Είναι απίθανα όμορφο αυτό που έχει δημιουργήσει το αρχιτεκτονικό γραφείο DECA Architecture στα νότια της Μήλου, ένα έργο ζωής με 6 διεθνή βραβεία, που ολοκληρώθηκε σε δύο στάδια, σε διάστημα οκτώ ετών, από το 2012 έως και το 2020.
Πιο πρόσφατο κομμάτι του εντυπωσιακά εφευρετικού αρχιτεκτονικού παζλ αποτελεί το Hourglass Corral μία κατοικία που κατασκευάστηκε με βάση τα διαγράμματα Voronoi, που μελετήθηκαν συστηματικά από τον Ρώσο μαθηματικό του 19ου αιώνα, Georgi Voronoi. Σε αντίθεση με τον καρτεσιανό κάνναβο, οι κάνναβοι του Voronoi είναι οργανικοί και προσαρμόζονται στα δεδομένα, καθώς προκύπτουν γύρω από οποιοδήποτε σύνολο σημείων στο χώρο.
Το Voronoi’s Corrals είναι ένα τοπίο στη Νότια Μήλο, σε περιοχή που προστατεύεται από την συνθήκη Natura 2000, με συνολική έκταση 90 στρεμμάτων όπου οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν 5 κοράλλια (Coralls), που θα μπορούσε κανείς να μεταφράσει ως μαντριά. Τα μαντριά υπάρχουν στις Κυκλάδες εδώ και αιώνες. Διαμορφώνουν ευρύτερες ζώνες με συγκεκριμένες χρήσης γης. Τα περιγράμματα τους καθορίζουν σαφή όρια μεταξύ του άγριου τοπίου του νησιού που τα περιβάλλει και των νέων οικιακών και γεωργικών χρήσεων που περιέχουν στο τέλος της κατασκευής.
Πιο συγκεκριμένα, πριν από δέκα χρόνια, οι αρχιτέκτονες, ξεκίνησαν τη μελέτη του τοπίου περπατώντας όλη την περιοχή. «Η τοπογραφία είναι πολύ, πολύ σημαντική», ανέφερε ο αρχιτέκτονας Κάρλος Λοπερένα στο περιοδικό αρχιτεκτονικής Dwell. «Ξεκινήσαμε λοιπόν περπατώντας» αναφέρει χαρακτηριστικά για το Orchard Corral.
«Όχι μόνο τα περπατήσαμε όλα, αλλά περάσαμε χρόνο εκεί. Ο σκοπός ήταν να αφομοιώσουμε εντελώς το μέρος. Δεν προσπαθήσαμε να φτιάξουμε ένα σπίτι που θα κατοικηθεί. Κατοικήσαμε ολόκληρο το τοπίο και νιώσαμε την ατμόσφαιρα κάθε μεμονωμένου σημείου, επειδή η Μήλος έχει τεράστια ποικιλία εμπειριών» ανέφερε ο Αλέξανδρος Βαϊτσος, το άλλο ιδρυτικό μέλος του DECA Architecture. Οπως εξήγησαν, τους ζητήθηκε από τον πελάτη να επιτευχθεί το αντίθετο από αυτό που συνηθίζεται στις εξοχικές κατοικίες, δηλαδή μια κατασκευή που να «διατηρεί τις φυσικές συνθήκες του τόπου» όσο το δυνατόν περισσότερο.
Κατόπιν διεξοδικής μελέτης, οι αρχιτέκτονες πρότειναν τον σαφή διαχωρισμό των οικειοποιούμενων περιοχών της έκτασης από το άγριο τοπίο μέσα από τη διαμόρφωση πέντε ξεχωριστών μαντριών (=corrals), σε διαφορετικά σημεία της ιδιοκτησίας.
Αυτά τα μαντριά ορίζονται ως «ανεπίσημη διαχωριστική ζώνη» στα ελληνικά νησιά, και χρησιμοποιούνται για να οριοθετήσουν διαφορετικές χρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της κατοικίας, της γεωργίας και της διατήρησης του φυσικού τοπίου.
Το 2012, το DECA ολοκλήρωσε πρώτα το Immersion Corral, μία μικρή κατοικία δύο υπνοδωματίων τοποθετημένης αριστοτεχνικά στην πλαγιά με τέτοιο τρόπό ώστε οι φιλοξενούμενοι να απολαμβάνουν τη θέα προς το απέραντο γαλάζιο. Το κέλυφός της συγκεκριμένης κατοικίας είναι από τούβλα μαλτεζόπλακας, ένα υλικό που φθείρεται και αλλάζει χρώμα με την πάροδο του χρόνου, ενώ η οροφή αλλάζει κλίσεις, ακολουθώντας τις εφαπτόμενες των ραχών του περίγυρου.
Το 2013, ολοκλήρωσαν το Orchard Corral, το οποίο ουσιαστικά είναι μία τεράστια έκταση 20.000 τετραγωνικών μέτρων παραγωγικής ελιάς και αποτελεί το μεγαλύτερο άλσος του νησιού. Περιβάλλεται από μία ξερολιθιά συνολικού μήκους 700 μέτρων, ώστε να προστατεύεται από τα αγριοκάτσικα που κυκλοφορούν στην περιοχή. Εκεί φυτεύθηκαν 550 ελαιόδεντρα, ένας λαχανόκηπος και ένας αμπελώνας, ενώ το νότιο άκρο του μεταλλάσσεται, διαμορφώνοντας την όψη ενός μικρού ξενώνα που καλύπτεται από χώμα και ελιές.
Η τρίτη εγκατάσταση ήταν το προστατευμένο Corral Corral, το οποίο φυτεύθηκε με οπωροφόρα δέντρα, μοναδικά στο νησί που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν εξαιτίας και του γενικότερα άνυδρου περιβάλλοντος της Μήλου. Η τέταρτη εγκατάσταση ήταν το Isolation Corral, για το οποίο δεν υπάρχει οδική πρόσβαση και χτίστηκε «ως ένα απλό δωμάτιο με γραφείο και κρεβάτι», αναφέρει ο Αλέξανδρος Βαΐτσος. Η κατοικία απολαμβάνει την αίσθηση της απομόνωσης μέσα στο Κυκλαδίτικο δάσος καθώς και μία μακρινή θέα της θάλασσας μέσα από το σκόπευτρο που δημιουργούν οι δύο πλαγιές.
Τελευταίο corral που ολοκληρώθηκε ήταν η «κύρια κατοικία», ένα σπίτι τεσσάρων υπνοδωματίων που λέγεται Hourglass Corral. Με βάση τα σημεία που ορίζονται στο διάγραμμα Voronoi, οι αρχιτέκτονες του Deca κατέληξαν σε ένα οργανικό πλέγμα σύμφωνα με το οποίο έγινε η διάταξη μέσα στο σπίτι. «Κάθε corral αντιστοιχεί σε μια σαφώς καθορισμένη χρήση», λένε χαρακτηριστικά.
Καθένα δηλαδή από τα πέντε μαντριά έχει τη δική του κλίμακα και το δικό του ξεχωριστό χαρακτήρα, που προσδιορίζεται από τα ερεθίσματα του άμεσου περιβάλλοντός του. Η κατοικία όμως που προέκυψε, το λεγόμενο Hourglass Corral, είναι ένα σπίτι που, αντί να επιβάλλεται στο περιβάλλον, συγχωνεύεται πλήρως με αυτό. Και χάρη στο διάγραμμα Voronoi, το εσωτερικό έχει «κουμπώσει». «Μπαίνεις μέσα και οι αναλογίες είναι ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι. Είναι μια πολύ έντονη, ωραία αίσθηση».
Οι κάνναβοι του Voronoi είναι δομές, που συναντιούνται συχνά στη φύση ως οργανικά σχήματα, που προσαρμόζονται στα δεδομένα. Με τον ίδιο τρόπο που όταν δημιουργηθούν τρύπες στον πάτο ενός κουτιού γεμάτο με άμμο, εκείνο αρχίζει να αδειάζει -όπως ακριβώς συμβαίνει και σε μία κλεψύδρα-, το σχήμα που προκύπτει στην επιφάνεια της άμμου, καθώς αδειάζει το κουτί, είναι ένας κάνναβος Voronoi.
Το σχήμα των ταβανιών στους εσωτερικούς χώρους του Hourglass Corral, είναι παρόμοιο με αυτό της άμμου. Διαμορφώνονται ως μια αλληλουχία από χωνιά, τα οποία στην κορυφή τους έχουν μια στρογγυλή οπή. Όταν ανοίγουν οι φεγγίτες, που καλύπτουν τις στρογγυλές οπές, δημιουργείται εξαιρετικά αποδοτικός φυσικός αερισμός για το κτίριο. Κάτω από κάθε φεγγίτη τοποθετείται ένα κλείστρο, που προσομοιάζει σε αυτά των φωτογραφικών μηχανών, ενώ ένας κυκλικός μεταλλικός δίσκος αναρτάται κάτω από τη στρογγυλή οπή για τον έμμεσο φωτισμό των χώρων.