Η ιστορία του περίφημου Chartreuse (Σαρτρέζ) ξεκινά τον 11ο αιώνα, με τη δημιουργία του ομώνυμου μοναστικού τάγματος από τον Bruno, πρύτανη του πανεπιστημίου της Ρεμς, που το 1084 αποφάσισε να μονάσει. H μονή Grande Chartreuse με ιστορία χιλίων ετών, βρίσκεται στην κοιλάδα των βουνών Chartreuse, στους πρόποδες των Άλπεων, βορείως του Παρισιού.
Το τάγμα των Chartreux, επίσης γνωστοί ως Καρθούσιοι, αγκαλιάζει μια βαθιά ασκητική ζωή στις δυτικές Γαλλικές Άλπεις. Οι μοναχοί περνούν τις μέρες μόνοι τους, προσεύχονται για την ανθρωπότητα και ακούνε τον Θεό στη σιωπή που τους περιβάλλει.
Λιτά γεύματα ψωμιού, τυριού, αυγών, φρούτων, λαχανικών, ξηρών καρπών και ψαριών φτάνουν στα κελιά τους δίχως καν συλλογική προσευχή. Με λίγες εξαιρέσεις, οι μοναχοί δεν επισκέπτονται ο ένας στον άλλο στα δωμάτια τους και σπάνια αλληλεπιδρούν, εκτός από τα μεσάνυχτα και τις καθημερινές εκκλησιαστικές υπηρεσίες, όπου δεν επιτρέπονται ούτε τα μουσικά όργανα. Ενώ μία φορά την εβδομάδα, περπατούν ανά δυάδες στα δάση που οχυρώνουν το μοναστήρι.
Αυτός ο εσωτερικός τρόπος ζωής έχει επιβιώσει αιώνες εξωτερικής αναταραχής, χιονοστιβάδες, κατολισθήσεις, τρομερές πυρκαγιές, θρησκευτικοί πόλεμοι, λεηλασίες, εξώσεις και εξορία, στρατιωτική κατοχή, γαλλική επανάσταση και ναι άπειρες ακόμη πληγές. Μέσα από τις εποχές του γήινου χάους, το Chartreux ευδοκιμεί σύμφωνα με το σύνθημά τους του Μεσαίωνα: Stat crux dum volvitur orbis («Ο σταυρός είναι σταθερός ενώ ο κόσμος γυρίζει»).
Αν ψάξουμε για την ιστορία της Chartreuse ο δρόμος θα μας οδηγήσει πίσω στα 1605 όταν στο μοναστήρι Chartreux φτάνει ένα χειρόγραφο αγνώστου προελεύσεως με τη συνταγή για το «Ελιξίριο της μακροζωίας». Από τότε μέχρι σήμερα το ποτό των βοτάνων έχει περάσει δεκάδες περιπέτειες μέχρι να φτάσει το 1970 στη Chartreuse Diffusion που ασχολείται με την προώθηση και την εμπορία του.
Οι μοναχοί Chartreux, ωστόσο, εξακολουθούν, αφοσιωμένοι στις επιταγές του Τάγματός τους, να παρασκευάζουν με κάθε μυστικότητα το Ελιξίριο της Μακροζωίας, που έχει πια μετεξελιχθεί σε λικέρ. Ένα λικέρ όμως που δεν περιέχει κανένα χημικό πρόσθετο. Ακόμα και το χρώμα, το περίφημο πράσινο ή το κίτρινο (γιατί η Chartreuse κυκλοφορεί σε δύο τύπους) είναι απόλυτα φυσικό. Τα 130 συστατικά, πάντα τα ίδια, μουλιάζουν σ΄ένα υψηλής ποιότητας αλκοόλ και κατόπιν αποστάζονται.
Μέχρι σήμερα, την διαδικασία απόσταξης χειρίζονται οι μοναχοί μέσα στη Μονή του Chartreuse στο Vauvert και το αποστακτήριο στο Voiron. Μόνο δύο μοναχοί από τη σειρά γνωρίζουν τη μυστική συνταγή βοτάνων, η οποία διατυπώθηκε στο χειρόγραφο.
Το λικέρ δημιουργήθηκε αρχικά ως «Ελιξίριο της μακράς ζωής» και, όπως συμβαίνει με πολλά φυτικά λικέρ που γνωρίζουμε σήμερα, προοριζόταν ως φάρμακο. Η φόρμουλα τελειοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των ετών και από το 1737 το λικέρ δόθηκε στον κόσμο σε μια μορφή που είναι κοντά σε αυτό που πίνουμε σήμερα.
Το αρχικό ελιξίριο περιείχε 71% αλκοόλ, αλλά το 1764 οι μοναχοί στην προσπάθειά τους να το κάνουν πιο εμπορικό, αποφάσισαν, να το μειώσουν στο 55%, κάτι που ισχύει μέχρι και σήμερα για το λεγόμενο πράσινο Chartreuse, που φτιάχνεται με βάση μπράντυ από κρασί και τα βότανα, που του προσδίδουν την χαρακτηριστική, απαλή του γεύση.
Η πανδημία
Αξίζει να σημειώσουμε ότι όταν η Γαλλία έπεσε σε έναν πανδημικό περιορισμό στα μέσα Μαρτίου και πάλι αυτό το φθινόπωρο, ελάχιστα άλλαξαν στο μοναστήρι Chartreuse ή στον τόπο παραγωγής του – ακόμα και όταν οι οινοποιοί της χώρας και οι παραγωγοί άλλων ποτών, όπως το Cognac, το Cointreau και το Armagnac, πάλεύουν ακόμη να τα καταφέρουν.
Ωστόσο, οι διακοπές λειτουργίας της Γαλλίας, μαζί με παραγγελίες σε καταφύγιο σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, έκλεισαν, ωστόσο, τα μπαρ και τα εστιατόρια που λειτουργούν συνήθως ως κοσμικός αγωγός για το μοναστικό λικέρ. Οι πωλήσεις της Chartreuse μειώθηκαν στα δύο τρίτα του συνηθισμένου επιπέδου τους, σύμφωνα με έναν εκπρόσωπο Τύπου της εταιρείας Chartreuse Diffusion.