George Lois. Ο πρωτοπόρος art director, μέσα από τα εξώφυλλά του για το φημισμένο περιοδικό Esquire, αποτύπωσε τη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ. Ανάμεσα στα 92 εξώφυλλα που έχουν εκτεθεί στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA) υπάρχει και το θρυλικό, με τον Muhammad Ali, ως Άγιο Σεβαστιανό, τρυπημένο από τα βέλη. Ο πρωτοπόρος Έλληνας εξιστορεί στο People άγνωστα περιστατικά για τον φίλο του, των τελευταίο των Τιτάνων, Muhammad Ali.
Γράφει ο Γιώργος Πράτανος_People
«(Ο Ali ήταν) Ένας άνθρωπος που πάλεψε για εμάς. Στάθηκε δίπλα στον (Martin Luther) King και τον Mandela. Όρθωσε ανάστημα σε μια εποχή που ήταν δύσκολη. Μίλησε όταν οι άλλοι δεν το έκαναν. Η μάχη του έξω από το ρινγκ θα του κόστιζε τον τίτλο και το δημόσιο λόγο. Θα του εξασφάλιζε νέους εχθρούς από τα αριστερά και τα δεξιά, θα τον διέσυρε και σχεδόν θα τον έστελνε στη φυλακή. Αλλά ο Ali υπερασπίστηκε την άποψή του. Και η νίκη του μας βοήθησε να έχουμε την Αμερική που βλέπουμε σήμερα», ανέφερε μεταξύ άλλων η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, για το χαμό του Muhammad Ali. Το προεδρικό ζεύγος των ΗΠΑ αποτύπωσε τη συγκίνηση του απλού κόσμου στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του ακτιβιστή αθλητή, στα 74 του χρόνια. Το μακροσκελές κατευόδιο στον Κολοσσό των ΗΠΑ αποτελεί μια απόδειξη για την επιρροή που άσκησε ο πρωταθλητής και ολυμπιονίκης της πυγμαχίας, όχι μόνο στην πολυπληθή αφροαμερικάνικη κοινότητα των ΗΠΑ, αλλά παγκοσμίως.
Η γνωριμία και τα παιδικά χρόνια
Η πρώτη φορά που ο George Lois, το παιδί – θαύμα της αμερικάνικης διαφήμισης και art director του Esquire, άκουσε το όνομα Cassius Clay ήταν το καλοκαίρι του 1960. «Ήταν 18. Θα πήγαινε στη Ρώμη για τους Ολυμπιακούς. Ένας φίλος μου αθλητικογράφος, ο Dick Schaap, άκουσε για αυτό το παιδί από το Louisville και τον κάλεσε στη Νέα Υόρκη. Μου ζήτησε να τον συναντήσουμε μαζί. Ο Cassius ήταν συνεπαρμένος με την πόλη» μου εξιστορεί ο Lois, που τον θυμάται ως ένα «γλυκό, ήσυχο και σεβάσμιο όμορφο αγόρι». Καμία σχέση με τον αεικίνητο, θορυβώδη και προκλητικό πρωταθλητή που σκάρωνε στίχους –ή και ολόκληρα ποιήματα, λογοπαίγνια μπροστά στα μικρόφωνα, «ραπίζοντας» αντιπάλους μποξέρ και πολιτικούς.
Οι ΗΠΑ των 60’s, δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή, πόσο μάλλον με εκείνη που είχε οραματιστεί ο πυγμάχος από το Louisville. Ξεκίνησε το μποξ στα 12, μετά από μια δυσάρεστη εμπειρία. «Ήταν από φτωχή οικογένεια και όταν ο πατέρας του του αγόρασε το πρώτο του ποδήλατο ήταν ευτυχισμένος» λέει ο Lois. Λίγες ημέρες μετά του το κλέβουν. Έγινε έξαλλος. «Βρήκε έναν αστυνομικό και του είπε: “Μου έκλεψαν το ποδήλατο. Θα τον βρω και θα τον δείρω”. Ο αστυνομικός τον ρώτησε “ξέρεις να παλεύεις νεαρέ;”. “Όχι, αλλά θα τον δείρω” επέμεινε ο Cassius. “Έλα αύριο στο γυμναστήριό μου και θα σου μάθω πώς να παλεύεις” του είπε ο αστυνομικός. Το πιστεύεις; Ένας λευκός αστυνομικός στο Louisville, του έμαθε πώς να παλεύει!» μου λέει o 84άχρονος, με τη μπάσα φωνή του να ξεχειλίζει από έκσταση. Τελικά, αυτό θα έκανε σε όλη του τη ζωή: Θα «έδερνε» εκείνον που θεωρούσε πως τον «κλέβει». Τη ζωή του, τα δικαιώματά του, τον κόπο του, τον ιδρώτα του. Όπως και των υπολοίπων της κατηγορίας του.
Σοκάροντας τον Cassius
Εκεί πίσω, στα παιδικά του χρόνια υπάρχουν όλες οι απαντήσεις για την προσωπικότητα και τη στάση ζωής που επέλεξε ο Ali. Με τη νεανική του καρδιά να φλέγεται, τα περιστατικά που σφυρηλάτησαν το ατρόμητο του χαρακτήρα του και αυτήν την απεγνωσμένη δίψα για κοινωνική δικαιοσύνη ήταν καθοριστικά. Ο «Έλληνας Θεός» (ένα από τα παρατσούκλια του Lois) θυμάται μια συζήτησή τους: «“Muhammad, έχεις φοβηθεί ποτέ;” τον ρώτησα. “Ναι, είχα φοβηθεί στον πρώτο αγώνα εναντίον του Liston”. Μετά από λίγο, επανήλθε: “Πραγματικά, όμως, είχα φοβηθεί στα 13 μου, με την ιστορία του Emmet Till”. Ήταν μια δολοφονία που είχε σοκάρει τις ΗΠΑ. Ένας 13άχρονος μαύρος από το Chicago, ο Emmet Till, επισκέφθηκε τη γιαγιά του στο Mississippi. Εκείνη την εποχή στο νότο ο ρατσισμός ήταν πολύ έντονος. Μπήκε σε ένα μαγαζί και υποτίθεται πως -αυτό το 13άχρονο παιδί, έκανε “ματιά” στη λευκή υπάλληλο, μεγαλύτερης ηλικίας, γυναίκα. Στο μαγαζί δεν υπήρχε κάποιος μάρτυρας. Αργότερα, ο σύζυγος και ο αδερφός της υπαλλήλου, που θεώρησαν πως ο μαύρος έφηβος τη φλέρταρε, πήγαν στο σπίτι της γιαγιάς του, τον άρπαξαν και αφού του κομμάτιασαν το πρόσωπο, τον σκότωσαν και τον έριξαν σε ένα ποτάμι. Το πτώμα ήταν τόσο κακοποιημένο, που αναγνωρίστηκε μόνο από ένα δαχτυλίδι. Η κηδεία έγινε με το φέρετρο ανοικτό, γιατί η μητέρα του Emmet ήθελε να σοκάρει την Αμερική, δείχνοντας το πραγματικό πρόσωπο του ρατσισμού. Ο Muhhamad πρόσθεσε στο τέλος της κουβέντας πως “είχα σοκαριστεί τόσο πολύ, που αποφάσισα να μην δω ποτέ στα μάτια λευκή γυναίκα ξανά”».
Πέντε χρόνια αργότερα, έμελλε να αντιληφθεί με το χειρότερο τρόπο, πως όσα προσωπικά επιτεύγματα και αν κατάφερνε, τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής θα τον κρατούσαν αποκλεισμένο, εξαιτίας απλά του χρώματος του. «Όταν επέστρεψε με το χρυσό μετάλλιο από τους Ολυμπιακούς της Ρώμης, όλοι στο Louisville ήταν ενθουσιασμένοι» μου διηγείται ο Lois. «Έγινε παρέλαση προς τιμή του, μια τελετή και ο δήμαρχος τον ευχαριστούσε με τόση θέρμη που του έλεγε “ζήτα ο, τι θέλεις Cassius!”. Με το τέλος των εκδηλώσεων, πήγε με έναν φίλο του σε ένα εστιατόριο, όπου όμως του ζήτησαν να αποχωρήσει. Ήταν ο Ολυμπιονίκης, αλλά δεν του επέτρεψαν να φάει εκεί, επειδή δεν ήταν λευκός. Και είχε ακόμη κρεμασμένο το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στο στήθος».
Όταν ο Cassius έγινε πρωταθλητής και Muhammad
Στα 22 του αποφασίζει πως ήρθε η στιγμή να αρπάξει αυτό που θεωρεί δικό του. Τη ζώνη του πρωταθλητή βαρέων βαρών. Για να το κάνει αυτό, θα έπρεπε να ρίξει στον καναβάτσο τον εν ενεργεία πρωταθλητή, Sony Liston, έναν αδίστακτο τύπο που είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση για δολοφονία και συνδεόταν με τη μαφία. «Όλοι θεωρούσαν πως ήταν σκέτη τρέλα να τον αντιμετωπίσει. Εκείνος, όχι μόνο έκανε την τρέλα να αγωνιστεί, αλλά τον προκαλούσε κιόλας, πριν το ματς» λέει ο Lois που θυμάται την ένδοξη βραδιά. «Όλοι ανησυχούσαμε για εκείνον και ο Cassius χόρευε πάνω στο ρινγκ και στο τέλος διέλυσε τον Liston. Φώναζε “I am the greatest” (“είμαι ο καλύτερος”). Έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής στα 22 του» μου διηγείται, συνεπαρμένος ακόμη ο Lois.
Οι γείτονες στο πατρικό του Clay, τον θυμούνται από παιδί ακόμη, να τριγυρνά με τη Βίβλο παραμάσχαλα. Ίσως και να είναι οι πιο έκπληκτοι, όταν ακούν τον νέο πρωταθλητή να δηλώνει δύο ημέρες μετά το θρίαμβό του, πως έχει αλλάξει θρήσκευμα και όνομα. Είναι πλέον μουσουλμάνος και διαγράφει το «όνομα του δούλου». Από τότε και έπειτα, θα ήταν ο Muhammad Ali. «Ήταν πολλοί οι μαύροι που τον μίσησαν επειδή άλλαξε θρήσκευμα» θυμάται ο Lois. Παρόλα αυτά, εκείνος συνεχίζει να κερδίζει αγώνες, «να πετά σαν πεταλούδα και να τσιμπά σαν μέλισσα», να κάνει αστεία, να σκαρφίζεται ποιήματα και να βρίσκεται στο στόχαστρο των φασιστών, για την πολιτική του ρητορική. Όσο περισσότερο ενοχλούνται οι ρατσιστές τόσο περισσότερο τους προκαλεί ο Ali, μαθαίνοντας το παιχνίδι των media -που τον λατρεύουν, δεχόμενος και ανταποδίδοντας την αγάπη του κόσμου.
Η εξορία
Η κορύφωση της κόντρας με τις αρχές ήρθε το 1967. «Η αμερικανική κυβέρνηση τον μισούσε. Και βρήκε τρόπο να τον κάνει να σιωπήσει. Κάλεσαν τον Muhammad Ali στο στρατό, για να πάει στον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο Ali ήταν μεγάλος για να καταταχθεί. Συνήθως καλούσαν αγόρια ηλικίας μεταξύ 18 και 23. Ο Muhammad ήταν 27» θυμάται ο Lois. Η άρνηση του Ali διχάζει τις ΗΠΑ. «Δημόσια, αλλά και στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις μας, έλεγε πως ήταν “ένας απαίσιος πόλεμος”. Του έλεγα για την εμπειρία μου, όταν υπηρέτησα τον αμερικανικό στρατό στον πόλεμο της Κορέας. Ο στρατός μας είχε κάνει γενοκτονία εκεί. Και το ίδιο συνέβαινε και στο Βιετνάμ» μου λέει ο Lois.
Η ποινή που αποφασίζεται είναι εξοντωτική. Καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκισης, του αφαιρείται ο τίτλος του πρωταθλητή και το δικαίωμα να αγωνίζεται. «Ήταν στην καλύτερη πυγμαχική ηλικία, εκείνη την εποχή» σχολιάζει ο Lois. «Πλέον δεν είχε καν, εισοδήματα. Δεν τα παράτησε. Άρχισε να δίνει διαλέξεις στα κορυφαία πανεπιστήμια της Αμερικής, εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ».
Στο νουάρ σκηνικό της εποχής ο Ali παίρνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, που παραδόξως, κανείς άλλος δεν επιθυμεί ή δεν είναι ικανός να το κάνει. Λογικό αν σκεφτεί κανείς πως τo 1965 έχει δολοφονηθεί ο Malcolm X, δύο χρόνια πριν, ολόκληρος πρόεδρος των ΗΠΑ, (John Kennedy), ενώ τον Απρίλιο του 1968 είναι η σειρά του Dr. Martin Luther King, για να ακολουθήσει ο αδερφός του JFK, Bobby Kennedy. Όποιος μιλά για συνταγματικές ελευθερίες, κοινωνική δικαιοσύνη, δοξάζεται σε νεκρολογίες, λίγο πριν την ταφή του. Εκείνος παραμένει ατρόμητος. «Δεν φοβόταν. Πήγαινε όπου τον καλούσαν. Και αν κανείς ήθελε να τον δολοφονήσει θα είχε πολλές ευκαιρίες» τονίζει ο Lois. Παρότι είναι Ολυμπιονίκης και πρωταθλητής ήδη από τα 22 του, παρόλο που διαθέτει χρήματα και δόξα που κανείς άλλος αφροαμερικανός δεν έχει ονειρευτεί, δεν το βουλώνει. Και δεν είναι ούτε εκπρόσωπος του πνευματικού κόσμου (sic), ούτε καν, ένας άνθρωπος με πολιτικές φιλοδοξίες, αλλά ένας πρωταθλητής ίσως του πιο απίθανου αθλήματος που περιμένει κανείς να βγάλει έναν πολιτικό ηγέτη. Της πυγμαχίας. Πρωτάκουστο!
Είναι η στιγμή που στο νουάρ σκηνικό κάνει την είσοδό του ο George Lois, για να γράψει ιστορία. Θα κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα από όλους την εποχή εκείνη. Να ταράξει τα νερά, βάζοντας στο εξώφυλλο του θρυλικού Esquire τον «μάρτυρα» Ali.
«Το 1968, περιμένοντας να εκδικαστεί η έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, ήθελα να μου ποζάρει ως Άγιος Σεβαστιανός, πατώντας στον πίνακα του Botticini του 15ου αιώνα, που βρίσκεται στο Metropolitan Museum of Arts, στη Νέα Υόρκη. Επικοινώνησα με τον Ali και του εξήγησα το concept. Πέταξε ολοταχώς για τη Νέα Υόρκη για να ποζάρει. Στο studio, του έδειξα μια καρτ ποστάλ του πίνακα, για να αποτυπώσει την ακριβή στάση που θα πόζαρε. Το μελέτησε με τεράστια συγκέντρωση. Ξαφνικά μου ξεφουρνίζει: “Ε, George, αυτός είναι χριστιανός!”. Του απαντώ «Ω Θεέ, έχεις δίκιο πρωταθλητή». Του εξηγώ πως ο Άγιος Σεβαστιανός ήταν ένα ρωμαίος στρατιώτης που επιβίωσε της εκτέλεσης με βέλη. Η θανατική ποινή του είχε επιβληθεί επειδή άλλαξε θρήσκευμα. Αργότερα, τον θανάτωσαν χτυπώντας τον με ρόπαλα. Έτσι, έμεινε στην ιστορία ως ο απόλυτος μάρτυρας. Πριν αρχίσουμε την τοποθέτηση των βελών στο κορμί του Ali, εκείνος τηλεφωνεί στον θρησκευτικό ηγέτη του, τον Elijah Muhammad.Του εξήγησε τον πίνακα με κάθε λεπτομέρεια. Είναι ανήσυχος για την ορθότητα τού να χρησιμοποιηθεί μια χριστιανική εικόνα για την απεικόνιση του μαρτυρίου του. Τελικά μου δίνει το τηλέφωνο… Έναν χριστιανό ορθόδοξο που δεν ασκεί καν, τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Έπειτα από μια μακρά θεολογική συζήτηση, o Elijah μου δίνει το ok. Μετά την εκπνοή ανακούφισης ακολουθεί η φωτογράφιση του πορτραίτου του άνδρα που θεοποιήθηκε στη μάχη του εναντίον των Αρχών. Όταν είδα την πρώτη διαφάνεια, θυμάμαι πως τα ακριβή μου λόγια προς τον φωτογράφο Carl Fischer ήταν: “Ιησού Χριστέ, είναι έργο τέχνης!”. Το Esquire είχε ένα εντυπωσιακό εξώφυλλο που αναπαράχθηκε και πωλήθηκε ως αφίσα διαμαρτυρίας, κρεμάστηκε σε κολεγιακά δωμάτια, σε όλη την Αμερική». Ο ίδιος δεν φοβήθηκε μήπως τον στοχοποιήσουν εξτρεμιστικές ομάδες χριστιανών; «Είμαι ένας τρελός άνθρωπος. Είμαι επιθετικός. Πάντα είχα αυτήν την αίσθηση πως δεν μπορεί να με εκφοβίσει τίποτε και κανείς» μου λέει ο Lois γεμάτο πάθος, «πάλεψα εναντίον του ρατσισμού, του αντισημητισμού για όλη μου τη ζωή. Και είναι ένας άλλος λόγος που θεωρώ πως ο Ali αγάπησε εμένα και εγώ αγάπησα εκείνον. Ο Ali δεν ήταν ποτέ ρατσιστής. Γνωρίζω πολλούς μαύρους νεαρούς που είναι ρατσιστές. Εκείνος φερόταν με τόση ευγένεια σε όλους τους άνθρωπους».
Με το εξώφυλλο μετατρέπεται αυτοδικαίως σε ηγέτη του κινήματος εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ. «Σταδιακά, έγινε σεβάσμιος ακόμη και σε παραδοσιακούς δεξιούς, που κατανόησαν πως ο Ali ήταν ένας άντρας με αρχές» σχολιάζει ο Lois για τον αντίκτυπο του εξωφύλλου του.
Το δύσκολο τέλος του χαρισματικού Ali
Αυτή η πνευματικότητα του Ali δεν έκανε ποτέ εντύπωση στον Lois, που θυμάται τον σπουδαίο πυγμάχο να του διαβάζει χωρία από τη Βίβλο και να τα συγκρίνει με αντίστοιχα του Κορανίου. «”Κάτσε να σου εξηγήσω κάποια θέματα”, μου έλεγε και μιλούσε για το πόσο σπουδαίος άνθρωπος ήταν ο Ιησούς – γιατί για εκείνον δεν ήταν ο Θεός» θυμάται ο Lois. «Ήταν ανοιχτόμυαλος. Λίγοι άνθρωποι είναι αντίστοιχοί του στον κόσμο» λέει.
Αφού παμψηφεί το Ανώτατο Δικαστήριο τον δικαίωσε, επανήλθε στα ρινγκ. Πάντοτε ήταν το αουτσάιντερ, αλλά εκείνος κατάφερε άλλες δύο φορές να κερδίσει τον τίτλο.
Τρεις φορές πρωταθλητής. Ποιος θα μπορούσε να τον γονατίσει; Η απάντηση ήρθε στα 42 του. Η ασθένεια του Parkinson. Οι γιατροί δεν είναι ακόμη σίγουροι εάν ευθύνονται οι 29.000 γροθιές που υπολογίζεται πως έχει δεχθεί στο κεφάλι σε επίσημους αγώνες, ανεπίσημους και προπονήσεις. Οι πειθαρχημένοι μύες του, που του χάριζαν το πέταγμα της πεταλούδας και το τσίμπημα της μέλισσας, πλέον ανταποκρίνονταν στις εντολές τους.
«Τα τελευταία 5-6 χρόνια ήταν σε άσχημη κατάσταση. Μιλούσε με δυσκολία. Είχε φύγει αυτή η φλόγα από τα μάτια του. Ήταν δυστυχισμένος. Υπήρξε ένας τόσο χαρισματικός ομιλητής, δεν έχει δει καλύτερο ο αθλητικός κόσμος, και πλέον δεν μπορούσε να μιλήσει, απλά έφτυνε. “Ο Αλλάχ” έλεγε “μου έκλεισε το στόμα”» λέει ο Lois. Η τελευταία φορά που τον είδε, ήταν το 2013: «Το μόνο που είπε ήταν πως “κάποτε ήμουν πρωταθλητής, γεμάτος δύναμη και μετά από αυτά ο Θεός με δοκιμάζει. Μου πήρε την υγεία, την ομιλία, περπατάω με δυσκολία”».
Κλείνοντας την τηλεφωνική μας συνομιλία, ο George Lois μου είπε πως ακόμη και την ασθένειά του «την αντιμετώπισε σαν άντρας». Πόσο δίκιο είχε… Ακόμη και στο Parkinson πήρε 32 χρόνια για να τον νικήσει.