να μην επηρεάζουν και να μην επιβαρύνουν στο ελάχιστο το περιβάλλον, οι βίλες είναι φτιαγμένες σύμφωνα με τα πολυνησιακά πρότυπα, χρησιμοποιώντας οικολογικά -πιστοποιημένα- ξύλα, το τοπικό ξύλο miki miki αλλά και αυτοφυή στέγαστρα φύλλων παντάν, τα οποία βέβαια συντηρούνται μέσω ενός ενσωματωμένου δικτύου ποτίσματος. Επιπλέον, ο κλιματισμός χρησιμοποιεί ενέργεια που παράγεται από το νερό, μια τεχνική που εξέλιξε για το Tetiaroa ο ίδιος ο διάσημος ηθοποιός.
Ο Marlo Brando ανακάλυψε το Teti’aroa ενώ έψαχνε χώρους στην Γαλλική Πολυνησία για τα γυρίσματα της περίφημης ταινίας του «Η ανταρσία του Bounty», που τελικά γυρίστηκε στην Ταϊτή και στην γειτονική της Moorea. Έπειτα από την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, ο ηθοποιός προσέλαβε έναν τοπικό ψαρά για να το μεταφέρει Teti’aroa: «Ήταν πιο όμορφα από οτιδήποτε να δω» έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία του. Ο Brando απέκτησε τις νησίδες Teti’aroa (εκτός από τη λιμνοθάλασσα και τους υφάλους) από μία κληρονόμο του προηγούμενου ιδιοκτήτη τους, του Βρετανού Johnston Walter Williams, που ήταν οδοντίατρος στην Ταϊτή και αργότερα πρόξενος της Μ. Βρετανίας.
Αν και η απόκτηση των νησίδων από τον Brando δεν ήταν καθόλου εύκολη, καθώς ξεσήκωσε τους κατοίκους της Πολυνησίας, ο ηθοποιός, θέλοντας να κατοικήσει μόνιμα εκεί, έκτισε ένα μικρό χωριό στο νησάκι Motu Onetahi το 1971. Χρειάστηκε να δημιουργήσει έναν μικρό αεροδιάδρομο, γιατί η πρόσβαση από τη θάλασσα ήταν αδύνατη, εξαιτίας των υφάλων, 12 μικρά μπάνγκαλοους, κουζίνα, τραπεζαρία, μπαρ, όλα από τοπικά υλικά όπως ξύλο καρύδας και κελύφη οστράκων. Το χωριό έγινε για τον Brando ο παράδεισος και το ησυχαστήριο του και συχνά φιλοξενούσε φίλους, την οικογένεια του ακόμα και επιστήμονες που εξερευνούσαν το περιβάλλον των κοραλλιογενών νήσων.
Όταν ο ηθοποιός επέστρεψε τελικά στο Λος Άντζελες, το νησί ξεκίνησε να το διαχειρίζεται η σύζυγος του Brando, η καλλονή Tarita Teriipaia, η οποία ήταν βέβαια από την Ταϊτή και για 25 ολόκληρα χρόνια το λειτούργησε σαν ξενοδοχείο. Παρ’ όλα αυτά, το 2002, δύο χρόνια πριν το θάνατο του, ο ηθοποιός σε νέα διαθήκη του άφησε την κυριότητα του Teti’aroa στην Pacific Beachcomber SC, μια εταιρεία ξενοδοχείων από την Πολυνησία, που ξεκίνησε την ανακατασκευή και τη διαμόρφωση του χώρου το 2009. H ταϊτιανή εταιρεία ανακατεσκεύασε τον αεροδιάδρομο για να πληροί του διεθνείς κανόνες, δημιούργησε μια ειδική κατασκευή για τη μεταφορά τροφοδοσίας πάνω από τους υφάλους και το 2014, τον Ιούλιο, εγκαινίασε το resort με το όνομα Brando, ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο project του οποίου συμμετέχουν μάλιστα οκτώ από τα δέκα-έξι παιδιά του Marlon Brando.
Σήμερα, το Brando μπορεί να φιλοξενήσει 20 μικρά αεροπλάνα και είναι ένας πραγματικός -αυτόνομoς ενεργειακά- παράδεισος με 35 λουξ βίλες, όλες με χρώμα πολυνησιακό αλλά που παρέχουν τις πολυτελείς ανέσεις ενός 6άστερου ξενοδοχείου στο κέντρο της Νέας Υόρκης. Το σημαντικότερο ίσως όλων είναι ότι πρόκειται για ένας απολύτως φιλικό με το περιβάλλον ξενοδοχειακό συγκρότημα με αρκετές καινοτομίες στον ενεργειακό τομέα όπως τη χρησιμοποίηση θαλασσινού νερού για τα air-conditions, τη χρησιμοποίηση βιοκαυσίμου από λάδι καρύδας και ηλιακής ενέργειας και τη δημιουργία ειδικού κέντρου επιστημονικής παρακολούθησης των υφάλων.
Στο Brando, με τιμές που ξεκινούν από τα €3.000 το άτομο ανά ημέρα, χωρίς βέβαια να περιλαμβάνονται τα αεροπορικά εισιτήρια, εκτός από το εξαιρετικό φαγητό του βραβευμένου με Michelin Chef Guy Martin, οι εύποροι πελάτες του μπορούν να απολαύσουν όλων των ειδών τις θαλάσσιες δραστηριότητες με σημαντικότερη ίσως όλων την κατάδυση με αναπνευστήρα στους κοραλλιογενείς υφάλους.