«Την Τρίτη τα χαράματα, ο πρωτοπόρος, ο μέγιστος Έλληνας Ορειβάτης και ποιητής Κώστας Τσιβελέκας, πραγματοποίησε την μέγιστη αναρρίχησή του κι ανέβηκε στα Ουράνια. Πέταξε όπως επιθυμούσε στο Σύμπαν. Ώρα καλή κι ευλογημένη Φίλε και Σύντροφε!». Με αυτή την ανακοίνωση στην σελίδα του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου έγινε γνωστός ο θάνατος του μεγάλου ορειβάτη. Είχε κάνει 13 αποστολές στα Ιμαλάια. Συνολικά είχε συμμετάσχει σε 37 αποστολές, στις περισσότερες ως επικεφαλής, χωρίς ποτέ να “χάσει” κάποιον ορειβάτη.
Ήταν ο πιο έμπειρος Έλληνας ορειβάτης και ήταν επίτιμος Πρόεδρος του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου. Υπήρξε αρχηγός στην σημαντικότερη ελληνική αποστολή, την “Hellas Everest 2004”, κατά την οποία για πρώτη φορά Έλληνες ορειβάτες κατάφεραν να πατήσουν στην «στέγη του κόσμου». Η καταγωγή του ήταν από το Μαυρολιθάρι Φωκίδας. «Είναι τρέλα το βουνό, Είναι έρωτας διαρκής» είχε πει ο Κώστας Τζιβελέκας. Ο αντιπεριφερειάρχης Στερεάς, αρμόδιος για αγροτικά θέματα Κώστας Αποστολόπουλος γνώριζε πολύ καλά τον έμπειρο ορειβάτη. Μάλιστα είχε ανέβει μαζί του στα Ιμαλάια. Αρχηγέ μου καλό σου ταξίδι, γράφει μεταξύ των άλλων στο facebook o κύριος Αποστολόπουλος.
-Το 2012 o Πέτρος Στεφανής είχε κάνει ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ στα ΝΕΑ για τον Κώστα Τσιβελέκα, το οποίο και σας παραθέτουμε:
Είναι ο πρώτος Ελληνας που έσπασε το φράγμα της ανάβασης πάνω από τα 8.000 μέτρα, στη δεκαετία του 1990. Ο ίδιος έχει σκαρφαλώσει 39 φορές (!) στα Ιµαλάια, άλλες 29 στις χιονισµένες πλαγιές των Ανδεων, 7 στο Κιλιµάντζαρο. Μια ζωή στα βουνά, ο επίτιμος πρόεδρος του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου μόλις επέστρεψε από άλλη μία πολυήμερη απόδραση σε μεγάλες οροσειρές Δεκαεννέα χρονών το 1968, τολμά μόνος του, χωρίς άλλον έλληνα συνοδό, την πρώτη εξόρμησή του στις γαλλικές Αλπεις.
Με στοιχειώδη, σχεδόν ανύπαρκτο εξοπλισμό, δίχως επαρκή πληροφόρηση, αλλά με το πάθος του πρωτάρη. Συνεργάζεται τότε με ομάδα κροατών ορειβατών και τελικά υλοποιείται το μικρό κρυφό αυτό όνειρό του, την ανάβαση στο Λευκό Ορος, στα 4.810 μέτρα. Αυτή είναι «μονάχα μια καλή αρχή», όπως έχει να καυχιέται ο ίδιος σήμερα, έπειτα από σαράντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια πια που ανεβοκατεβαίνει σε κορυφές.
Η σχέση του με τα βουνά ενέχει στοιχείο έντονα βιωματικό, όπως την περιγράφει. «Από την πρώτη στιγμή τα ένιωσα πάρα πολύ κοντά μου, πολύ οικεία. Αντικρίζοντάς τα, “μίλησαν” μέσα μου. Πάντα, εξάλλου, με ενδιέφερε η περιπλάνηση, η περιπέτεια…». Σημειωτέον ότι και το χωριό του, η Ανατολή Φθιώτιδας, σε υψόμετρο 1.400, είναι ένα «μπαλκόνι» σε αμφιθέατρο βουνών: Οίτη, Γκιώνα, Βαρδούσια, Γραμμένη Οξιά. Αυθόρμητα, πάντως, δηλώνει «παιδί των Βαρδουσίων», αφού εκεί, «κάτω από τη σκιά τους», γεννήθηκε. Από μικρό παιδί, η ανάβαση στο βουνό ήταν καθημερινή υπόθεση.
Σαν παιχνίδι για την εξερεύνηση της φύσης ξεκινά και η συστηματική ενασχόλησή του με την οργανωμένη ορειβασία, από τα 18 του, ως μέλος του Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου, όπου και μυείται στην τεχνική. Εκεί στα ψηλά που φτάνει σύντομα, απολαμβάνει την «αίσθηση της ελευθερίας». Η «εμμονή του» έκτοτε με τις βουνοπλαγιές έρχεται ως φυσική συνέχεια, σ’ αυτές καταφεύγει πλέον ανελλιπώς.
ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΩΝ 7.000 ΜΕΤΡΩΝ. Σταδιακά, αφού δεν αφήνει βουνό για βουνό εντός συνόρων, οι επιδόσεις του στις μεγαλύτερες οροσειρές του πλανήτη αποδεικνύονται ξεχωριστές. Γίνεται ο πρώτος Ελληνας που σπάει το φράγμα των 7.000 μ., ανεβαίνοντας στο Παμίρ των Ιμαλαΐων, στην κορυφή «Κομμουνισμός», στα 7.500 μ., το 1983. Δυο χρόνια αργότερα, στο Κιλιμάντζαρο, καταρρίπτει και το παγκόσμιο ρεκόρ της πιο γρήγορης ανάβασης και κατάβασης: σε 22 ώρες σερί διανύει 178 χιλιόµετρα. Πάλι πρώτος, ξεπερνά και τα 8.000 μ. στα Ιμαλάια: πραγματοποιεί την πρώτη ελληνική «οχτάρα», στο Τσο-Ογιού, όπου φτάνει ώς τα 8.201 μ., χωρίς οξυγόνο, το 1991.
Μετρά πλέον έξι επιτυχημένες «οχτάρες» κορυφές (που υπερβαίνουν, δηλαδή, τα 8.000 μέτρα) σε σύνολο 13 αποστολών των οποίων ηγήθηκε, μοναδικές από ορειβατικό σωματείο στην ιστορία της ελληνικής ορειβασίας. Και όχι μόνο. Οδηγεί επικεφαλής την ελληνική ορειβατική αποστολή το 2004 στο Εβερεστ, στα 8.848 μ., στη βόρεια πλευρά του Θιβέτ. Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι εξορμήσεις του σε διεθνή ορεινά συγκροτήματα φτάνουν σήμερα τις 96! Την τελευταία το «κοντέρ» την έγραψε μόλις την περασμένη εβδομάδα, όταν – μαζί με άλλους 16 ορειβάτες του ΑΟΣ – ανέβηκε στα 5.100 μ. (από τα 8.611) του «γίγαντα» Κ2 στα Δυτικά Ιμαλάια.
Ούτε η σχεδόν ολική απόφραξη τεσσάρων αρτηριών στην καρδιά πτοεί τον «επαγγελματία» ορειβάτη, συνταξιούχο εκτελωνιστή. Τι κι αν οι θεράποντες ιατροί τού συστήνουν να αποφεύγει στο εξής την κόπωση, αυτός ούτε που το συζητά. Μόλις δύο μήνες από την επέμβαση – το τετραπλό μπαϊπάς προ διετίας -, ανέβηκε ξανά στον Ολυμπο, συμβολικά, μαζί με 86 παιδιά που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών και την Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία. Εξι μήνες αργότερα, σκαρφάλωσε ακόμα πιο ψηλά, στο Ρουενζόρι της Αφρικής, στα 5.109 μ. Ούτως ή άλλως, οι δύο αυτές αναβάσεις του δεν είναι κι ό,τι δυσκολότερο έχει ζήσει χρόνια τώρα στο βουνό. «Τι να πρωτοθυμηθώ, αλήθεια;», αναρωτιέται σήμερα. Απομονώνει τελικά τη δεύτερη αποστολή του για την κατάκτηση του Εβερεστ, το 1996, που κρατά 72 ολόκληρες ημέρες.
Με τον σέρπα Τίρτα είναι στα 8.100 μ. στην τελική ανάβαση, όταν η «στέγη του κόσμου» χτυπιέται από θύελλα. Αυτή εξελίσσεται στη μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία της κατάκτησης του όρους, με συνολικά 14 νεκρούς. Πέντε χρόνια μετά, έπεσε σε χιονοστιβάδα μεγάλου εύρους, στην ανηφόρα του Κάζεμπρουμ ΙΙ, στα Ιμαλάια. Εκατοντάδες τόνοι χιονιού και πάγου αποκολλήθηκαν από την κεντρική ορθοπλαγιά στα 7.500 μ. και η «φτερούγα» της κατέρρευσε πάνω σ’ αυτόν και τον Γιάννη Τήλιο. Ευτυχώς, ήταν ασφαλισμένοι με λαβή ασφαλείας κι αυτό τους έσωσε – γλίτωσε απλά με μια διάσειση. Και στην πρώτη ανάβασή του στο Τσο-Ογιού, αυτός και ο Γιάννης Κωνσταντίνου είχαν ζήσει στιγμές οριακές: έπεσαν σε θύελλα, στα 6.100 μ., αποκομίζοντας «σκληρό τίμημα», κρυοπαγήματα δεύτερου βαθμού…
ΔΙΚΑΙΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ. Ιδρυτικό μέλος του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου, πρόεδρός του στο παρελθόν (1996-2008), ο 64χρονος ορειβάτης είναι και εκπαιδευτής. Πιστώνεται την εξέλιξη μιας σειράς αρχαρίων στην ορειβατική σκηνή της χώρας. «Εχει έναν εγωισμό εκεί πάνω στο βουνό. Θέλει, δηλαδή, να έρχεται όλο και πιο πολύς κόσμος στην ορειβασία. Δεν τους απορρίπτει εξαρχής γιατί είναι γυναίκες ή και μεγαλύτερης ηλικίας άτομα, αλλά τους δίνει ευκαιρίες και στο τέλος τούς αξιολογεί δίκαια. Χωρίς αυτόν, δεν ξέρω αν θα είχα καταφέρει να ταξιδέψω σε μια σειρά από μεγάλα βουνά στο εξωτερικό. Αυτός ήταν που με ενθάρρυνε να τον ακολουθήσω, μου έδειξε από πρώτο χέρι τα κατατόπια εκεί, με την εμπειρία και τη γνώση του μ’ έκανε να νιώθω ασφαλής…», του αναγνωρίζει η Τασία Ηλιοπούλου, που από το 1986 πορεύεται στα βουνά μαζί του.
Και τη γυναίκα του, την Ευφροσύνη, τη συνάντησε πρώτη φορά – πού αλλού; – σε μία από τις ορειβατικές αποδράσεις του. Μόνο που στην πορεία το ζευγάρι έμελλε να μη συμβαδίσει για πολύ στο βουνό. «Από νωρίς κατανόησα τις προσπάθειες του συζύγου μου, τόσο στην προετοιμασία του όσο και στη διάρκεια των εγχειρημάτων του. Σήμερα είμαι πολύ χαρούμενη που όλες αυτές οι επιλογές του απέδωσαν. Που μπορέσαμε και μοιραστήκαμε στιγμές μοναδικές, τόσο εγώ που έπρεπε να μείνω πίσω για να στηρίξω τις οικογενειακές υποχρεώσεις όσο και τα παιδιά μου…», τονίζει η κ. Τραυλού.
Η πρωτότοκη κόρη τους, η Νεφέλη, ήταν οκτώ μηνών όταν ο πατέρας της την ανέβασε στον Ολυμπο, κάτι αντίστοιχο έγινε και με την αδελφή της, την Αλκηστη, στον Παρνασσό. Μόνο που, ενήλικοι πλέον, οι δυο τους ακολουθούν το δικό τους πρόγραμμα εναλλακτικών δραστηριοτήτων, εκτός βουνού. Ο ίδιος ο Κώστας Τσιβελέκας γνωρίζει πλέον καλά, όπως λέει, το σώμα του και τις δυνατότητές του. Είναι, ωστόσο, και πολλές ακόμα οι εκκρεμότητές του με το βουνό, σπεύδει να ξεκαθαρίσει…
«Ο καλός ορειβάτης επιστρέφει ζωντανός»
«ΕΧΩ ΝΑ ΚΑΝΩ με ανθρώπινες ζωές. Δεν θα διστάσω, όπως και στο παρελθόν, να αποφασίσω να γυρίσουμε πίσω αν δω πως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε. Η κορυφή δεν είναι ποτέ ίδια, ακόμα κι αν την έχεις ήδη κατακτήσει. Κάθε φορά βιώνεις ξανά το βουνό, αποκτάς εμπειρίες, αλλά πάντα διδάσκεσαι δίπλα σε παλαιότερους. Οι αποφάσεις του αρχηγού είναι απόλυτες και πρέπει όλοι να τις ακολουθούν. Δεν είναι έλλειψη θάρρους να εγκαταλείψει κανείς την προσπάθεια, αν δει ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει. Αντίθετα, δηλώνει σύνεση και σεβασμό στο βουνό. Ο καλός ορειβάτης είναι αυτός που επιστρέφει ζωντανός», δήλωνε ο Κώστας.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΠΕΤΡΟΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: ΤΑ ΝΕΑ, Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011