42.grMagazineΠως φτιάχνονται οι άνθρωποι για το ξεχωριστό;

Μαργκερίτ Γιουρσενάρ

Πως φτιάχνονται οι άνθρωποι για το ξεχωριστό;

Ποιά υλικά ανακατεύονται και ποια είναι τα συστατικά εκείνης της χημείας

Πως φτιάχνονται οι άνθρωποι για το ξεχωριστό; Ποιά υλικά ανακατεύονται και ποια είναι τα συστατικά εκείνης της χημείας που κάνει το σπουδαίο και το υψηλό και το άξιο για μίμηση, μελέτη και κατανόηση; Παίζει ρόλο το DNA, οι συνθήκες, το πεπρωμένο ή κομμάτια από τον θεό (ή το αντίθετο του), για να φτιαχτεί ο δημιουργός  που σημαδεύει την εποχή, την τέχνη, τους ανθρώπους που αγγίζει με την δουλειά του και τους κάνει τατουάζ στις ψυχές τα δικά του αρχικά;

Γράφει η Αλεξάνδρα Τσόλκαtsolkaarthro49202

Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ δεν ήταν ήταν αγαπημένη μου συγγραφέας. Προτιμούσα τους Αμερικανούς, απ αυτούς των μεγάλων δρόμων σαν τον Μπάροουζ και τον Κέρουακ ή τον καταιγιστικό Φίλιπ Ροθ ή τους περιπετειώδεις και επικούς σαν τον Χέμινγουεϊ, που έριχνα τις λέξεις σα μαστιγώματα και όχι σαν χρωματιστή καταιγίδα όπως εκείνες των Γαλλίδων γυναικών της συγγραφής. Όμως η Γιουρσενάρ με αιχμαλώτισε όπως τις άχρωμες πεταλούδες της νύχτας οι γυμνές λάμπες τα καλοκαίρια, για τη ζωή, τη τόλμη, τις ανατροπές, τη δύναμη να φτιάξει πρώτα έναν κόσμο στα μέτρα της με ανείπωτες αγωνίες και μετά να μπορέσει να αλλάξει και τον δικό μας, σε σημεία του, με μικρή νίκη για λογαριασμό όλων μας.

Αν και λίγο στην άκρη των μεγαθηρίων, στο καιρό μας, όχι ίσως, τόσο της μόδας, τη θυμάμαι από ένα βιβλίο της Εύας Νικολαϊδου με συνέντευξη που της είχε κάνει, έχοντας μεγάλη γνώση του έργου, της ζωής, της κοσμοθεωρίας της. Στη χώρα μας των οργίλων ανθρώπων της εκκλησίας που κηρύσσουν μίσος, των κοσμικών κυριών που απαξιώνουν την επιλογή των άλλων, τους πολιτικούς με την έκφραση χουλιγκάνων, το ότι υπήρξε η Γιουρσενάρ μοιάζει σαν ταξίδι αναψυχής! Και ας αγνοούμε για πάντα τα συστατικά του «γιατί αυτή κι όχι μια άλλη»…

«Ούτε παρελθόν υπάρχει, ούτε μέλλον. Μονάχα μια σειρά από διαδοχικά παρόντα, ένα μονοπάτι που ατελεύτητα φθίνει και ατελεύτητα συνεχίζεται και που πάνω του προχωρούμε όλοι». 

… Γεννήθηκε στις 8 Ιουνίου του 1903. Δέκα μέρες μετά πέθανε η μάνα της. Μεγάλωσε με νταντάδες, ειδικούς παιδαγωγούς και έναν πατέρα, πλούσιο, αριστοκράτη, καλομαθημένο της ζωής, που δεν αγκάλιαζε, δεν φιλούσε, δε χάιδευε, αλλά σύχναζε σε καζίνο, σπαταλιότανε σε παρέες ανούσιες και ζούσε έναν βαριεστημένα γλεντζεδικο βίο, σαν από συνήθεια περισσότερο παρά από γούστο! Η Μαργκερίτ, όμως, μεγάλωνε ούτως η άλλως. Με άριστη παιδεία. Ένα τυχερό – άτυχο παιδί με όμορφα ρούχα, εστέτ περιβάλλον, εξαιρετική μόρφωση. Μεγάλωνε σε έναν πύργο 180 δωματίων! Έμαθε λατινικά και αρχαία ελληνικά και τα μιλούσε σαν τα γαλλικά της!

“Την Ελλάδα την αγαπώ, γιατί διδάχθηκα πολλά από τους αρχαίους συγγραφείς και βέβαια για την πίστη σας στη φιλία. Μην ξεχνάτε ότι η ευημερία του κόσμου εξαρτάται από το επίπεδο της φιλίας και της ποίησης”.

Διάβαζε Ιστορία και ποίηση και γοητεύονταν, πάντα, απ την Ελλάδα. Κάποτε στο μέλλον θα γράψει για την σύγχρονη –τότε- ελληνική ποίηση μια ανθολογία αγαπημένων της ποιητών και ένα βιβλίο για τον Καβάφη. Θα γίνει φίλη – κάποιοι λένε και εραστές!- με τον Εμπειρίκο. Θα έχει φίλες και παρέες στην χώρα ετούτη, μέχρι τη τελευταία της μέρα! Και θα τολμήσει να ζει και να γράφει με τους δικούς της όρους!

Θα ταξιδέψει ξανά και ξανά στη χώρα μας. Θα δώσει συνεντεύξεις, θα σταθεί στις κουβέντες της στο Έθνος, που γίνανε βιβλίο από την Νικολαϊδου.

«…Το συναίσθημα της ελευθερίας του άλλου. Της αξιοπρέπειάς του. Την παραδοχή. Θυμάμαι πάντα το κοριτσάκι στο βιβλίο του Μοντερλάν που δεν έχει δώσει όνομα στη γάτα του. Και πώς τη φωνάζεις; τη ρωτούν. Δεν τη φωνάζω, έρχεται όποτε θέλει. Έτσι είναι οι φίλοι. Συχνά έρχονται από τύχη.»

Ο Πύργος των 180 δωματίων, η Γαλλία και η βαριεστημένη, κουρασμένη αριστοκρατία θα μείνουν πίσω της, λίγο πριν τα 40 της χρόνια. Ένα νησί στον Νέο Κόσμο, στην Αμερική. Μάουντεν Ντέζερτ. Ένα ξύλινο σπίτι! Καμιά πολυτέλεια αλλά πολύ αυθεντικότητα, γαληνή και ανθρώπινη ζεστασιά. Στη πολιτεία του Μέιν. Πριν ο Στίβεν Κινγκ μας μάθει πως η σιωπή και η γαλήνη κρύβουν ανθρώπινους ή μεταφυσικούς κινδύνους εκεί, στην άκρη μιας καινούργιας γης, η Γιουρσενάρ θα ζήσει την ζωή όπως πιστεύει πως πρέπει.  «Είμαι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος, που ζυμώνει το ψωμί του για να φάει, που λατρεύει τα ζώα, τα φυτά, τους φίλους και νιώθει ευτυχισμένος όταν τ αγαπάει όλα αυτά, χωρίς να περιμένει να τον αγαπήσουν» λέει και δεν φεύγει από κει, ποτέ της, παρά μόνο για να ταξιδέψει στη γη και να δει όσα προλαβαίνει πριν το τέλος της.

«Φυσικά είμαι υπέρ της ελεύθερης επιλογής. Αγαπάς και ερωτεύεσαι τον άνθρωπο και όχι το φύλο».  Έζησε, στο ξύλινο σπίτι, με τα λουλούδια, τις καλλιέργειες, τη μεγάλη σιωπή μιας αχανούς ηπείρου, σχεδόν σαράντα χρόνια. Κοντά της ήταν πάντα η φίλη της και σύντροφός της Γκρέις Φρικ. Εκείνα τα χρόνια οι δυο αυτές γυναίκες, δεν αποδέχτηκαν κοινωνικές επιταγές και ταξικές συμβάσεις, αλλά ερωτεύτηκαν, μοιράστηκαν, αγαπηθήκαν, κόντρα σε κάθε εξουσία, αρνούμενες την υποταγή.
Η Γιουρσενάρ έχει ομολογήσει την ομοφυλοφιλία της, με το πρώτο της μυθιστόρημα, «Αλέξης», για έναν παντρεμένο άνδρα που παλεύει να μην παραδοθεί στην ανάγκη της αγάπης του για άλλους άνδρες.
Θα είναι η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή ως «αθάνατη», δηλαδή ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, αργά για τα τόσα χρόνια συμβολής στον ανθρώπινο λόγο και στις ιδέες και στα γράμματα της πατρίδας της, το 1980!
Η αναγόρευση της σε «αθάνατη» θα συνοδευτεί –αλίμονο!- από υπονοούμενα σεξιστικά, αστεϊσμούς και σχόλια για την ερωτική της ζωή!

«Ποτέ δεν γνώρισα άλλο από τη λατρεία ή την κραιπάλη… Τι θέλει να πει αυτό; Ποτέ δεν εγνώρισα άλλο από τη λατρεία ή τη συμπόνια». Η Γιουρσενάρ θα γράφει μέχρι το τέλος της. Και θα ταξιδεύει. Και θα ορίζει τις παραμέτρους της ζωής της, μην επιτρέποντας σε άλλους να το κάνουν για λογαριασμό της. Η Ελλάδα ξανά και ξανά. Το τέλος μετά από αβαρή και απάνθρωπη αρρώστια της αγαπημένης της, της Γκρεις Φρικ. Ένας νεαρός εραστής. Ο Τζέρι Γουίλσον. Πολύ νεαρός. Πολύ απαιτητικός. Θα την ταλαιπωρήσει, ενώ ταξιδεύουν μαζί, συνοδοιπόροι στη ζωή και στις μεγάλες αποστάσεις Ανατολίτικων προορισμών.

“Μοναξιά… Δεν πιστεύω όπως πιστεύουν, δε ζω όπως ζουν, δεν αγαπώ όπως αγαπούν… Θα πεθάνω όπως πεθαίνουν». 17 Δεκεμβρίου του 1987. Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ σβήνει στο Μέιν που διάλεξε για πατρίδα. Εγκεφαλικό. Ήταν 84 ετών. Έγραψε εκεί, την τελευταία σελίδα σε μια ζωή που όρισε και δεν την όρισε εκείνη. Από αφίλητο κοριτσάκι να τρέχει σε 180 μουσειακά δωμάτια μέχρι ηλικιωμένη, αγαπημένη σοφή, σε ένα ξύλινο σπιτάκι στην μέση της σιωπής και των μεγάλων δασών. Αγάπησε τους ανθρώπους. Και αρκεί…

SHARE
MORE MAGAZINE