Ήταν 15 Ιουλίου του 1997. Μία ακόμα ηλιόλουστη ημέρα στο Μαϊάμι είχε ήδη ξεκινήσει όταν λίγα λεπτά μετά τις 9 δυνατοί κρότοι από πυροβολισμούς αναστάτωσαν την Ocean Drive, τον φημισμένο παραλιακό δρόμο του Miami Beach της Φλόριντα. Λίγα λεπτά πριν, ο 50άχρονος Ιταλός διάσημος μόδιστρος και δημιουργός του Οίκου Versace, Giovanni Maria Versace, περπάτησε με τα πόδια μέχρι ένα κοντινό περίπτερο-καφέ της περιοχής για να προμηθευτεί τον διεθνή Τύπο. Συνήθως, τις εφημερίδες έφερνε ένας βοηθός του αλλά ήταν τόσο ηλιόλουστη η ημέρα που ο Versace αποφάσισε να πάει εκείνος.
Στην έπαυλη του μόδιστρου, μία εντυπωσιακή βίλα του 1930, γνωστή και ως Casa Casuarina, βρίσκονταν εκείνη την ώρα ο επί 15 έτη σύντροφος του, 37χρονος -τότε- Antonio D’Amico.
Ο D’Amico έπινε καφέ στη βεράντα κοντά στην είσοδο του αρχοντικού όταν άκουσε τους πυροβολισμούς. «Ένιωσα το αίμα μου να παγώνει», είπε πολύ πρόσφατα στον βρετανικό Observer. Μαζι με τον μπάτλερ του Versace βγήκαν έξω για να ερευνήσουν τι είχε συμβεί. «Το σπίτι είχε βιτρό παράθυρα και έτσι δεν μπορούσαμε να δούμε τι είχε συμβεί από το εσωτερικό, οπότε έπρεπε να ανοίξουμε την πύλη. Είδα τον Gianni να βρίσκεται στα σκαλιά και αίμα γύρω του. Σε αυτό το σημείο, όλα σκοτείνιασαν. Δεν είδα κάτι άλλο καθώς με απομάκρυναν», τόνισε στην πρώτη του συνέντευξη μετά από πολλά χρόνια.
Ο Versace πυροβολήθηκε από τον Andrew Cunanan, έναν ομοφυλόφιλο ηλικίας 27 ετών που είχε δολοφονήσει τουλάχιστον άλλους τέσσερις ανθρώπους πριν εμφανιστεί στο σπίτι του σχεδιαστή μόδας. Μετά από ένα τεράστιο ανθρωποκυνηγητό, το σώμα του Cunanan βρέθηκε οχτώ ημέρες αργότερα σε ένα σπίτι στο Μαϊάμι. Είχε αυτοκτονήσει με το ίδιο όπλο που σκότωσε τον Versace.
Είκοσι χρόνια αργότερα, δεν είναι γνωστό αν η δολοφονία σχεδιάστηκε ή διεξήχθη τυχαία, κάτι που οδήγησε σε πολλά κουτσομπολιά και εικασίες, συμπεριλαμβανομένης μιας φήμης ότι ο Versace μπορεί να δολοφονήθηκε από τη μαφία λόγω οφειλών στην εγκληματική οργάνωση. Υπήρξε επίσης η εικασία ότι ο μόδιστρος μπορεί να είχε συναντήσει τον δολοφόνο του χρόνια νωρίτερα. Όποια τελικά και αν είναι η αλήθεια, ένα από τα πιο στενάχωρα ζητήματα γύρω από τον ίδιο τον τραγικό επίλογο της ζωής του Versace είναι ότι έζησε μόλις 5 χρόνια σε μία βίλα που αγάπησε με πάθος και ξόδευσε μια μεγάλη περιουσία για την ανακαινίσει.
Η Casa Casuarina ξεκίνησε να χτίζεται το 1928 από τον Adlen Freeman, τον πλούσιο κληρονόμο και γιο του ταμία της αυτοκρατορίας The Standard Oil Trust, γνωστής ως Rockefeller’s Company και ολοκληρώθηκε το 1930, σε μία από τις καλύτερες τοποθεσίες του Μαϊάμι, στο Miami Beach και στην περίφημη Ocean Drive με θέα τον ωκεανό. Λίγα χρόνια νωρίτερα, με τον θάνατο του πατέρα του, ο αρχιτέκτονας Adlen, κληρονομώντας μια αμύθητη περιουσία, αποφάσισε να τα παρατήσει όλα στα 27 του χρόνια, ξεκινώντας μακρινά ταξίδια σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Ο Alden, απόγονος και των Mayflower από την πλευρά της μητέρας του, είχε πάθος με την ιστορία και κυρίως με τις περιπέτειες του Κριστόφορου Κολόμβου. Σε ένα μάλιστα από τα ταξίδια του, επισκέφτηκε την πιο παλιά κατοικία που χτίστηκε ποτέ στο Δυτικό Ημισφαίριο, την Alcazar De Colon, στο Santo Domingo της Δομινικανής Δημοκρατίας.
Ο νεαρός αρχιτέκτονας εντυπωσιάστηκε από το ανάκτορο, το οποίο σημειωτέων έχτισε ο γιος του Κολόμβου το 1510, ο Ντιέγκο και επιστρέφοντας οραματίστηκε να δημιουργήσει το δικό του Alcazar De Colon στο Μαϊάμι. Μαζί του από την Αμερική έφερε δύο τούβλα από το ανάκτορο του Κολόμβου, τοποθετώντας μάλιστα το ένα στη δεξιά πλευρά της κύριας εισόδου της Casa Casuarina. Όσο για όνομα, υπάρχει ένας μύθος γύρω από αυτό, που συντηρείται μέχρι και σήμερα στην περιοχή. Ο θρύλος υποστηρίζει ότι το Casa Casuarina δόθηκε στο σπίτι ως φόρο τιμής στο μοναδικό δέντρο, ένα αυστραλιανό πεύκο, που άντεξε τον μεγάλο τυφώνα του 1926 ο οποίος έπληξε τη Νότια Φλόριντα. Ο Freeman αναγκάστηκε να κόψει το δέντρο για να δημιουργήσει χώρο για την κατασκευή του ακινήτου και έτσι βάφτισε τη βίλα Casa Casuarina από το επιστημονικό όνομα του πεύκου, Casuarina esquisetifolia.
Την κατασκευή της βίλας, χτισμένη στο αρχιτεκτονικό στυλ της Μεσογειακής Αναγέννησης (ένας συνδυασμός πολλών ρυθμών με βασικότερο τον σπανιόλικο) που κυριαρχούσε εκείνη τη δεκαετία στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανέλαβε η Hubbell & Hubbell και την εσωτερική διακόσμηση ο περίφημος σχεδιαστής εσωτερικών χώρων αλλά και αρχιτέκτονας Addison Mizner, η ιστορική φυσιογωμία πίσω από την εντυπωσιακή εικόνα συνολικά του West Palm Beach. Η έπαυλη είχε τότε 24 διαμερίσματα, ο Freeman ζούσε στο μπροστινό του τελευταίου ορόφου, στη νοτιοδυτική γωνία και τα υπόλοιπα 23 του κτιρίου είτε νοικιάζονταν είτε παραχωρούνταν στους πολλούς φίλους, κυρίως της υψηλής αμερικανικής κοινωνίας, που διέθετε ο πλούσιος κληρονόμος.
Ο Alden Freeman πέθανε στην Casa Casuarina στις 29 Δεκεμβρίου του 1937 μετά από μακρά ασθένεια και η έπαυλη αγοράστηκε από τον Jacque Amsterdam για 100.000 δολάρια, ποσό αρκετά μεγάλο για την εποχή. Ο Amsterdam συνέχισε να διαθέτει τα διαμερίσματα προς ενοικίαση και μάλιστα μετονόμασε τη βίλα σε Amsterdam Palace, κάνοντας το 1939 μια μικρή ανακαίνιση η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων την τοποθέτηση ανελκυστήρα, αντικατέστησε τη λιμνούλα με τους κρίνους της αυλής με ένα περίφημο δάπεδο σε στυλ terrazzo και μετέφερε το γονατιστό άγαλμα της Αφροδίτης στην μπροστινή βεράντα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, το Amsterdam Palace άλλαξε αρκετούς ιδιοκτήτες και από τα δωμάτια του παρέλασε όλη η υψηλή κοινωνία, απολαμβάνοντας τη θέα του ωκεανού και τη θάλασσα του Miami Beach, ενώ για ένα μικρό διάστημα, την δεκαετία του ’80, η έπαυλη πήρε το κιτσάτο όνομα Christopher Columbus Apartments, φυσικά για την προσέλκυση ενοικιαστών. Μετά από εκείνη την αλλαγή, η έπαυλη ξεκίνησε να περνάει στην ανυποληψία, τα έξοδα συντήρησης της τεράστια αλλά το θαύμα ήταν πως κανένα από τα αυθεντικά της έπιπλα, οι τοιχογραφίες, οι πίνακες ή τα πανάκριβα μωσαϊκά δεν έπαθαν ανεπανόρθωτες ζημιές.
Το 1992 και ενώ βρίσκονταν για οικογενειακές διακοπές στο Miami Beach, ο Versace, άνθρωπος υψηλής αισθητικής κυρίως στην προσωπική του ζωή, κάνοντας περίπατο στην Ocean Drive, εντυπωσιάστηκε αμέσως με το σπανιόλικης αριχτεκτονικής οίκημα και κυρίως από το άγαλμα της γονατιστής Αφροδίτης στην μπροστινή βεράντα. Παθιασμένος με την ελληνική και ρωμαϊκή ιστορία αλλά και τη μυθολογία, ο Ιταλός μόδιστρος αγόρασε το αυθεντικό οίκημα του Freeman για 2,95 εκατομμύρια δολάρια, μαζί με ένα διπλανό art deco ξενοδοχείο με το όνομα Hotel Revere. Αν και η συγκεκριμένη γειτονιά περιλαμβάνεται στο Εθνικό Μητρώο Ιστορικών Χώρων των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Versace κατάφερε να ξεπεράσει τα γραφειοκρατικά ζητήματα προσφέροντας άλλα 3,7 εκατομμύρια για το παλιό ξενοδοχείο, με τον όρο να το κατεδαφίσει και να φτιάξει έναν περίτεχνο κήπο, μεγάλη πισίνα και να επεκτείνει την Casa Casuarina με μια νότια πτέρυγα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο δημιουργός του Οίκου Versace επένδυσε τελικά περισσότερα από 32 εκατομμύρια δολάρια για την συνολική ανακαίνιση, η οποία διήρκησε τρία χρόνια, μετατρέποντας επιπλέον τα 24 διαμερίσματα του αυθεντικού ακινήτου σε 10 ονειρεμένες σουίτες και δημιουργώντας άλλες δύο, στη νέα πτέρυγα. Συν τοις άλλοις, μετακίνησε τον ανελκυστήρα στην αυλή, αντικατέστησε τη μεγάλη εντυπωσιακή κρήνη και ανακατασκεύασε το παρατηρητήριο της οροφής, εγκαθιστώντας ένα νέο χάλκινο θόλο. Ο Versace είχε προγραματίσει να αγοράσει ακόμα ένα οικόπεδο, στο βορινό τμήμα της βίλας, δημιουργώντας εκεί ακόμα έναν κήπο αλλά τον πρόλαβε η τραγωδία του Ιούλη του 1995, με αποτέλεσμα το κομμάτι εκείνο να αγοραστεί τελικά από το γειτονικό Victor Hotel.
Μετά το θάνατο του Versace, η οικογένεια του συνέχισε να φιλοξενείται εκεί αλλά με τα χρόνια αραίωσαν κατά πολύ οι επισκέψεις της. Μάλιστα, η αδερφή του Ιταλού μόδιστρου, η Donatella, ξεκίνησε με τον καιρό να πουλάει τα έπιπλα και τους πίνακες της έπαυλης, με αποκορύφωμα τη μεγάλη δημοπρασία του Απρίλη του 2001, όπου και στη Νέα Υόρκη δημοπρατήθηκε ένα πολύ μεγάλο μέρος τους αντί του αστρονονομικού ποσού των 28 εκατομμυρίων δολαρίων. Λίγο νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2000, η Donatella είχε πουλήσει και τη βίλα στον μεγιστάνα των τηλεπικοινωνιών από το Raleigh, τον Peter Loftin, αντί 19 εκατομμυρίων, με τον τελευταίο να χρησιμοποιεί την έπαυλη ως προσωπική κατοικία αλλά και ως ξενοδοχείο, με μέλη, ιδιωτικό club και διάφορες εκδηλώσεις ως το τέλος του 2009.
Αφού μεσολάβησε ακόμα ένα ιδιοκτήτης, ο μάνατζερ εκδηλώσεων αλλά γνωστός εστιάτορας Barton G. Weiss, τελικά το 2013 η βίλα αγοράστηκε, ξανά έπειτα από δημοπρασία, με 41,5 εκατομμύρια από μια τοπική επιχείρηση της Φλόριντα, σε συνεργασία με την Jordache Enterprises, τη γνωστή αμερικάνικη εταιρεία ένδυσης και λειτουργεί πλέον ως πολυτελές ξενοδοχείο.
Σήμερα, η εντυπωσιακή έπαυλη του Gianni Versace λειτουργεί ως πολυτελές ξενοδοχείο μπουτίκ με 10 σουίτες και παραμένει το ίδιο λαμπερό, διακοσμημένο σε μεσογειακό στυλ, με πολλά από τα επιβλητικά μοτίβα του σχεδιαστή και με έναν εντυπωσιακό κήπο με ψηφιδωτά, που απεικονίζουν εικόνες της ελληνικής μυθολογίας, όπως είναι και η Μέδουσα, που αποτελεί σήμα κατατεθέν του οίκου Versace. Πολλές από τις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες παραμένουν αναλλοίωτες στο χρόνο, όπως τα βασικά ασβεστολιθικά δάπεδα, οι κολώνες στην αυλή, οι πληθωρικά διακοσμημένοι τοίχοι και τα διακοσμητικά μενταγιόν διάσημων προσωπικοτήτων, όπως της Κλεοπάτρα και του Γκάντι, τα οποία χρονολογούνται από την εποχή του Freeman.
Οι επισκέπτες του ξενοδοχείου μπορούν να κολυμπήσουν στην πισίνα που είναι διακοσμημένη με χρυσά πλακάκια, να κοιμηθούν σε υπέρδιπλα κρεβάτια που είναι τόσο μεγάλα που χρειάζονται σεντόνια με ειδική παραγγελία, να δουν τον ωκεανό από το παρατηρητήριο που υπάρχει στη στέγη και να δειπνήσουν στο εστιατόριο που έχει δημιουργηθεί στο μέρος όπου παλιότερα βρισκόταν η τραπεζαρία του σχεδιαστή.